By Martin Wolf
Για να αποδώσει η προσέγγιση της σταθεροποίησης μια μεγάλη εξαγωγική
οικονομία χρειάζεται και ακμαίες εξωτερικές αγορές. Οι «φούσκες» της
δεκαετίας του 2000 βοήθησαν σε αυτό. Μεταξύ 2000 και 2007 το ισοζύγιο
τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας έκανε το έλλειμμα 1,7% του ΑΕΠ σε
πλεόνασμα 7,5% του ΑΕΠ. Παράλληλα εμφανίστηκαν ανάλογα ελλείμματα αλλού
στην ευρωζώνη: Το 2007 το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας ήταν
15% του ΑΕΠ, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας 10% και της Ιρλανδίας 5%.
Η εγχώρια ζήτηση που δημιούργησε αυτά τα τεράστια εξωτερικά ελλείμματα σε αυτές τις χώρες, δημιουργήθηκε κυρίως με ιδιωτικές δαπάνες που τροφοδοτούσαν τα δάνεια. Μετά ήρθε η διεθνής κρίση.
Οι ροές κεφαλαίων πάγωσαν και η ιδιωτική δαπάνη κατέρρευσε δημιουργώντας τεράστια ελλείμματα. Οι Carmen Reinhart και Kenneth Rogoff του Harvard απέδειξαν ότι ήταν αναπόφευκτο. Μεταξύ 2007 και 2009 το δημοσιονομικό ισοζύγιο μετατράπηκε από πλεόνασμα 1,9% του ΑΕΠ σε έλλειμμα 11,2% στην Ισπανία, από πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ σε έλλειμμα 13,9% στην Ιρλανδία, από έλλειμμα 3,2% του ΑΕΠ σε έλλειμμα 10,2% στην Πορτογαλία και από έλλειμμα 6,5% του ΑΕΠ σε έλλειμμα 15,6% στην Ελλάδα.
Αμέσως δημιουργήθηκε η εσφαλμένη επικρατούσα άποψη, ιδίως στο Βερολίνο, ότι επρόκειτο για δημοσιονομική κρίση. Έτσι όμως μπερδεύονταν τα συμπτώματα με τις αιτίες, με εξαίρεση της περίπτωση της Ελλάδας. Πάντως, καθώς δεν είχαν πρόσβαση στις αγορές ομολόγων, οι χώρες που χτυπήθηκαν από την κρίση υποχρεώθηκαν να σφίξουν τα λουριά, παρά τις βαθιές υφέσεις. Και αυτό έκαναν.
Μεταξύ 2009 και 2012, σύμφωνα με το ΔΝΤ, το διαρθρωτικό δημοσιονομικό έλλειμμα μεταβλήθηκε κατά 15,4% του δυνητικού ΑΕΠ στην Ελλάδα, κατά 5,1% στην Πορτογαλία, κατά 4,4% στην Ιρλανδία, κατά 3,8% στην Ισπανία και κατά 2,8% στην Ιταλία.
Δυστυχώς, οι υγιέστερες χώρες της ευρωζώνης είναι επίσης στενά δεμένες στο άρμα της σταθερότητας, οπότε επιβάλλουν επίσης σφίξιμο της δημοσιονομικής θέσης. Όπως είναι αναμενόμενο, η οικονομία της ευρωζώνης παραμένει παγωμένη, με το ΑΕΠ στα ίδια επίπεδα στο δ΄ τρίμηνο του 2012 με του τρίτου τριμήνου 2010.
Παράλληλα, ο πληθωρισμός υποχωρεί κάτω από τον στόχο 2% της ΕΚΤ. Η μείωση του επιτοκίου του ευρώ κατά 0,25 μονάδες την περασμένη εβδομάδα δεν θα προκαλέσει σχεδόν καμία διαφορά. Τυχόν ισχυρό αρνητικό σοκ μπορεί να μετατρέψει τον χαμηλό πληθωρισμό σε αποπληθωρισμό, που θα πολλαπλασιάσει τις πιέσεις στις χώρες που βρίσκονται σε κρίση. Ακόμη και χωρίς αποπληθωρισμό, η ελπίδα ότι η ευρωζώνη θα βρει το δρόμο της ανάπτυξης μέσω της εσωτερικής ζήτησης και επανισορρόπησης είναι σκέτη φαντασίωση.
Ετσι απομένει μόνο η εξωτερική προσαρμογή. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η Γαλλία θα είναι η μόνη μεγάλη οικονομία της ευρωζώνης που θα έχει έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών φέτος. Προβλέπει ότι το 2018 κάθε χώρα της ευρωζώνης, πλην της Φινλανδίας, θα είναι καθαρός εξαγωγέας κεφαλαίων. Το σύνολο της ευρωζώνης προβλέπεται να έχει πλεόνασμα συναλλαγών 2,5% του ΑΕΠ. Τέτοια εξάρτηση στην εξισορρόπηση μέσω της εξωτερικης ζήτησης θα μπορούσε κάποιος να περιμένει από μια "γερμανική" ευρωζώνη.
Οι επιπτώσεις της προσπάθειας να υποχρεωθεί η ευρωζώνη να μιμηθεί το δρόμο της προσαρμογής που έκανε η Γερμανία στην δεκαετία του 2000, είναι προφανείς. Για την ευρωζώνη καθιστά πολύ πιθανή την παρατεταμένη στασιμότητα ειδικά στις χώρες σε κρίση. Επιπλέον, αν αρχίσει να αποδίδει, το ευρώ πιθανότατα θα κινηθεί προς τα πάνω, αυξάνοντας τους κινδύνους αποπληθωρισμού. Επιπλέον, η μετατροπή της ευρωζώνης σε πλεονασματική θα αποτελέσει σοκ ύφεσης για την παγκόσμια οικονομία. Ποιος θα έχει την δυνατότητα και την διάθεση να το καλύψει;
Η ευρωζώνη δεν είναι μια μικρή και ανοιχτή οικονομία, αλλά η δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο. Είναι πολύ μεγάλη και η εξωτερική ανταγωνιστικότητα των πιο αδύναμων μελών της είναι πολύ μικρή για να προκαλέσει αισθητές μεταβολές στα εξωτερικά ισοζύγια, σε μια βιώσιμη στρατηγική μετά την κρίση για οικονομική προσαρμογή και ανάπτυξη.
Η ευρωζώνη δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα χτίσει σταθερή ανάπτυξη πάνω σε αυτό, όπως έκανε η Γερμανία σε ανθηρά χρόνια της δεκαετίας 2000. Όταν γίνει αυτό κατανοητό, τότε οι εσωτερικές πολιτικές πιέσεις για αλλαγή στην προσέγγιση είναι βέβαιο πως θα γίνουν συντριπτικές.
Η Ευρώπη δεν θα γίνει μια μεγαλύτερη Γερμανία. Είναι ανόητος όποιος πιστεύει ότι θα μπορούσε να γίνει. Η ευρωζώνη ή θα πετύχει μια καλύτερα ισορροπημένη λύση στα προβλήματά της ή θα το διαλύσει. Τι από τα δύο θα γίνει; Αυτό παραμένει το μεγάλο αναπάντητο ερώτημα...
www.euro2day.gr 8/5/2013
Η Γερμανία μεταμορφώνει την ευρωπαϊκή
οικονομία με βάση την δική της εικόνα. Χρησιμοποιεί την θέση της ως η
μεγαλύτερη οικονομία και ως κυρίαρχος πιστωτής, για να μετατρέψει τα
μέλη της ευρωζώνης σε μικρά αντίγραφα του εαυτού της –και το σύνολο της
ευρωζώνης σε ένα μεγαλύτερο αντίγραφο. Η στρατηγική της θα αποτύχει.
Η επικρατούσα άποψη στο Βερολίνο συντάσσεται με πολιτικές προσανατολισμένες στην σταθερότητα: Η νομισματική πολιτική θα πρέπει να στοχεύει σε σταθερότητα τιμών μεσοπρόθεσμα, η δημοσιονομική σε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και χαμηλό χρέος. Κανένα ίχνος κεϋνσιανικής μακροοικονομικής σταθεροποίησης δεν μπορεί να επιτραπεί, καθώς οδηγεί κατευθείαν στην κόλαση.
Για να κάνει αποδοτική αυτή την στρατηγική, η Γερμανία έχει χρησιμοποιήσει τις μεταβολές στο εξωτερικό της ισοζύγιο για να σταθεροποιήσει την οικονομία: Αυξανόμενο πλεόνασμα όταν η εγχώρια ζήτηση είναι αδύναμη και αντιστρόφως. Η γερμανική οικονομία μπορεί να μοιάζει πολύ μεγάλη για να επαφίεται σε έναν μηχανισμό που χαρακτηρίζει μικρές και ανοιχτές οικονομίες.
