Του Αντώνη Λιάκου
Η σηµερινή κρίση είναι άκρως ενδιαφέρουσα αν την παρατηρείς ως ιστορικός. Αρκεί να µην τη ζεις ως πολίτης. Ως πολίτης είσαι πιασµένος στο δόκανο όχι µόνο της πραγµατικότητας αλλά και των αυταπατών της. Σ’ αυτές ανήκει η αντίληψη ότι η κρίση είναι κατά βάση µια ηθική αρρώστια που οφείλεται στις λανθασµένες νοοτροπίες και συµπεριφορές µας, και ότι θα την ξεπεράσουµε µε τη µεταµέλεια και την αλλαγή. Από αυτή την άποψη η απάντηση στο ερώτηµα αν το παρόν πολιτικό σύστηµα µπορεί να µας οδηγήσει στην έξοδο είναι αυτονόητη. Γιατί στην ίδια αντίληψη το πολιτικό σύστηµα θεωρείται ο κυρίως ένοχος για την κρίση. Το έχουµε εµπεδώσει. Φταίει η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης. Ο,τι κάναµε το κάναµε στραβά. Μεγαλώσαµε το κράτος για πελατειακούς λόγους και τώρα δεν µπορούµε να το συντηρήσουµε. Στην αφήγηση αυτή, η αλλαγή του πολιτικού συστήµατος θεωρείται προϋπόθεση της λύτρωσης, κάτι σαν αναµενόµενος µεσσίας, που κανείς δεν ξέρει πότε θα έλθει και ποια µορφή θα έχει.
Ας δούµε όµως τα πράγµατα ιστορικά. Πράγµατι, οι µείζονες κρίσεις προκαλούν αλλαγές των πολιτικών συστηµάτων, αλλά η σχέση είναι πιο σύνθετη, και κυρίως απρόβλεπτη. Πράγµατι, η κρίση σηµαίνει την αδυναµία ενός συστήµατος να λειτουργεί. Αλλά οι αιτίες ανήκουν σε πολλά επίπεδα. Συγκυριακά και δοµικά, µερικά κοινά στη µεταπολεµική αναδόµηση της Ευρώπης, άλλα ελληνικής κοπής και ραφής. Ας δούµε τη συγκυρία. Η πενταετία διακυβέρνησης Ν∆, αλλά και οι πρώτοι µήνες διακυβέρνησης ΓΑΠ, οδήγησαν κατευθείαν στην προσφυγή στο ∆ΝΤ. Είδαµε όµως ότι όλες οι χώρες της περιφέρειας της Ευρώπης, για τη µία ή την άλλη αιτία, εκεί κατέληξαν. Η µεγάλη κρίση χρέους απειλεί ακόµη χώρες όπως η Ιταλία, το Βέλγιο, η Γαλλία. Εποµένως, παρά τις ελληνικές ιδιαιτερότητες ανευθυνότητας και φαυλότητας, υπάρχουν κάποια ζητήµατα δοµικά ευρύτερα. Η κρίση χρέους οφείλεται στον µεταπολεµικό τρόπο µε τον οποίο διευθετήθηκε η οικονοµία, στη φιλοσοφία µε την οποία χτίστηκαν οι κοινωνικοί θεσµοί, στις αξίες µε τις οποίες δοµήθηκε το πολιτικό σύστηµα. Είναι αναχρονισµός, αν όχι εργαλειακή χρήση της Ιστορίας, να κρίνει κανείς αναδροµικά όλα αυτά ως εσφαλµένα.
Ο µεταπολεµικός κόσµος σήµαινε βαθµιαία κοινωνική άνοδο των µικροµεσαίων στρωµάτων, και αυτή την άνοδο υπηρετούσαν αλλαγές στους θεσµούς. Πάνω σε αυτή τη µεγάλη κοινωνική διευθέτηση οικοδοµήθηκε και το πολιτικό σύστηµα. Με αντιστάσεις, καθυστερήσεις, στρεβλώσεις και διαφορές από τη µία χώρα στην άλλη, το πολιτικό σύστηµα ανταποκρινόταν στις ανάγκες της διεύρυνσης των στρωµάτων που επωφελούνταν από µια οικονοµία που βρισκόταν σε τροχιά ανάπτυξης. Ηταν όλα καλά τότε; Οχι. Και αποκλεισµοί υπήρχαν, και διαφθορά, και γραφειοκρατικοποίηση που στόµωσε την αποτελεσµατικότητα. Αλλά εκείνο που τώρα έχει τεθεί σε κρίση δεν είναι ούτε η µοιραία πενταετία ούτε η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης. Είναι αυτή η θεµελιώδης και µακράς διάρκειας κοινωνική διευθέτηση που προέκυψε από τις συγκρούσεις που ξέσκισαν τα σπλάχνα του 20ού αιώνα. Ολα τα άλλα είναι παράγωγα και τοπικές προσαρµογές. Το να επιµένεις µόνο σ’ αυτά είναι παραπλανητικό και καταλήγει σε ένα είδος ηθικού αφηγήµατος της κρίσης που ταλαιπωρεί τον δηµόσιο λόγο από την αρχή της.
Εκείνο που µας διαφεύγει είναι ότι ζούµε σε εποχή πλανητικής µετατόπισης τεκτονικών πλακών. Η ∆ύση, από κυρίαρχη του παιχνιδιού για 500 χρόνια, υποχωρεί απέναντι στην ανερχόµενη δύναµη της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας, των τίγρεων της Αν. Ασίας, ακόµη και της Τουρκίας. Η περιφέρεια δεν παράγει µόνο βιοµηχανικά προϊόντα αλλά και υψηλή τεχνολογία, συσσωρεύοντας πλεονάσµατα έναντι µιας ∆ύσης που αναγκάζεται να υποκύψει στον ανταγωνισµό, αλλάζοντας τους όρους µε τους οποίους είχε διευθετήσει την οικονοµία και την κοινωνία της ως τώρα, κατεδαφίζοντας διαδοχικά το βιοτικό επίπεδο των πληθυσµών της, κλονίζοντας θεσµούς αλληλεγγύης και ισονοµίας. Ολες οι κρίσεις χρέους και οι συνακόλουθες ρυθµίσεις στην Ευρώπη δείχνουν τα ασφυκτικά στενά περιθώρια της οικονοµίας της. Το βιοτικό επίπεδο ζωής των Ευρωπαίων θα χαµηλώσει, αλλά εξαιρετικά άνισα.
Φυσικά και θα αλλάξει το πολιτικό σύστηµα, όχι για να αντικατασταθεί από κάποιο άσπιλο από τις αµαρτίες µας, βασισµένο στην «κοινή λογική». Θα αλλάξει ως αποτέλεσµα της κρίσης, για ν διαχειρισθεί τη λιτότητα και τις αντιστάσεις της κοινωνίας στις νέες διευθετήσεις. Γι’ αυτό τόση συζήτηση για ένα πολιτικό σύστηµα που δεν θα εξαρτάται από το «πολιτικό κόστος», δηλαδή θα είναι πιο συγκεντρωτικό, λιγότερο εξαρτηµένο από την κοινωνική του βάση, περισσότερο συνδεδεµένο µε τους υπερεθνικούς οργανισµούς, και τους θεσµούς που κατευθύνουν την οικονοµία. Αλλά η σύγκρουση τεκτονικών πλακών σηµαίνει πολλούς αστάθµητους παράγοντες. Η κρίση του 1929 είχε ως συνέπεια στην Αµερική τον Ρούζβελτ, αλλά στη Γερµανία τον Χίτλερ, στη Γαλλία το Λαϊκό Μέτωπο, αλλά στην Ελλάδα τον Μεταξά. Αν υπάρχει µια αρχή για την ιστορική σκέψη, αυτή είναι η ετερογονία σκοπών και αποτελεσµάτων, οι αθέλητες και απρόβλεπτες συνέπειες των ανθρωπίνων πράξεων.
Βήμα 18/9/2011
Η σηµερινή κρίση είναι άκρως ενδιαφέρουσα αν την παρατηρείς ως ιστορικός. Αρκεί να µην τη ζεις ως πολίτης. Ως πολίτης είσαι πιασµένος στο δόκανο όχι µόνο της πραγµατικότητας αλλά και των αυταπατών της. Σ’ αυτές ανήκει η αντίληψη ότι η κρίση είναι κατά βάση µια ηθική αρρώστια που οφείλεται στις λανθασµένες νοοτροπίες και συµπεριφορές µας, και ότι θα την ξεπεράσουµε µε τη µεταµέλεια και την αλλαγή. Από αυτή την άποψη η απάντηση στο ερώτηµα αν το παρόν πολιτικό σύστηµα µπορεί να µας οδηγήσει στην έξοδο είναι αυτονόητη. Γιατί στην ίδια αντίληψη το πολιτικό σύστηµα θεωρείται ο κυρίως ένοχος για την κρίση. Το έχουµε εµπεδώσει. Φταίει η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης. Ο,τι κάναµε το κάναµε στραβά. Μεγαλώσαµε το κράτος για πελατειακούς λόγους και τώρα δεν µπορούµε να το συντηρήσουµε. Στην αφήγηση αυτή, η αλλαγή του πολιτικού συστήµατος θεωρείται προϋπόθεση της λύτρωσης, κάτι σαν αναµενόµενος µεσσίας, που κανείς δεν ξέρει πότε θα έλθει και ποια µορφή θα έχει.
Ας δούµε όµως τα πράγµατα ιστορικά. Πράγµατι, οι µείζονες κρίσεις προκαλούν αλλαγές των πολιτικών συστηµάτων, αλλά η σχέση είναι πιο σύνθετη, και κυρίως απρόβλεπτη. Πράγµατι, η κρίση σηµαίνει την αδυναµία ενός συστήµατος να λειτουργεί. Αλλά οι αιτίες ανήκουν σε πολλά επίπεδα. Συγκυριακά και δοµικά, µερικά κοινά στη µεταπολεµική αναδόµηση της Ευρώπης, άλλα ελληνικής κοπής και ραφής. Ας δούµε τη συγκυρία. Η πενταετία διακυβέρνησης Ν∆, αλλά και οι πρώτοι µήνες διακυβέρνησης ΓΑΠ, οδήγησαν κατευθείαν στην προσφυγή στο ∆ΝΤ. Είδαµε όµως ότι όλες οι χώρες της περιφέρειας της Ευρώπης, για τη µία ή την άλλη αιτία, εκεί κατέληξαν. Η µεγάλη κρίση χρέους απειλεί ακόµη χώρες όπως η Ιταλία, το Βέλγιο, η Γαλλία. Εποµένως, παρά τις ελληνικές ιδιαιτερότητες ανευθυνότητας και φαυλότητας, υπάρχουν κάποια ζητήµατα δοµικά ευρύτερα. Η κρίση χρέους οφείλεται στον µεταπολεµικό τρόπο µε τον οποίο διευθετήθηκε η οικονοµία, στη φιλοσοφία µε την οποία χτίστηκαν οι κοινωνικοί θεσµοί, στις αξίες µε τις οποίες δοµήθηκε το πολιτικό σύστηµα. Είναι αναχρονισµός, αν όχι εργαλειακή χρήση της Ιστορίας, να κρίνει κανείς αναδροµικά όλα αυτά ως εσφαλµένα.
Ο µεταπολεµικός κόσµος σήµαινε βαθµιαία κοινωνική άνοδο των µικροµεσαίων στρωµάτων, και αυτή την άνοδο υπηρετούσαν αλλαγές στους θεσµούς. Πάνω σε αυτή τη µεγάλη κοινωνική διευθέτηση οικοδοµήθηκε και το πολιτικό σύστηµα. Με αντιστάσεις, καθυστερήσεις, στρεβλώσεις και διαφορές από τη µία χώρα στην άλλη, το πολιτικό σύστηµα ανταποκρινόταν στις ανάγκες της διεύρυνσης των στρωµάτων που επωφελούνταν από µια οικονοµία που βρισκόταν σε τροχιά ανάπτυξης. Ηταν όλα καλά τότε; Οχι. Και αποκλεισµοί υπήρχαν, και διαφθορά, και γραφειοκρατικοποίηση που στόµωσε την αποτελεσµατικότητα. Αλλά εκείνο που τώρα έχει τεθεί σε κρίση δεν είναι ούτε η µοιραία πενταετία ούτε η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης. Είναι αυτή η θεµελιώδης και µακράς διάρκειας κοινωνική διευθέτηση που προέκυψε από τις συγκρούσεις που ξέσκισαν τα σπλάχνα του 20ού αιώνα. Ολα τα άλλα είναι παράγωγα και τοπικές προσαρµογές. Το να επιµένεις µόνο σ’ αυτά είναι παραπλανητικό και καταλήγει σε ένα είδος ηθικού αφηγήµατος της κρίσης που ταλαιπωρεί τον δηµόσιο λόγο από την αρχή της.
Εκείνο που µας διαφεύγει είναι ότι ζούµε σε εποχή πλανητικής µετατόπισης τεκτονικών πλακών. Η ∆ύση, από κυρίαρχη του παιχνιδιού για 500 χρόνια, υποχωρεί απέναντι στην ανερχόµενη δύναµη της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας, των τίγρεων της Αν. Ασίας, ακόµη και της Τουρκίας. Η περιφέρεια δεν παράγει µόνο βιοµηχανικά προϊόντα αλλά και υψηλή τεχνολογία, συσσωρεύοντας πλεονάσµατα έναντι µιας ∆ύσης που αναγκάζεται να υποκύψει στον ανταγωνισµό, αλλάζοντας τους όρους µε τους οποίους είχε διευθετήσει την οικονοµία και την κοινωνία της ως τώρα, κατεδαφίζοντας διαδοχικά το βιοτικό επίπεδο των πληθυσµών της, κλονίζοντας θεσµούς αλληλεγγύης και ισονοµίας. Ολες οι κρίσεις χρέους και οι συνακόλουθες ρυθµίσεις στην Ευρώπη δείχνουν τα ασφυκτικά στενά περιθώρια της οικονοµίας της. Το βιοτικό επίπεδο ζωής των Ευρωπαίων θα χαµηλώσει, αλλά εξαιρετικά άνισα.
Φυσικά και θα αλλάξει το πολιτικό σύστηµα, όχι για να αντικατασταθεί από κάποιο άσπιλο από τις αµαρτίες µας, βασισµένο στην «κοινή λογική». Θα αλλάξει ως αποτέλεσµα της κρίσης, για ν διαχειρισθεί τη λιτότητα και τις αντιστάσεις της κοινωνίας στις νέες διευθετήσεις. Γι’ αυτό τόση συζήτηση για ένα πολιτικό σύστηµα που δεν θα εξαρτάται από το «πολιτικό κόστος», δηλαδή θα είναι πιο συγκεντρωτικό, λιγότερο εξαρτηµένο από την κοινωνική του βάση, περισσότερο συνδεδεµένο µε τους υπερεθνικούς οργανισµούς, και τους θεσµούς που κατευθύνουν την οικονοµία. Αλλά η σύγκρουση τεκτονικών πλακών σηµαίνει πολλούς αστάθµητους παράγοντες. Η κρίση του 1929 είχε ως συνέπεια στην Αµερική τον Ρούζβελτ, αλλά στη Γερµανία τον Χίτλερ, στη Γαλλία το Λαϊκό Μέτωπο, αλλά στην Ελλάδα τον Μεταξά. Αν υπάρχει µια αρχή για την ιστορική σκέψη, αυτή είναι η ετερογονία σκοπών και αποτελεσµάτων, οι αθέλητες και απρόβλεπτες συνέπειες των ανθρωπίνων πράξεων.
Βήμα 18/9/2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου