Του Δημήτρη Σεβαστάκη
Ψάχνει άκρες. Έναν παλιό συμμαθητή από το 60ό Γυμνάσιο της Κυψέλης, έναν σύντροφο από τη «Σπουδάζουσα» . Απ' τα μέσα της δεκαετίας του '80, βρέθηκε στην Πολεοδομία και «πούλαγε» άδειες ή στην τράπεζα και «πούλαγε» επιχειρηματικά δάνεια. Μπόρεσε να χωθεί αφού είχε πλησιάσει την Τοπική του ΠΑΣΟΚ. Λίγο μετά -επί Δεξιάς- έβαλε και τη γυναίκα του στο τότε ΥΠΕΧΩΔΕ. Πέρασαν «φανταστικά», όπως λέει. Ήσυχα και παχιά, με κυριακάτικες εξορμήσεις στη Χασιά (αγριογούρουνο ή προβατίνα), καλά αμάξια (ένα σεντάν 2.000 κυβικών εκείνος, η γυναίκα τζιπάκι και ο γιος Gt-i), εύκολο δάνειο (για φορολογικούς λόγους, τα λεφτά τα είχε), μεγάλο σπίτι (πέντε χιλιάδες, μόνο τα ιταλικά έπιπλα κουζίνας).
Τώρα πιέζεται πολύ. Τα χαράτσια, ο ΕΝΦΙΑ, οι δόσεις (είχε φουσκώσει πολύ τις κάρτες), δεν βρίσκει και κάτι για τον γιο (άνεργος, όλη μέρα με φραπέδες στο Στοίχημα και το smartphone). Έκανε τα χαρτιά του για σύνταξη, είχε τα χρόνια άλλωστε, έχωσε και κάποια πλασματικά. Παίρνει «έναντι» και μαζί μια σημαντική κάτω βόλτα. Φέτος δεν πήγε -πρώτη φορά- στο χωριό. Του προσέχει ένας γείτονας το κτήμα.
Το απόγευμα του Σαββάτου μελαγχολεί στο σούπερ μάρκετ. Όλα ακριβά. Παλιά έπαιρνε τρία - τρία τα μπουκάλια ουίσκι. Μεγαλεία... Τόσα χρόνια είχε εκπαιδευτεί να βρίσκει άκρες, να βρίσκει τις τρύπες του συστήματος, να τις αναπαράγει με τη σειρά του, να τρυπώνει, να ελίσσεται. Μια με τον έναν, μια με τον άλλον -αλλά στον καθένα έλεγε ότι ήταν δικός του. Έπειθε με μια καπάτσα κακομοιριά.
Ανακαλεί σήμερα μια πολιτική αργκό, για να πλησιάσει ξανά τον ΣΥΡΙΖΑΙΟ, «να θυμηθούνε τα παλιά». Είχαν χαθεί τόσα χρόνια. Είναι ένας διαψευσμένος, φοβισμένος, τσαντισμένος μικροαστός. Όχι ριζοσπαστικοποιημένος. Στο προηγούμενο κείμενό μου (Η στροφή προς τον ΣΥΡΙΖΑ είναι και προς την Αριστερά;) είχα ισχυριστεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πλησιάζει μεν την εξουσία (με τον ΕΝΦΙΑ και την αυτοδυναμία), αλλά, παραδόξως, στενεύει το πεδίο πολιτικής του παρέμβασης. Εννοούσα περίπου αυτό που αφηγούμαι.
Ο ανεξέλικτος μικροαστός, χωρίς εγερτικό σθένος, χωρίς καμιά πολιτική ποιότητα, παραγγέλνει από τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ αυτό που του λείπει. Ασφάλεια και φράγκα. Ανασυγκροτεί μια συντηρητική νοοτροπία, μια υπερδεξιά πλαστικότητα. Όχι την καιροσκοπική που ξέρουμε, ούτε αυτή που διακρίναμε πίσω από τις επιστρώσεις του νεόπλουτου τυχοδιωκτισμού. Αλλά μια πιο μίζερη και καταθλιπτική πολιτική «ευλυγισία», εξίσου δουλική και στασιμοποιητική με τις παραδοσιακές.
Έτσι βέβαια γράφεται η ιστορία. Αυτά τα άθλια υπήρξαν τα υλικά της. Ο Μαρξ θεμελίωσε την ανάγκη ως μοχλό της (το πήρε κι ο ΣΥΡΙΖΑ και το πιπιλίζει). Ποια όμως ανάγκη; Γιατί δεν υπάρχουν ανάγκες εκτός ιστορίας, αλλά η κάθε περίοδος συγκροτεί τις δικές της ιεραρχήσεις. Ολόκληρο το δικό μας οικοδόμημα βασίζεται σε ψευδοανάγκες, σε πολιτισμικές επιστρώσεις, όπου ο μικροαστός νομίζει, θεωρεί, παρανοεί. Ως γνωστόν ανάγκη γι' αυτόν υπήρξε η κοινωνική εγγραφή μέσα απ' την καταναλωτική επέκταση, τη μεγέθυνση.
Στην περίπτωση της χώρας μας αυτό έδινε βέβαια δουλειά στους εισαγωγείς αυτοκινήτων και κουζινών, αλλά δεν διαμόρφωνε ίχνος παραγωγικής αυτοσυνείδησης. Διαμόρφωνε νεόπλουτους αυτο-απασχολούμενους τεχνίτες, κατασκευαστές κατοικιών, επιχειρηματίες μάντρας αυτοκινήτων και πωλητές φαρμάκων σε νοσοκομεία, καθώς και μια παρασιτική μεγαλοαστική τάξη. Διαμόρφωσε μια φοροφυγάδα επινοητικότητα, αλλά δεν συγκρότησε ίχνος συλλογικής αλλά και εργασιακής συνείδησης. Ναι, αυτό το απίθανο κοινωνικό υλικό προδεσμεύει την Αριστερά στο πρώτο διάβημά της προς την εξουσία. Και αυτή η προδέσμευση αναπαράγεται.
Πόσες από τις πολιτικές εκφωνήσεις έχουν τον σπασμωδικό χαρακτήρα της αποδοχής ενός τυχαίου λομπίστικου αιτήματος, πόση ρητορική ξοδεύεται για να μην γίνει μισή κουβέντα για τα δύσκολα! Ολόκληρο το αίτημα παραγωγικής ανασυγκρότησης παραμένει δέσμιο συμβάσεων που εγκατέστησε ο ανθρωπότυπος που περιγράφω. Παραγγέλνεται ακόμα μια φορά στην ιστορία μας μια θεότητα που διανέμει αγαθό, αντί να συγκροτηθεί ή ευνοηθεί ο «δύσκολος», αυτόβουλος, ενεργός πολίτης, που παράγει το αγαθό και διεκδικεί την πολιτική του κάρπωση ως συλλογική αναδιανομή, δηλαδή ως δικαιοσύνη, ως θεμελιακό στοιχείο ιστορικής συνείδησης, ταυτότητας,. Όχι ως θυρίδα, αλλά ως ανοικτή διεκδικητική συνθήκη. Γιατί αυτό που παράγεις το μοιράζεσαι. Και αυτό δεν είναι αφαίρεση από το δικαίωμά σου, αλλά τοκισμός της σχέσης σου με τον άλλο.
Αυτό νομίζω είναι η Αριστερά. Φοβάμαι ότι μια τυφλά δικαιωματική Αριστερά καπελώνει την ιστορικά αναγκαία Αριστερά. Σχεσιακή Αριστερά έχουμε ανάγκη, όχι δικαιωματική. Το κακό είναι ότι κρίσιμα επίδικα, όπως η μεταρρύθμιση, οι νέες θεσμικές ποιότητες, η αναδιαμόρφωση του κράτους, των συνδικάτων, το νέο συνεταιριστικό και αυτοδιοικητικό κίνημα (όχι τα διεφθαρμένα κρατικοδίαιτα υβρίδια) διαστράφηκαν από τα παλιά κόμματα σε επαίσχυντο ρουσφέτι (που μάλιστα πολλοί αναπαράγουν και τώρα) και στην εκδικητική μανία που έχει καταλάβει δημόσιο λόγο και χώρο.
Νομίζω μια παρεμφερής με τη δική μου στενοχώρια (για το ότι χαμένοι, εν τέλει, θα είναι οι ίδιοι οι υποδειγματικοί πολίτες) τυλίγει πολλούς, άσχετα αν ο πόθος αλλαγής διασκεδάζει και μεταθέτει. Αλλά είναι σίγουρο ότι στην αναπόφευκτη καμπύλη που θα ακολουθήσει θα εκδηλωθούν όλα. Όσα δεν θέλουμε να δούμε...
Σημείωση 1η. Ο τύπος που περιγράφω μπορεί να έχει και συνέχεια. Π.χ. έγινε μέλος της νομαρχιακής, αφού κατέβασε τους παλιούς συναδέλφους του στην οργάνωση και τον ψήφισαν. Έκανε δικό του μπλογκ και ανεβάζει ανέκδοτα για τον Σαμαρά. Σιγά - σιγά θα μοιράζει δουλειές ΕΣΠΑ.
Σημείωση 2η: Αλήθεια, το ΕΣΠΑ είναι το νέο παραγωγικό όνειρο που θα κτίσει και το νέο ιστορικό υποκείμενο;
Σημείωση 3η: Επιφυλάσσομαι, ελπίζοντας.
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ
Αυγή 28/9/2014