Το κατάφερε όμως, στηριζόμενη στην ανώτερη μεταποίηση με εξαγωγικό προσανατολισμό και στην δυνατότητα συγκράτησης των πραγματικών μισθών. Στην δεκαετία του 2000, αυτός ο συνδυασμός επέτρεψε στην χώρα να ξαναδημιουργήσει το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών που είχε χάσει στην μετά την ενοποίηση ακμή της δεκαετίας του 1990. Αυτό βοήθησε να δημιουργηθεί αναπτυξη, παρά την υποτονική εγχώρια ζήτηση.
Η επικρατούσα άποψη στο Βερολίνο συντάσσεται με πολιτικές προσανατολισμένες στην σταθερότητα: Η νομισματική πολιτική θα πρέπει να στοχεύει σε σταθερότητα τιμών μεσοπρόθεσμα, η δημοσιονομική σε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και χαμηλό χρέος. Κανένα ίχνος κεϋνσιανικής μακροοικονομικής σταθεροποίησης δεν μπορεί να επιτραπεί, καθώς οδηγεί κατευθείαν στην κόλαση.
Για να κάνει αποδοτική αυτή την στρατηγική, η Γερμανία έχει χρησιμοποιήσει τις μεταβολές στο εξωτερικό της ισοζύγιο για να σταθεροποιήσει την οικονομία: Αυξανόμενο πλεόνασμα όταν η εγχώρια ζήτηση είναι αδύναμη και αντιστρόφως. Η γερμανική οικονομία μπορεί να μοιάζει πολύ μεγάλη για να επαφίεται σε έναν μηχανισμό που χαρακτηρίζει μικρές και ανοιχτές οικονομίες.
Το κατάφερε όμως, στηριζόμενη στην ανώτερη μεταποίηση με εξαγωγικό προσανατολισμό και στην δυνατότητα συγκράτησης των πραγματικών μισθών. Στην δεκαετία του 2000, αυτός ο συνδυασμός επέτρεψε στην χώρα να ξαναδημιουργήσει το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών που είχε χάσει στην μετά την ενοποίηση ακμή της δεκαετίας του 1990. Αυτό βοήθησε να δημιουργηθεί αναπτυξη, παρά την υποτονική εγχώρια ζήτηση.
Η εγχώρια ζήτηση που δημιούργησε αυτά τα τεράστια εξωτερικά ελλείμματα σε αυτές τις χώρες, δημιουργήθηκε κυρίως με ιδιωτικές δαπάνες που τροφοδοτούσαν τα δάνεια. Μετά ήρθε η διεθνής κρίση.
Οι ροές κεφαλαίων πάγωσαν και η ιδιωτική δαπάνη κατέρρευσε δημιουργώντας τεράστια ελλείμματα. Οι Carmen Reinhart και Kenneth Rogoff του Harvard απέδειξαν ότι ήταν αναπόφευκτο. Μεταξύ 2007 και 2009 το δημοσιονομικό ισοζύγιο μετατράπηκε από πλεόνασμα 1,9% του ΑΕΠ σε έλλειμμα 11,2% στην Ισπανία, από πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ σε έλλειμμα 13,9% στην Ιρλανδία, από έλλειμμα 3,2% του ΑΕΠ σε έλλειμμα 10,2% στην Πορτογαλία και από έλλειμμα 6,5% του ΑΕΠ σε έλλειμμα 15,6% στην Ελλάδα.
Αμέσως δημιουργήθηκε η εσφαλμένη επικρατούσα άποψη, ιδίως στο Βερολίνο, ότι επρόκειτο για δημοσιονομική κρίση. Έτσι όμως μπερδεύονταν τα συμπτώματα με τις αιτίες, με εξαίρεση της περίπτωση της Ελλάδας. Πάντως, καθώς δεν είχαν πρόσβαση στις αγορές ομολόγων, οι χώρες που χτυπήθηκαν από την κρίση υποχρεώθηκαν να σφίξουν τα λουριά, παρά τις βαθιές υφέσεις. Και αυτό έκαναν.
Μεταξύ 2009 και 2012, σύμφωνα με το ΔΝΤ, το διαρθρωτικό δημοσιονομικό έλλειμμα μεταβλήθηκε κατά 15,4% του δυνητικού ΑΕΠ στην Ελλάδα, κατά 5,1% στην Πορτογαλία, κατά 4,4% στην Ιρλανδία, κατά 3,8% στην Ισπανία και κατά 2,8% στην Ιταλία.
