Πέμπτη 31 Μαΐου 2012

Ένα ερώτημα και μία απάντηση(;)


«Εκείνο που μένει να απαντηθεί είναι αν η ελληνική κοινωνία θέλει πράγματι να αλλάξει και αν υπάρχουν πολιτικοί και κοινωνικοί φορείς ικανοί να πραγματοποιήσουν τον άθλο της αλλαγής» 
Δ. Δασκαλόπουλος , Πρόεδρος ΣΕΒ 

   Από την αρχή της κρίσης, είχα το ίδιο ερώτημα. Υπάρχουν οι κοινωνικές κατά πρώτο λόγο , αλλά και οι πολιτικές δυνάμεις να διατηρήσουν τη χώρα εν ζωή και στη συνέχεια σε μια νέα πορεία; Στις διάφορες φάσεις της τραγωδίας των 3 τελευταίων ετών έθεσα και ξαναέθεσα το ίδιο ερώτημα  στον εαυτό μου και σε συζητήσεις με φίλους. Δυστυχώς η εν γένει απάντηση ήταν πως όχι και αυτό συνιστά και την κεντρική γραμμή-ερώτημα που θα κρίνει σε τελική ανάλυση την εξέλιξη του δράματος (Επί τη ευκαιρία το ίδιο ερώτημα, τηρουμένων των αναλογιών, τίθεται και ως σημείο κρίσεως  για την εξέλιξη του όλου Ευρωπαϊκού εγχειρήματος, αλλά για αυτό άλλη φορά)
    Μέσα στον ορυμαγδό γεγονότων και ψευδοαντιθέσεων της τρίχρονης αυτής πορείας , το θέμα δεν αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης.Άλλα ήταν προφανώς τα σπουδαία, ίσως γιατί πως να θέσεις ένα τέτοιο ερώτημα, όταν η απάντηση εκτός από απογοητευτική, αναδεικνύει και τις αδυναμίες όλων αυτών που κοκορεύονται με αυτάρκεια ότι έχουν τη λύση; Και στην τελευταία περίοδο, πως να κερδίσεις ψήφους με τέτοια ερωτήματα;
    Και σήμερα αρχικά χάρηκα, που το ερώτημα που θέτει   ένας πολίτης σαν και εμένα απασχολεί τον κατά συνθήκη έστω εκπρόσωπο της υποτιθέμενης "ηγέτιδας κοινωνικής δύναμης".  Έλα που όμως , όσο και αν προχώρησα δεν βρήκα απάντηση στο ερώτημα. Δηλαδή ποιόν ρωτάει ο Δ.Δ.; Αν δεν μπορεί να απαντήσει η '"ηγέτιδα κοινωνική δύναμη" ,από ποιαν άλλη ζητάει να απαντήσει ;Προφανώς η απάντηση που επιμελώς  υποκρύπτεται κάτω  από την απορία του είναι , "πάντως όχι εμείς".
    Απαντάει όμως με μια προσεχτική δεύτερη ανάγνωση. "Η κοινωνία" , κάποιοι -ποιοι δηλαδή;- "κοινωνικοί φορείς" και φυσικά οι "πολιτικοί φορείς". Κανέναν ρόλο δεν αναγνωρίζει στην τάξη του.
Ή μάλλον, δεν τον λέει αλλά τον υπονοεί: "Καθαρίστε εσείς και μετά εδώ είμαστε εμείς". Όπως πριν λίγο καιρό έλεγε "Αν δεν κάνετε-εσείς- ότι λέμε , θα πεινάσετε -εσείς πάλι"
Κατά τα άλλα το πολιτικό σύστημα φταίει για όλα....

Εκκρεμεί βέβαια, ότι και αν γίνει τελικά, μια απάντηση στο ερώτημα για τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις...

Παρασκευή 18 Μαΐου 2012

Άγγελος Εξάγγελος



  Άγγελος εξάγγελος μας ήρθε από μακριά
γερμένος πάνω σ' ένα δεκανίκι
δεν ήξερε καθόλου μα καθόλου να μιλά
και είχε γλώσσα μόνο για να γλείφει

Τα νέα που μας έφερε ήταν όλα μια ψευτιά
μα ακούγονταν ευχάριστα στ' αυτί μας
γιατί έμοιαζε μ' αλήθεια η κάθε του ψευτιά
κι ακούγοντάς τον ησύχαζε η ψυχή μας

Έστησε το κρεβάτι του πίσω απ' την αγορά
κι έλεγε καλαμπούρια στην ταβέρνα
μπαινόβγαινε κεφάτος στα κουρεία και στα λουτρά
και χάζευε τα ψάρια μες στη στέρνα

Και πέρασε ο χειμώνας κι ήρθε η καλοκαιριά
κι ύστερα πάλι ξανάρθανε τα κρύα
ώσπου κάποιο βραδάκι βρε τι του 'ρθε ξαφνικά
κι άρχισε να φωνάζει με μανία

Τα πόδια μου καήκανε σ' αυτή την ερημιά
η νύχτα εναλλάσσεται με νύχτα
τα νέα που σας έφερα σας χάιδεψαν τ' αυτιά
μα απέχουνε πολύ απ' την αλήθεια

Αμέσως καταλάβαμε τι πήγαινε να πει
και του 'παμε να φύγει μουδιασμένα
αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει
καλύτερα να μην μας πει κανένα


Στίχοι: Διονύσης Σαββόπουλος
Μουσική: Μπομπ Ντίλαν
Πρώτη εκτέλεση: Διονύσης Σαββόπουλος

                                   

Δευτέρα 7 Μαΐου 2012

Η "πλατεία" στην Βουλή


 Πριν ένα χρόνο

Σκόρπιες σκέψεις πάνω σε εικόνες

ΑΡΧΗ......

ΣΥΝΕΧΕΙΑ....



ΚΑΙ ΑΛΛΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ....






Σκόρπιες σκέψεις πάνω σε εικόνες

*  Η Δημοκρατία είναι  διαρκής άσκηση
*  Γυμναστική της Δημοκρατίας είναι η Πολιτική
*  Μην ευαγγελίζεσαι κάτι που μετά θα το αφήσεις κενό . Θα το καλύψει ο ανταγωνιστής σου.
 

 7/5/2012

Πριν ένα χρόνο (3/6/2011) είχα δημοσιεύσει την παρακάτω σειρά εικόνων με σκέψεις (εδώ)

 Στη θέση  του ερωτηματικού (όντως εκρηκτικού) μπορούν να μπούν τα αποτελέσματα των χθεσινών εκλογών

Νέες σκέψεις μάλλον δεν χρειάζονται, πολύς στοχασμός όμως, ναι


Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Ποια Ελλάδα ψηφίζει αύριο;

Του Γιάννη Βούλγαρη


Από τη Δευτέρα η διακυβέρνηση αυτού του τόπου θα είναι εξαιρετικά δύσκολη. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο των αυριανών εκλογών. Ως τώρα η οικονομική κρίση έχει ρίξει οκτώ κυβερνήσεις στην ευρωζώνη. Στην Ελλάδα όμως η πολιτική κρίση φαίνεται να παίρνει «συστημικό» χαρακτήρα, όπως άλλωστε συνέβη με την οικονομική. Οσοι προσδοκούν μια αντικαπιταλιστική εξέγερση θεωρούν την Ελλάδα εμπροσθοφυλακή μιας γενικότερης κίνησης, επικαλούμενοι την ενίσχυση των αριστερών κομμάτων, τις μαχητικές συγκρούσεις και το από καιρό έρπον αντάρτικο πόλεων. Οσοι προσβλέπουν σε μια εθνικιστική αυταρχική αναδίπλωση θεωρούν ότι η οξεία πολιτική κρίση επιβεβαιώνει απλώς το αδάμαστο ελληνικό DNA. Πολλοί, από την άλλη, θεωρούν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα Μεταπολίτευση, προτείνουν μάλιστα διάφορους παραλληλισμούς. Νομίζω ότι προτρέχουμε. Στο πολιτικό επίτευγμα της Μεταπολίτευσης του 1974 συνέδραμε, μεταξύ άλλων, η διάχυτη λαϊκή συναίνεση στην ταχεία διασφάλιση του νέου δημοκρατικού πλαισίου. Μέσα σε αυτό εξελίχθηκαν οι περισσότερο αργόσυρτες διαδικασίες ανασυγκρότησης του κομματικού συστήματος που αποτύπωναν τους νέους κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς. Η τάση ήταν κεντρομόλος και το πλαίσιο σταθερό ώστε να αντέξει τις δημαγωγικές εξάρσεις του τότε ΠΑΣΟΚ, πόσω μάλλον που αυτές ήταν σε μεγάλο βαθμό αυτοελεγχόμενες. Το «μυστικό» του μεταπολιτευτικού επιτεύγματος ήταν ότι η καταστροφή είχε προηγηθεί (δικτατορία, Κύπρος, εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία) και η χώρα ανασκουμπωνόταν, αφού κατά γενική εκτίμηση είχε πριν «πιάσει πάτο».

Φοβάμαι ότι σήμερα ο χρόνος σύγκρισης δεν είναι το 1974, αλλά οι κρίσιμες εκείνες φάσεις της ιστορίας μας που, ενώ ο κίνδυνος μιας μεγάλης καταστροφής είναι ορατός και επικείμενος, το ελληνικό πολιτικό-κοινωνικό σύστημα δεν βρίσκει την απαραίτητη συνεννόηση και διορατικότητα να αποτρέψει το κακό. Η καταστροφή έρχεται σαν συνισταμένη επιμέρους σκοπεύσεων, ιδιοτελών συμφερόντων, λαθεμένων υπολογισμών. Αύριο στις κάλπες δεν προσέρχεται η Ελλάδα που προσπαθεί να ανασυνταχθεί έπειτα από μια ήδη συντελεσμένη καταστροφή. Δεν ψηφίζει μια Ελλάδα που στα τρία χρόνια της κρίσης κατόρθωσε να επεξεργαστεί το «τραύμα», να συνεννοηθεί σε μια εθνική στρατηγική εξόδου, να συμμετάσχει στις προσπάθειες αναπροσανατολισμού της ευρωπαϊκής πολιτικής μαζί με τις άλλες χώρες του Νότου. Γι' αυτό η πατρίδα μας διασύρεται σαν οριακό παράδειγμα αποφυγής όχι μόνο στις χώρες του Βορρά, αλλά και του ομοιοπαθούς Νότου• αποφυγής όχι τόσο της οικονομικής όσο της πολιτικής ανεπάρκειας. Η Ελλάδα που προσέρχεται αύριο στις κάλπες ζει ακόμη τον πανικό της απότομης κατάρρευσης, των αλαφιασμένων αντιδράσεων, του κοινωνικού κατακερματισμού που μεταφράζεται σε κομματική αποδόμηση. Το δίλημμα «πολιτική σταθερότητα για λύση εντός του ευρώ» ή «αστάθεια με ηθελημένη ή αθέλητη κατάληξη την άτακτη χρεοκοπία και τη δραχμή» είναι πολύ πραγματικό. Η σημερινή όμως αλαφιασμένη Ελλάδα έχει μείνει εγκλωβισμένη στις προ του 2008 μνήμες. 
 
Γράφεται συχνά ότι η σημερινή φάση είναι από εκείνες όπου «το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν μπορεί ακόμα να γεννηθεί». Σύμφωνοι. Το συμπέρασμα όμως δεν είναι ότι περιμένουμε ώσπου ο χρόνος να κάνει τη δουλειά του, γιατί το ρητό περιγράφει περιόδους οργανικής κρίσης στο έδαφος της οποίας ανθίζουν τα άνθη του κακού. Πράγματι, το πιο ανησυχητικό δεν είναι ο κατακερματισμός του κομματικού συστήματος και η επαπειλούμενη ακυβερνησία, αλλά οι σκοτεινές όψεις και νοοτροπίες που έδειξε η Ελλάδα αυτή την περίοδο. Γιατί αυτές μπορεί να λειτουργήσουν σαν νάρκες στις προσεχείς ανακατατάξεις. Ξέρουμε ότι οι παρατεταμένες περίοδοι οικονομικής κρίσης και εθνικής υποβάθμισης διαβρώνουν τα θεμέλια της δημοκρατίας αν οι δοκιμαζόμενες κοινωνίες δεν μπορέσουν να συσπειρωθούν σε μια νέα προοπτική. Η Ελλάδα της χρεοκοπίας δεν μπόρεσε λοιπόν να σφυρηλατήσει ένα «εθνικό εμείς». Αντιθέτως αναπαρήγαγε το γνωστό δεξιόστροφο και αριστερόστροφο «εθνικιστικό εμείς» για να το στρέψει όχι μόνο κατά των «ξένων», αλλά και κατά του «εσωτερικού εχθρού» τιμώντας τη λαμπρή παράδοση της εθνικοφροσύνης. Δεν μπόρεσε να σφυρηλατήσει ένα «πολιτικό εμείς», το αίσθημα δηλαδή μιας πολιτικής κοινότητας που θα απαιτούσε επιτέλους ένα «κράτος πολιτών» και όχι πελατών ή υπηκόων. Αντιθέτως εκδηλώθηκε ένα κύμα αγανακτισμένων πρώην πελατών που αποδιάρθρωσαν ακόμη περισσότερο την έννοια του Δημοσίου. Δεν μπόρεσε, τέλος, να σφυρηλατήσει ένα «κοινωνικό - λαϊκό εμείς» που θα προέτασσε την κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη στην κατανομή των βαρών της κρίσης. Αντιθέτως αναπαρήγαγε τον ακραίο και μαχητικό συντεχνιασμό φθάνοντάς τον στα όρια του κανιβαλισμού τής μιας κοινωνικής ομάδας εναντίον της άλλης. Κατέστησε επίσης φανερό το «χάσμα γενεών», όπως είχε προβλέψει και το πιο ταπεινό εγχειρίδιο Κοινωνιολογίας, όταν εξηγούσε ότι είχαμε μια κοινωνία ευημερίας για όσους ήταν «μέσα» στο σύστημα και απαξίωσης όσων ήταν «έξω». Εύλογα, λοιπόν, τα ασυγκρότητα «εμείς» παρήγαγαν άφθονες δόσεις δεξιού και αριστερού λαϊκισμού σαν φαντασιακή αναπλήρωση ενότητας του κατακερματισμένου κοινωνικού σώματος. Μαζί με τα συμπαρομαρτούντα: απίθανες θεωρίες συνωμοσίας, άκρατος ανορθολογισμός, βιομηχανία μαγικών λύσεων και δημαγωγικών υπεκφυγών. Στα αριστερά, ο λαϊκισμός φαίνεται ότι βρήκε στο πρόσωπο του κ. Τσίπρα έναν επιδέξιο «πολιτικό επιχειρηματία» που μπόρεσε να κεφαλαιοποιήσει την «αγανάκτηση», την αντιπολιτική και την αποκαθηλωτική διάθεση. Ο ακροδεξιός λαϊκισμός δεν έχει βρει τον αντίστοιχό του, καθώς ο κ. Καρατζαφέρης «εκπολιτίστηκε», ο κ. Βορίδης απαξιώθηκε, ο κ. Καμμένος «καμένα βούρλα» και η Χρυσή Αυγή νέο ακόμα φρούτο αγνώστου αντοχής. Ωστόσο ο ακροδεξιός λαϊκισμός έκανε αισθητή την παρουσία του αναμένοντας τον δικό του επιδέξιο «πολιτικό επιχειρηματία», όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Ας μην έχουμε πάντως αμφιβολία. Στην αντιφασιστική Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μόνον οι ακρότητες και η ανομία του αριστερού λαϊκισμού μπορούσε να νομιμοποιήσει τον ακροδεξιό.

Εναντι αυτών των προβολών του παλαιού στις αυριανές κάλπες, οι σπόροι του νέου μόλις διακρίνονται. Τα πρώτα βήματα μιας πολιτικής κουλτούρας συνεργασιών, παλαιοί και νέοι πολιτικοί με αίσθημα ευθύνης, σποραδικά παραδείγματα κοινωνικής διαπραγμάτευσης σε εργασιακούς χώρους που προετοιμάζουν ένα νέο προφίλ συνδικαλιστή, πρωτοβουλίες αλληλεγγύης και εθελοντισμού σε τοπικό επίπεδο, δικαστές ή μάλλον δικαστίνες που αναλαμβάνουν την ευθύνη του λειτουργήματός τους, τάσεις επιστροφής στην πρωτογενή παραγωγή, βαθμιαία συνειδητοποίηση του εθνικού κόστους της διάλυσης του Κέντρου της Αθήνας. Και προ πάντων η διαφαινόμενη αλλαγή κλίματος στην Ευρώπη.

Ετσι, ο ισολογισμός νέου - παλαιού είναι ελλειμματικός και η «κυβερνησιμότητα» της χώρας από τη Δευτέρα ακροβασία σε τεντωμένο σχοινί χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν θα είναι αρκετή, αν δεν συμπληρωθεί από μια συνεννόηση σε τρία επίπεδα. Τα κόμματα εξουσίας έχουν την ευθύνη να σχηματίσουν κυβέρνηση συνεργασίας. Αλλά δεν υποχρεούνται να γίνουν Ιφιγένεια. Η υπευθυνότητα για την πορεία της χώρας πρέπει να διευρυνθεί στα κόμματα που τάσσονται υπέρ του ευρώ, ακόμη και αν δεν συμμετάσχουν στην κυβέρνηση. Η καταγραφόμενη πλειοψηφία 80% υπέρ του ευρώ κάπου κάπως πρέπει να αποτυπωθεί. Το τρίτο επίπεδο αφορά την επιβεβαίωση του «δημοκρατικού κεκτημένου» και τον προσδιορισμό των ορίων που τα κόμματα συμφωνούν ότι αυτό θέτει στις πολιτικές δράσεις και στην κοινωνική συνοχή (εκτός αν θεωρούμε ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα αντικαπιταλιστικής επανάστασης ή ακροδεξιάς αντεπανάστασης).
Φοβάμαι ότι θα χρειαστούν και άλλες πολιτικές κρίσεις και άλλοι εξωτερικοί οικονομικοί καταναγκασμοί για να σχηματιστεί η αναγκαία πολιτική βούληση για να διαβούμε την έρημο.
 
NEA 05/05/2012

Παρασκευή 4 Μαΐου 2012

Ψήφος είναι η ευθύνη της δικής μας αλλαγής


 του Χρήστου Χωμενίδη 
 
Εγώ οικονομολόγος δεν είμαι, ούτε καν παραοικονομολόγος –κατά το παραψυχολόγος- ώστε να βγαίνω δημοσίως και να κάνω εμβριθείς περί spreads και περί psi αναλύσεις. Έχω όμως φίλους και συνομιλητές, παιδιά της πιάτσας και της αγοράς. Εκείνοι με διαβεβαιώνουν ότι η κρίση ξεκίνησε από τις αμερικάνικες φούσκες των ακινήτων κι -αφού πυρπόλησε Ισλανδία και Ιρλανδία- εισήχθη στην Ελλάδα, παρά τη διαβεβαίωση του τότε «τσάρου» Αλογοσκούφη ότι είμαστε «ελαφρά» οικονομία και δεν κινδυνεύουμε. «Αν δηλαδή δεν είχε “σκάσει” η Αμερική, δεν θα’χαμε κλατάρει εμείς;» ρωτάω. «Θεωρητικά θα μπορούσαμε να παρατείνουμε την μπελ-επόκ μας μέχρι το 2020 περίπου» μου απαντούν. «Τότε μοιραία θα κατέρρεαν τα ασφαλιστικά μας ταμεία…»

Μέχρι το 2020. Για έντεκα επιπλέον χρόνια! Για σκεφτείτε πώς θα ήταν –σε αυτήν την περίπτωση- σήμερα η Ελλάδα. Θα ζούσαμε ακόμα με μιαν αίσθηση κοινωνικής σιγουριάς και άρα ανεμελιάς. Ο ΓΑΠ θα είχε αποδειχθεί ένας συμπαθητικός πρωθυπουργός (αν έκανε και καμιά γκάφα πότε-πότε, εμείς θα τον συγχωρούσαμε, είτε από αγάπη προς τον πατέρα του είτε από θαυμασμό προς την σπορτίφ πολυπραγμοσύνη του) και θα διεκδικούσε με αξιώσεις την επανεκλογή του. Ο Σαμαράς θα φλέρταρε όχι με την ακροδεξιά αλλά με το κέντρο – θα περιστοιχιζόταν στις συγκεντρώσεις από καλλίπυγες Δαπίτισες κι όχι από βλοσυρούς υπερπατριώτες. Το ΚΚΕ θα έδινε μάχη επιβίωσης. Ο Τσίπρας θα λογιζόταν σαν μια ακίνδυνη χαριτωμενιά, με προνομιακό του ακροατήριο μονάχα τους μετέφηβους και τους πουρόκερς. Ο αντιρατσιστικός αγώνας μας θα δινόταν από πολύ ευνοϊκότερα μετερίζια. Ένας κόσμος που ευημερεί δεν υποκύπτει σε Χρυσές Αυγές. Οι ακροδεξιές του «ανησυχίες» θα καλύπτονταν μια χαρά από το Τηλεάστυ και τον Γεώργιο Καρατζαφέρη να αγορεύει ανάμεσα σε έναν Εσταυρωμένο από πολυέστερ και μια γύψινη προτομή του Μεγαλέξανδρου. Εάν δεν μας είχε χτυπήσει η κρίση, όλοι όσοι είναι –και δικαίως- σήμερα με τα μυαλά στα κάγκελα, που η αγανάκτηση τούς πολιτικοποίησε αιφνίδια μα η έλλειψη σχετικής παιδείας και πείρας τούς παρέσυρε στις πιο απλοϊκές και υστερικές απόψεις, θα συνέχιζαν να παθιάζονται με ό,τι είχαν συνηθίσει: Με το ποδόσφαιρο και με τα σήριαλ, με το αν χώρισε η Μενεγάκη ή αν θα παντρευτεί ο Ρέμος…  

Εάν δεν μας είχε χτυπήσει η κρίση, θα έμοιαζαν όλοι ηπιότεροι, ανεκτικότεροι και θα ήταν σίγουρα πιο ευτυχείς. Από κάτω ωστόσο –κάτω από την «Πράσινη Αναπτύξη» και την «Ανοιχτή Διακυβέρνηση» του ΓΑΠ-  η σήψη θα προχωρούσε: Οι πολιτευτές των κομμάτων εξουσίας, θα εξακολουθούσαν να ανταλλάσσουν βουλιμικά ρουσφέτια με ψήφους. Ο εσμός των κουστουμάκηδων με τα πούρα και τα Καγιέν θα επέμεναν να δηλώνουν «σύμβουλοι επιχειρήσεων» και να λειτουργούν στην πραγματικότητα ως μεσάζοντες ανάμεσα στους διεφθαρμένους εργολάβους και στο ακόμα πιο διεφθαρμένο κράτος. Λαθρόβια έντυπα θα ευημερούσαν χάρη στην κρατική διαφήμιση. Ο Σύριζα και το ΚΚΕ θα έκλειναν κάθε τόσο τα πανεπιστήμια με μοναδικό αίτημα να μην αλλάξει τίποτα. Τα «ατίθασα νιάτα» θα έχτιζαν καθηγητές μες στα γραφεία τους. Οι μεγαλοσυνδικαλιστές θα απολάμβαναν κάμποσες δωρεάν κρουαζιέρες, πριν αποστρατευθούν απ’τους εργατικούς αγώνες και πάρουν την άγουσα για το Κοινοβούλιο. Η Ελλάδα εν ολίγοις (για να το γράψω ακριβώς όπως το σκέφτομαι) θα ψωλαρμένιζε για καμιά δεκαετία ακόμα χωρίς πυξίδα, δίχως προορισμό…

Καλούμαστε μεθαύριο -τρία σχεδόν χρόνια μετά το εθνικό μας έμφραγμα- στις κάλπες. Έχουμε νωπή ακόμα την ανάμνηση της μπελ-επόκ. Νοιώθουμε καθημερινά στο πετσί μας το τι σημαίνει κοινωνική κατάρρευση, καλπάζουσα ανεργία, ακύρωση και των πιο στοιχειωδών βεβαιοτήτων. Κι όμως, εγώ δεν θα ψηφίσω οργισμένος με το σήμερα. Ούτε νοσταλγώντας το χθες.

Θα ψηφίσω με το νου στους Μικρασιάτες προγόνους μου, που υπέστησαν τη μέγιστη καταστροφή, που βρέθηκαν ξένοι σχεδόν σε ξένο τόπο και ξαναστάθηκαν γοργά στα πόδια τους και πρόκοψαν με μόνα εφόδια τα χέρια τους και το μυαλό τους.
Θα ψηφίσω με το νου στον παππού μου, που αντιμετώπισε τούς ταγματασφαλίτες εκτελεστές του οραματιζόμενος μιαν Αριστερά της συναίνεσης και της αγάπης κι όχι μια «Αριστερά» της εσωστρέφειας και του φθόνου.
Θα ψηφίσω με το νου στους γονείς μου που με έμαθαν ότι η αξιοπρέπεια δεν είναι, εν τέλει, ζήτημα χρημάτων αλλά ψυχικής συγκρότησης. Και ότι η ελεύθερη σκέψη δεν μπορεί να υποκατασταθεί από μονότονα συνθήματα κι από κούφιες ευχές.
Και θα αφιερώσω την ψήφο μου στην κόρη μου. Της αξίζει να ζήσει σε έναν τόπο, που θα έχει απαλλαγεί επιτέλους από το σύμπλεγμα ανωτεροκατωτερότητας απέναντι στη λαμπρή Αρχαιότητα και στην προηγμένη Δύση. Σε μιαν ανοιχτή κοινωνία του ορθού λόγου, της αλληλεγγύης και μίας σχετικής τουλάχιστον αξιοκρατίας. Σε μιαν Ελλάδα, η οποία ούτε θα φοβάται ούτε θα μισεί. Που δεν θα προσκυνάει ιερά τέρατα και δεν θα ελπίζει σε από μηχανής θεούς. Σε μιαν Ελλάδα, δηλαδή, που θα έχει επανεφεύρει τον εαυτό της.