Δυστυχώς, οι υγιέστερες χώρες της ευρωζώνης είναι επίσης στενά δεμένες στο άρμα της σταθερότητας, οπότε επιβάλλουν επίσης σφίξιμο της δημοσιονομικής θέσης. Όπως είναι αναμενόμενο, η οικονομία της ευρωζώνης παραμένει παγωμένη, με το ΑΕΠ στα ίδια επίπεδα στο δ΄ τρίμηνο του 2012 με του τρίτου τριμήνου 2010.
Παράλληλα, ο πληθωρισμός υποχωρεί κάτω από τον στόχο 2% της ΕΚΤ. Η μείωση του επιτοκίου του ευρώ κατά 0,25 μονάδες την περασμένη εβδομάδα δεν θα προκαλέσει σχεδόν καμία διαφορά. Τυχόν ισχυρό αρνητικό σοκ μπορεί να μετατρέψει τον χαμηλό πληθωρισμό σε αποπληθωρισμό, που θα πολλαπλασιάσει τις πιέσεις στις χώρες που βρίσκονται σε κρίση. Ακόμη και χωρίς αποπληθωρισμό, η ελπίδα ότι η ευρωζώνη θα βρει το δρόμο της ανάπτυξης μέσω της εσωτερικής ζήτησης και επανισορρόπησης είναι σκέτη φαντασίωση.
Ετσι απομένει μόνο η εξωτερική προσαρμογή. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η Γαλλία θα είναι η μόνη μεγάλη οικονομία της ευρωζώνης που θα έχει έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών φέτος. Προβλέπει ότι το 2018 κάθε χώρα της ευρωζώνης, πλην της Φινλανδίας, θα είναι καθαρός εξαγωγέας κεφαλαίων. Το σύνολο της ευρωζώνης προβλέπεται να έχει πλεόνασμα συναλλαγών 2,5% του ΑΕΠ. Τέτοια εξάρτηση στην εξισορρόπηση μέσω της εξωτερικης ζήτησης θα μπορούσε κάποιος να περιμένει από μια "γερμανική" ευρωζώνη.
Οι επιπτώσεις της προσπάθειας να υποχρεωθεί η ευρωζώνη να μιμηθεί το δρόμο της προσαρμογής που έκανε η Γερμανία στην δεκαετία του 2000, είναι προφανείς. Για την ευρωζώνη καθιστά πολύ πιθανή την παρατεταμένη στασιμότητα ειδικά στις χώρες σε κρίση. Επιπλέον, αν αρχίσει να αποδίδει, το ευρώ πιθανότατα θα κινηθεί προς τα πάνω, αυξάνοντας τους κινδύνους αποπληθωρισμού. Επιπλέον, η μετατροπή της ευρωζώνης σε πλεονασματική θα αποτελέσει σοκ ύφεσης για την παγκόσμια οικονομία. Ποιος θα έχει την δυνατότητα και την διάθεση να το καλύψει;
Η ευρωζώνη δεν είναι μια μικρή και ανοιχτή οικονομία, αλλά η δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο. Είναι πολύ μεγάλη και η εξωτερική ανταγωνιστικότητα των πιο αδύναμων μελών της είναι πολύ μικρή για να προκαλέσει αισθητές μεταβολές στα εξωτερικά ισοζύγια, σε μια βιώσιμη στρατηγική μετά την κρίση για οικονομική προσαρμογή και ανάπτυξη.
Η ευρωζώνη δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα χτίσει σταθερή ανάπτυξη πάνω σε αυτό, όπως έκανε η Γερμανία σε ανθηρά χρόνια της δεκαετίας 2000. Όταν γίνει αυτό κατανοητό, τότε οι εσωτερικές πολιτικές πιέσεις για αλλαγή στην προσέγγιση είναι βέβαιο πως θα γίνουν συντριπτικές.
Η Ευρώπη δεν θα γίνει μια μεγαλύτερη Γερμανία. Είναι ανόητος όποιος πιστεύει ότι θα μπορούσε να γίνει. Η ευρωζώνη ή θα πετύχει μια καλύτερα ισορροπημένη λύση στα προβλήματά της ή θα το διαλύσει. Τι από τα δύο θα γίνει; Αυτό παραμένει το μεγάλο αναπάντητο ερώτημα...
www.euro2day.gr 8/5/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου