Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2019

Αντίο Θάνο τώρα που έφτασες στη θολή γραμμή των οριζόντων



                                        Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
                                         των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
                                         και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
                                         χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.




                         

"Τον θάνατο, δεν τον φοβάμαι! ΚΑΘΟΛΟΥ! Από την ώρα που γεννιόμαστε μέχρι την ώρα που πεθαίνουμε με νορμάλ τρόπο, περνάνε 4.160 Σαββατοκύριακα. Πενήντα δύο είναι τα Σαββατοκύριακα του έτους, επί 80 χρόνια που ’ναι ο μέσος όρος ζωής, 4.160 μας βγαίνει. Εσείς, που είστε νέος, δεν βλέπετε να φεύγουν σαν νερό τα Σαββατοκύριακά σας; Φανταστείτε εμένα, που πάω στα 69. Γεννιόμαστε, εν ολίγοις, για να παλέψουμε στο ρινγκ με έναν τύπο τρία μέτρα ψηλό, γεροδεμένο, φορμαρισμένο, ο οποίος είναι προδιαγεγραμμένο ότι στον πέμπτο γύρο θα μας βγάλει νοκ-άουτ. Το στοίχημα που έχω βάλει, και μέχρι τώρα τα ’χω καταφέρει, είναι σε κάθε γύρο να του γαμώ τη μάνα! Τον κερδίζω στα σημεία και με αυτό τον τρόπο τον φρενάρω! Τι θα κάνουμε, θα χεστούμε απάνω μας; Μετά από μια τέτοια ζωή, με όλα αυτά που έκανα στα προσωπικά και στα επαγγελματικά μου, να φτάσω να του λέω: «Σε παρακαλώ, δώσε μου δυο χρόνια ακόμα;». Μη σώσει και μου δώσει!"
Από συνέντευξή του στην lifo



Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2019

Η λεπτή γραμμή της δημοκρατίας

του Νικόλα Σεβαστάκη


Aπό όλες τις μορφές πολιτικής εμπειρίας και κοινωνικής συνύπαρξης, οι δημοκρατίες είναι οι πιο απαιτητικές. Σε αντίθεση με την ιδέα πως πρόκειται για καθεστώτα της ευκολίας, της τεμπέλικης ανάθεσης και της ευθυνόφοβης βολής, οι δημοκρατίες έχουν ζόρι και κόπο. Μας υποβάλλουν, ας πούμε, στο συστηματικό «βασανιστήριο» των πολλών επιλογών, δίχως να μας καθοδηγούν σε κάθε φάση της ζωής μας προς μια σίγουρη κατεύθυνση. Έτσι, οι ισορροπίες που κατορθώνουμε είναι γεμάτες με απρόβλεπτα και λοξοδρομήσεις. Και δεν υπάρχει καμία εγγύηση πως θα διαρκέσουν ή πως θα αντέξουν στις περιστάσεις και στις κρίσεις τους. Ενώ στους ολοκληρωτισμούς η κοινωνία δεν έχει δικαίωμα στην αποτυχία ή στο λάθος, στις δικές μας κοινωνίες η αποτυχία κατέχει, μάλλον, τη μερίδα του λέοντος. Γι' αυτό και η δημοκρατία είναι πολίτευμα συμφιλιωμένο με τη φθορά και με τις ανθρώπινες ήττες, με την άνοδο και την πτώση των προσωρινών ειδώλων της.

Κάνω αυτόν τον πρόλογο επειδή νομίζω πως βοηθάει να καταλάβουμε τι σημαίνει λεπτή γραμμή στη δημοκρατική καθημερινότητα: το γεγονός πως μόνο μια λεπτή γραμμή χωρίζει το σοβαρό από το γελοίο, το θεμιτό από το αθέμιτο, το κράτος του νόμου από την καταχρηστική καταστολή που μπορεί και να το υποδύεται. Να, για παράδειγμα, την ίδια πάνω-κάτω μέρα που η Ελληνική Αστυνομία εξαρθρώνει μια ένοπλη ομάδα –ανακαλύπτοντας πολύ σοβαρό, φονικό οπλοστάσιο–, κάποιος υπηρεσιακός παράγοντας αποφασίζει έφοδο σε κατάμεστο κλαμπ στο Γκάζι με προτεταμένα όπλα για την αναζήτηση ναρκωτικών! Στην ίδια συγκυρία όπου έχουν υπάρξει προσπάθειες να φύγουν οι ναρκοπιάτσες από χώρους πανεπιστημίων (και στο Αριστοτέλειο της Θεσσαλονίκης η διαφορά προς το καλύτερο είναι ορατή), επιστρέφει διάταξη νόμου περί κακόβουλης βλασφημίας.

 Όλα αυτά δείχνουν τη λεπτή γραμμή που τίποτε δεν εξασφαλίζει τον σεβασμό της μέσα στο χάος των καθημερινών αντιφάσεων.   H δημοκρατία βρίσκεται διαρκώς στην κόψη: κάποιοι θα συνεχίσουν να τη βρίσκουν υπερβολικά χαλαρή, ενώ άλλοι θα την καταγγέλλουν ως απαράδεκτα κατασταλτική και αυστηρή. Να αντιληφθούμε τη λεπτή γραμμή σημαίνει να αποδεχτούμε την εύθραυστη φύση της δημοκρατίας, τον εσωτερικό της διχασμό ανάμεσα στη σύνεση και στην υπέρβαση, στο μέτρο και στην ασυδοσία. Αυτός είναι ο λόγος που διατηρεί τη σημασία της η παλιά λέξη «επιφυλακή». Ακόμα κι αν κουβαλάει κάτι παλιομοδίτικο και «στρατιωτικό», η επιφυλακή είναι ο τρόπος που διαθέτουν μια ανοιχτή κοινωνία και οι πολίτες της για να μην πιάνονται όμηροι των δύο τάσεων που απειλούν από τα μέσα αυτήν τη χώρα: της τάσης για επιστροφή σε συντηρητικές νόρμες του παρελθόντος ή εκείνης της τάσης που αντιμετωπίζει κάθε κρατική νομιμότητα ως αντίπαλο της ελευθερίας και της αυτονομίας των ατόμων.  

 Ας πούμε, λοιπόν, ότι η δημοκρατία βρίσκεται διαρκώς στην κόψη: κάποιοι θα συνεχίσουν να τη βρίσκουν υπερβολικά χαλαρή, ενώ άλλοι θα την καταγγέλλουν ως απαράδεκτα κατασταλτική και αυστηρή. Να αντιληφθούμε τη λεπτή γραμμή σημαίνει να αποδεχτούμε την εύθραυστη φύση της δημοκρατίας, τον εσωτερικό της διχασμό ανάμεσα στη σύνεση και στην υπέρβαση, στο μέτρο και στην ασυδοσία.   Η ίδια όμως η ζωντανή πραγματικότητα δεν μπορεί ποτέ να γίνει συνετή και κόσμια. Θα παραφέρεται, θα αυθαδιάζει, θα χάνει τον μπούσουλα, θα ματώνει εδώ κι εκεί.

Στην αληθινή ζωή οι αντιθέσεις δεν παίρνουν τα ιδεατά σχήματα που τους χαρίζουμε στο χαρτί ή μιλώντας από κάποια επίσημα βήματα. Η πολιτική, όμως, δεν θα είχε κανένα νόημα αν απλώς παρατηρούσε και σχολίαζε τη βία, τις ανισότητες ή τις βαναυσότητες. Ούτε αν άφηνε την κοινωνία να παλεύει με τις αντιθέσεις και τη διάσπασή της με αυτοδικίες και ιδιωτικούς «στρατούς». Το δυστύχημα είναι πως αυτή η λεπτή γραμμή δεν είναι πάντα πολιτικά δυνατή. Εν θερμώ οι άνθρωποι πολώνονται και χτίζουν σκληρά συναισθηματικά οχυρά. Για παράδειγμα, διαβάζω την ανάρτηση ενός αριστερού πολίτη στο Facebook που λέει: Μια ζωή στο παιχνίδι «κλέφτες κι αστυνόμοι» ήμουν με τους κλέφτες. Είναι βέβαιο πως δεν θα συναντήσουμε να γράφεται το αντίθετο, ούτε στον πιο συντηρητικό «τοίχο» του Facebook. Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, μια τέτοια φράση λέει πολλά για τις πολιτικές ταυτότητες και τις προσωπικές ευαισθησίες που κυκλοφορούν τριγύρω. Για πολλούς, η ιδέα της ελευθερίας ελάχιστα απέχει από ένα «Casa de Papel» και τα τραύματα που τους προκάλεσε στην εφηβεία κάποιος ξινός δάσκαλος ή ένας αυστηρός και παλιομοδίτης πατέρας. Άλλοι όμως –και είναι πολύ περισσότεροι αυτοί τα τελευταία χρόνια– νιώθουν πως η δημοκρατία έχει λυγίσει προς την άλλη πλευρά, προς την «ασυδοσία», με αποτέλεσμα να της λείπουν οι καλοί φύλακες και τα γερά κρατήματα.

 Είναι εκνευριστική η καθήλωση των πρώτων στη φαντασίωση της ίδιας τους της παρανομίας, σε μια κατά φαντασίαν αντάρτικη ψυχή. Βλέπω όμως με ανησυχία να αυξάνεται ο αριθμός όσων ταυτίζουν πια τον νόμο με το «μπουζούριασμα». Αισθάνομαι ότι πληθαίνουν όσοι απαιτούν γρήγορες λύσεις, ξεμπερδεύοντας με τις εγγυήσεις του νόμου και νοσταλγώντας τις παλιές ιεραρχίες.   Εδώ παίζεται όμως ένα ιδιότυπο ελληνικό ψυχόδραμα. Ενώ «φιλοσοφικά» η Ελλάδα ταυτίστηκε συχνά με την ιδέα του μέτρου, φαίνεται πως δεν μπορούμε να σταθούμε απέναντι στα γεγονότα παρά μέσα από την κατάργηση του μέτρου.

 Η υπερβολή έχει γίνει τρόπος να υπάρχουμε, να παίζουμε ένα θέατρο που μας ανακουφίζει κι έτσι να γινόμαστε αρεστοί στην παρέα. Όλο και περισσότεροι εμφανίζονται είτε να μην πιστεύουν το οτιδήποτε είτε να αρπάζονται από εμμονές που αμφισβητούν τις προθέσεις μα και το ίδιο το δικαίωμα ύπαρξης των άλλων. Μήπως όμως είναι τελικά χαριτωμένη αυτή η μελοδραματική θεατρικότητα; Ή, αντίθετα, έχει γίνει ένας μηχανισμός αναπαλαίωσης και σύγχυσης, ένα παιχνίδι μεσηλίκων που περνούν ώρες κάνοντας επιθέσεις ο ένας στον άλλον; Αν τουλάχιστον αυτή η επιθετικότητα γινόταν διαμάχη ιδεών και σεβόταν τις λεπτές γραμμές της δημοκρατίας, θα είχαμε κέρδος. Θα μπορούσαμε, ας πούμε, να αποφύγουμε τα χωρίς ουσία δράματα, για να επιμείνουμε περισσότερο στις διαφωνίες ουσίας. Μακάρι να μπορούσε να συμβεί! Γιατί, βέβαια, η λεπτή γραμμή της δημοκρατίας δεν συντηρείται από μόνη της.


www.lifo.gr  13/11/2019

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2019

Στην Κίνα η πρώτη ψηφιακή δικτατορία -Σύντομα και κοντά μας;

Της Μαρίας Δεναξά

Την πρώτη ψηφιακή δικτατορία ετοιμάζεται να θέσει σε εφαρμογή η Κίνα από το 2020. Με τη βοήθεια της βιντεοεπιτήρησης και τους σαρωτές αναγνώρισης προσώπων, θα επιτηρεί λεπτό προς λεπτό, κάθε έναν από τα 1,5 δισεκατομμύρια πολίτες της. Το πρόγραμμα ονομάζεται «κοινωνική πίστωση» και εφαρμόζεται ήδη πιλοτικά σε 40 πόλεις της αχανούς χώρας. Επί της ουσίας είναι ένας μαζικός έλεγχος των πολιτών, σε πραγματικό χρόνο, με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης.
Ο κάθε πολίτης, ανά πάσα στιγμή, φακελώνεται όπως οι κινήσεις και η συμπεριφορά του. Οι αρχές μπορούν να αναγνωρίζουν πρόσωπα, να σαρώνουν το σώμα, να παρακολουθούν όλους τους πολίτες σε οποιοδήποτε σημείο της κινεζικής επικράτειας κι αν βρίσκονται. Παράλληλα οι κάμερες τροφοδοτούν το σύστημα «κοινωνικής βαθμολόγησης», το οποίο βασίζεται στην επιβράβευση, την τιμωρία και τη δημόσια ταπείνωση. Το σύστημα βαθμολογεί τους πολίτες ανάλογα με την συμπεριφορά που καταγράφουν οι κάμερες. Στη συνέχεια λογισμικά τεχνητής νοημοσύνης, διαχωρίζουν τους πολίτες σε καλούς – που δεν δημιουργούν πρόβλημα στην κοινωνία- και σε κακούς.
Πως γίνεται αυτό; Η βαθμολόγηση του κάθε πολίτη ξεκινάει στην ηλικία των 18. Το άριστα είναι το 1000 ή το Α. Αν οι κάμερες καταγράψουν ότι ο πολίτης βρήκε ένα πορτοφόλι και το παραδώσει στις αρχές, αν βοηθήσει έναν ηλικιωμένο να διασχίσει το δρόμο ή αν δώσει αίμα, τότε η βαθμολογία του αυξάνεται και συγκαταλέγεται στους αξιοσέβαστους και καλύτερους πολίτες της κοινωνίας. Κατά συνέπεια επιβραβεύεται. Έχει προτεραιότητα στις ουρές των δημόσιων υπηρεσιών, δεν πληρώνει εγγύηση στα νοσοκομεία, μπορεί να είναι μέλος του κόμματος, λαμβάνει τιμές σαν ήρωας και βεβαίωση αξιοπιστίας από το κόμμα. Αφίσες με τις φωτογραφίες, το όνομα και την βαθμολογία των «καλών» πολιτών αναρτώνται παντού στην πόλη.
Ο εφιάλτης είναι για όσους η βαθμολογία τους είναι κάτω από το 900 ή από το Α-. Θεωρούνται πολίτες που δεν είναι άξιοι εμπιστοσύνης, δεν μπορούν να πάρουν δάνειο από την τράπεζα για να αγοράσουν ένα διαμέρισμα, να έχουν πιστωτική κάρτα, να ταξιδεύουν με το αεροπλάνο και το τρένο, οι αποταμιεύσεις τους μπλοκάρονται κ. άλλα. Ο ήχος του κινητού τους είναι μια σειρήνα περιπολικού που προειδοποιεί τους τριγύρω ότι κυκλοφορεί ένα κακοποιό στοιχείο ανάμεσα τους. Όποιος τους καλεί είναι υποχρεωμένος να ακούσει πρώτα ένα μήνυμα που αναφέρει ότι ο καλούμενος ανήκει στην χειρότερη κατηγορία πολιτών. Πορτρέτα με το στοιχεία των «κακών» πολιτών, αναρτώνται σε όλους τους δημόσιους χώρους της πόλης όπου ζουν. Ακόμα και στα σινεμά. Τα ονόματά τους, οι διευθύνσεις τους, οι αριθμοί των τηλεφώνων τους όπως και πολλά στοιχεία από την προσωπική τους ζωή είναι καταχωρημένα σε μια μαύρη λίστα, η οποία είναι δημοσιευμένη στο ίντερνετ. Ο καθένας πριν από μια συναλλαγή, μια συνάντηση ή μια φιλία μπορεί ελεύθερα να μελετήσει την βαθμολογία του συνομιλητή του και να αναζητήσει το όνομα του στη μαύρη λίστα.
Με λίγα λόγια η «η κοινωνική πίστωση – βαθμολόγηση» για τον κάθε Κινέζο πολίτη, είναι το διαβατήριο του στην κοινωνία, η δεύτερη του ταυτότητα. Σύμφωνα με τον εμπνευστή του προγράμματος της ολοκληρωτικής επιτήρησης, σκοπός του είναι η ανοικοδόμηση της ηθικής. Επιθυμία είναι οι πολίτες να είναι έντιμοι, ειλικρινείς, να σέβονται τα κοινωνικά συμβόλαια. Επι της ουσίας όμως, η Κίνα, επιχειρεί να σφυρηλατήσει έναν νέο άνθρωπο, υποτακτικό της εξουσίας. Υπάκουο, υποταγμένο, αφοσιωμένο στις επιταγές του κράτους με απολύτως ελεγχόμενη συμπεριφορά.
Σήμερα ο Μεγάλος Αδερφός στην Κίνα, με την αναγνώριση των προσώπων, επιτρέπει συναλλαγές, πρόσβαση σε βιβλιοθήκες, σε αεροδρόμια κτλ. αλλά παράλληλα τιμωρεί και ταπεινώνει, καθώς εντοπίζει παραβάτες, «ανάρμοστες» συμπεριφορές, έτσι όπως τις καθορίζουν οι επιταγές του καθεστώτος. Στην Κίνα του μέλλοντος, εκτός από την αναγνώριση προσώπου, η ταυτοποίηση του πολίτη θα γίνεται και από την στάση του σώματος του. Κατά συνέπεια, τα επόμενα χρόνια, θα είναι ολοένα και πιο δύσκολο για κάποιον να ξεφύγει από τον κρατικό έλεγχο. Με 200 εκατομμύρια έξυπνες κάμερες, εγκατεστημένες σε ολόκληρη τη κινεζική επικράτεια, δηλαδή 1 κάμερα ανά 7 κατοίκους, οι Κινέζοι σε λίγους μήνες, θα είναι οι πιο επιτηρούμενοι πολίτες στον κόσμο. Εκτός από την συμπεριφορά τους, όλες οι συνήθειες τους, η ερωτική τους ζωή, η καθημερινότητα τους θα περνάει από το μικροσκόπιο της επιτήρησης, το οποίο δεν θα χάνει την παραμικρή λεπτομέρεια.
Οι αρχές είναι σε θέση να παρακολουθούν εξ αποστάσεως τη χρήση του διαδικτύου, τις τηλεπικοινωνίες, ταξίδια σε συγκεκριμένους προορισμούς…τα πάντα. Το κράτος θα γνωρίζει τον εκάστοτε πολίτη, καλύτερα απ΄ ό,τι γνωρίζει ο ίδιος τον εαυτό του. Τι γίνεται στην Ευρώπη Ο Μεγάλος Αδερφός δεν εφαρμόζεται μόνο στην Κίνα. Τον Αύγουστο του 2019, οι Financial Times, αποκάλυψαν στους Βρετανούς πως η περιοχή του King’s Cross, και πιο συγκεκριμένα ο σταθμός του Eurostar, έχει εξοπλισθεί με κάμερες αναγνώρισης προσώπου, ενώ ξεκίνησε η εγκατάσταση τους και στον οικονομικό πνεύμονα της Canary Wharf. Στο εμπορικό κέντρο Westfield Stratford City, στο Λονδίνο, οι έξυπνες κάμερες σκανάρουν 300 πρόσωπα το δευτερόλεπτο. Στην πραγματικότητα χιλιάδες Βρετανοί, χωρίς να το γνωρίζουν, έχουν φακελωθεί από τις κάμερες αναγνώρισης προσώπου κατά τη διάρκεια δοκιμών το 2018. Η ΜΚΟ, Big Brother Watch, έδωσε στη δημοσιότητα λίστα με τα μουσεία, καζίνο, ξενοδοχεία, εμπορικά και συνεδριακά κέντρα όπου είχαν εγκατασταθεί έξυπνες κάμερες.
Το Λονδίνο σήμερα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη επιτηρούμενη πόλη στον κόσμο, καθώς διαθέτει 420.000 κάμερες επιτήρησης και αναγνώρισης προσώπου. Συνολικά η Μεγάλη Βρετανία διαθέτει 4 εκατομμύρια κάμερες. 1 για κάθε 14 πολίτες της. Περπατώντας κάποιος στο Λονδίνο παρακολουθείται από τουλάχιστον 300 κάμερες Η Γαλλία επιθυμεί την επίσπευση της εφαρμογής ταυτοποίησης με την αναγνώριση προσώπου. Από το 2020, η πρόσβαση στις ιστοσελίδες των δημόσιων υπηρεσιών, θα γίνεται μόνο με την αναγνώριση προσώπου. Hδη ο προϋπολογισμός του 2020, προβλέπει την γενική συλλογή προσωπικών δεδομένων απ όλες τις ιντερνετικές πλατφόρμες που θα τις αναλύει η τεχνητή νοημοσύνη. Στην πόλη της Νίκαιας αντιστοιχεί 1 κάμερα για 145 κατοίκους. Η Νίκαια ήταν η πρώτη πόλη που δοκίμασε πιλοτικά την αναγνώριση προσώπου, μέσω της βιντεοεπιτήρησης, τον Φεβρουάριο του 2019. Στην ίδια πόλη το τραμ διαθέτει σύστημα επιτήρησης που είναι ικανό να διαβάσει τα συναισθήματα στο πρόσωπο των επιβατών. Παράλληλα με την βιντεοεπιτήρηση, σε πολλές γαλλικές πόλεις όπως είναι το Σεν Ετιέν, έχουν εγκαταστήσει μικρόφωνα και αισθητήρες ήχου στους δρόμους, και σε όλους του δημόσιους χώρους, ώστε η αστυνομία να μπορεί ειδοποιείτε και να επεμβαίνει εγκαίρως, για το παραμικρό. Επίσης εξετάζεται σχέδιο εγκατάστασης συστήματος αναγνώρισης προσώπου στις εισόδους των λυκείων της χώρας.
www.aixmi.gr  22/11/2019

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2019

Κλιματική κρίση, ένα λάθος και υποκριτικό debate

 του Μάκη Ανδρονόπουλου

Το έχει νιώσει ολόκληρος ο πλανήτης. Έχουμε εισέλθει σε μια πρωτοφανή κλιματική κρίση, σε μια επικίνδυνη πραγματικότητα που απειλεί να ανατρέψει τα πάντα. Τώρα, αν η «κλιματική αλλαγή» οφείλεται στην ανθρώπινη δραστηριότητα ή είναι ένα φυσικό φαινόμενο που συμβαίνει κάθε ενενήντα χιλιάδες χρόνια και ήρθε η ώρα του (που δεν ήρθε), who gives a dime? Το μόνο που έχει σημασία είναι ότι κινδυνεύουν εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές και ολόκληρο το πλανητικό οικοσύστημα, ενδεχομένως κι ο ίδιος ο υπαρκτός πολιτισμός μας.

Αυτό είναι το ζήτημα και όχι αν πρόκειται για φυσικό φαινόμενο που δεν έχει σχέση με τη μόλυνση της ατμόσφαιρας και το φαινόμενο του θερμοκηπίου, οπότε συνεχίζουμε να καίμε ορυκτά καύσιμα και έχει ο θεός ή αν πρέπει να μειώσουμε δραστικά και άμεσα τους ρύπους υιοθετώντας καθαρές τεχνολογίες, ακόμη και την πυρηνική, για να μην φτάσουμε στο «σημείο χωρίς επιστροφή» που έρχεται καταπάνω μας.  

Χωρίς αμφιβολία, οι δύο εκδοχές της κλιματικής κρίσης που βιώνουμε και κυρίως η επικοινωνιακή διάσταση που έχουν προσλάβει, υποκρύπτουν ένα λυσσαλέο ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό με σημαντικές γεωπολιτικές διαστάσεις. Οι business που παίζονται γύρω από την κλιματική κρίση είναι τεράστιες. Ενεργειακά project, φαραωνικές υποδομές, οικιστική ανάπτυξη, πράσινα σπίτια και πράσινα …άλογα. Οι μελέτες, sur mesure, υποστηρίζουν κάθε λογής συμφέροντα και ο κόσμος παρακολουθεί αδρανής κάνοντας like στους απειλητικούς ή στους καθησυχαστικούς τίτλους των κοινωνικών δικτύων.

Φυσικά, είναι και οι νέοι που ακολουθούν τη νεαρή Σουηδέζα Greta Thunberg, στην οποία έχουν πέσει πάνω της οι πάντες. Εννοείται πως η καμπάνια της από κάποιους χρηματοδοτείται που προφανώς δεν είναι άγιοι, αλλά σημασία έχει ότι πίσω της δημιουργήθηκε ένα παγκόσμιο μαθητικό-νεανικό κίνημα που αν μη τι άλλο, καταδεικνύει πως δεν κοιμούνται όλοι τον ύπνο του δικαίου. Κάπως έτσι, τα «πράσινα» κόμματα είναι στα πάνω τους και όλοι, συντηρητικοί, σοσιαλδημοκράτες και αριστεροί προσπαθούν να πρασινίσουν, τουλάχιστον στα λόγια.  Η «πράσινη» αριστερά που ψάχνει να βρει χώρο ουσιαστικής παρέμβασης, κατά βάθος αντιλαμβάνεται πως πίσω από όλα αυτά κρύβεται μια καπιταλιστική «στρατηγική αποεπένδυσης», το δικό της περιβόητο degrowth, που φορτώνει τώρα το κόστος στους καταναλωτές και τους φορολογούμενους για τη μετάβαση σε ένα άλλο μοντέλο παραγωγής, προκειμένου να σωθούμε. Ο καπιταλισμός, για μία ακόμη φορά, της πήρε τα …σώβρακα.

Η συγγραφέας και ακτιβίστρια Ναόμι Κλάιν, στο νέο βιβλίο της 
«On FireThe Burning Case for a Green New Deal» («Καιγόμαστε: Η Καυτή Υπόθεση για μια Νέα Πράσινη Συμφωνία») κάνει λόγο για  κλιματική βαρβαρότητα μέσα από μια εμβριθή κριτική ανάλυση όπου επισημαίνει ότι ο φιλελευθερισμός και οι υπέρμαχοί του είναι παγιδευμένοι σε μια ιδεολογία αδιαφορίας για την κλιματική κρίση, αφού δεν μπορούν να φανταστούν τίποτα εκτός από την επικερδή ανάπτυξη και την κατανάλωση. Υποστηρίζει επίσης ότι η κλιματική κρίση είναι άρρηκτα δεμένη με την μετανάστευση και τον ρατσισμό. «Η λευκή υπεροχή προέκυψε όχι επειδή κάποιοι είχαν ιδέες που θα οδηγούσαν πολλούς ανθρώπους στον θάνατο, αλλά επειδή ήταν χρήσιμο να προστατευτούν οι βάρβαρες αλλά ιδιαίτερα επικερδείς δραστηριότητες. Η εποχή του επιστημονικού ρατσισμού ξεκινά μαζί με το εμπόριο των σκλάβων – υπάρχει ερμηνεία γι’ αυτήν την κτηνωδία. Αν η απάντησή μας στην κλιματική αλλαγή είναι η θωράκιση των συνόρων μας, τότε φυσικά, οι θεωρίες που θα δικαιολογούσαν αυτή την απόφαση, που δημιουργούν αυτή την ιεράρχηση της ανθρωπότητας, θα επανέλθουν» . (Democracynow, 9/2019)

Από την άλλη, είναι πολύ πιθανό, μια παγκοσμίως συντονισμένη επιθετική πολιτική μείωσης των ρύπων να μην επηρεάσει δραστικά την κλιματική αλλαγή και τα φαινόμενα να συνεχιστούν. Δεν υπάρχει εγγύηση για τίποτε, ούτε έτσι, ούτε αλλιώς.

Σημειωτέον ότι το επιχείρημα πως το διοξείδιο του άνθρακα είναι ελάχιστο στη γήινη ατμόσφαιρα -μόλις το 0,04%-, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν περιοχές του πλανήτη, βιομηχανικές ή μεγαλουπόλεις που η ατμόσφαιρα είναι εξαιρετικά βεβαρυμμένη. Πεθαίνουν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο εξ αιτίας του μολυσμένου αέρα. Παράλληλα, τα επιχειρήματα των οικολόγων που δεν θέλουν τα φωτοβολταϊκά γιατί χαλάνε το μικροκλίμα ή τις ανεμογεννήτριες γιατί σκοτώνουν τα πουλιά και την αισθητική είναι για …κλωτσιές.
Είναι σαφές λοιπόν πως οι κυβερνήσεις βρίσκονται ανάμεσα σε δύο πυρά και υποκρίνονται πως νοιάζονται για τον κόσμο, όπως άλλωστε προκύπτει από τις εκθέσεις και τις σχετικές συνεδριάσεις στον OHE. Οι διασκέψεις διαδέχονται η μία την άλλη, αλλά τα αποτελέσματα είναι πενιχρά, ως προς την απρόσμενη ένταση των καιρικών φαινομένων. Η μη δεσμευτική Συμφωνία των Παρισίων (2015) κατέρρευσε και οι εκπρόσωποι των 197 χωρών του Οργανισμού χειροκροτούν την Γκρέτα δήθεν προβληματισμένοι.

Στο μεταξύ οι πλούσιοι, εκτός από τις offshore, το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, την πρώτης ποιότητας κόκα και τα κέντρα ανανέωσης, την άψογη διατροφή κλπ, αγοράζουν σαν τρελοί τεράστιες εκτάσεις – «ρεζέρβες επιβίωσης» στη Νέα Ζηλανδία, στην Αυστραλία, στη Μαδαγασκάρη, στη Μεσόγειο, στη Νότια Αμερική, όπου δηλαδή, οι κρυφές μελέτες που γίνονται γι΄ αυτούς τους λένε ότι θα υπάρχει ασφάλεια. Εκεί στα τεράστια κτήματά τους καλλιεργούν βιολογικά, φτιάχνουν καταφύγια και φράκτες, γι΄ αυτούς και τους υπηρέτες και τους μπράβους τους. Αλλά είναι βέβαια και οι collapsistes, οι οπαδοί της θεωρίας της επικείμενης κατάρρευσης του γήινου οικοσυστήματος που φτιάχνουν κι αυτοί «κοινότητες επιβίωσης».
Κάπως έτσι, ο καθείς κοιτάει την πάρτη του, αυξάνεται ο κοινωνικός μηδενισμός και η εντροπία του κοινωνικο-πολιτικού συστήματος, η απορρύθμιση των πάντων, η έκπτωση του διεθνούς δικαίου, η εκκόλαψη της αυταρχικής μετα-δημοκρατίας και του …dark web. Όλα δείχνουν πως θα εισέλθουμε σύντομα στην εποχή των Σωτήρων.



Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Ο ανασκολοπισμός της Ιστορίας

του Νίκου Μπίστη

Το Ευρωκοινοβούλιο αδυνατώντας να ασχοληθεί με τα προβλήματα του παρόντος και του μέλλοντος της Ευρώπης ασχολείται με το παρελθόν. Με τρόπο προκλητικό και εξοργιστικό. Αυτή την φορά ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, δεν περιορίστηκε  στην εργαλειακή χρήση της Ιστορίας αλλά προχώρησε στον ανασκολοπισμό της.

Απεφάνθη ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε άμεσο αποτέλεσμα του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου Μολότωφ -Ρίμπεντροπ, χαρακτηρίζει την ΕΣΣΔ συνυπεύθυνη με την ναζιστική Γερμανία για τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και ζητά να καθοριστεί .... «Ημέρα μνήμης των θυμάτων ολοκληρωτικών καθεστώτων» η ημερομηνία υπογραφής του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου. Είναι η φυσική και επιδιωκόμενη κατάληξη της ανιστόρητης εξίσωσης φασισμού - ναζισμού με τον κομμουνισμό. Καθόλου τυχαία επέλεξαν  τον δεύτερο παγκόσμιο Πόλεμο για την τελική επίθεση στην Ιστορία και την μνήμη. Τότε σφυρηλατήθηκε η μεγάλη αντιφασιστική Συμμαχία των τριών μεγάλων και ο αντιφασισμός από τα κάτω, ρεύμα που επιβίωσε και επηρέασε εξελίξεις ακόμα και την περίοδο του ψυχρού πολέμου.

Τα μεταπολεμικά χρόνια δημιουργήθηκε η υγειονομική ζώνη που απαγόρευε στην Ακροδεξιά να πλησιάσει κυβερνητικούς θώκους στην Ευρώπη. Τώρα η υγειονομική αυτή ζώνη έχει καταργηθεί. Πληθαίνουν οι μεταμφιεσμένοι Ακροδεξιοί που συμμετέχουν σε κυβερνήσεις η κτυπάνε την πόρτα τους. Η σχετικοποίηση της Ακροδεξιάς, η ενσωμάτωση της ρητορικής της από τμήμα της Δεξιάς, διευκολύνεται από την αποδιάρθρωση του πάλαι ποτέ αντιφασιστικού μετώπου, τον κατακερματισμό του και τέλος την εξομοίωση  με ψευδοεπιστημονικά επιχειρήματα του κομμουνισμού με τον ναζισμό. Και αυτά την ώρα που Λεπέν, Σαλβίνι, Ούρμπαν και άλλοι αποτελούν τον πραγματικό κίνδυνο για την Ευρώπη και την Δημοκρατία. Αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι πόλεμοι της μνήμης αφορούν το μέλλον. Ελέγχοντας το παρόν, ξαναγράφουν το παρελθόν για να κυριαρχήσουν στο μέλλον.

Αν έπρεπε να οριστεί μια ημέρα ντροπής για αυτούς που με την υπογραφή τους απελευθέρωσαν την επιθετικότητα του Χίτλερ, αυτή είναι η 28 Σεπτεμβρίου του 1938 όταν Χίτλερ, Μουσολίνι, Τσάμπερλαιν και Νταλαντιέ υπέγραψαν ερήμην της κυβέρνησης της Τσεχοσλοβακίας την Συμφωνία του Μονάχου και τον διαμελισμό της Τσεχοσλοβακίας. Σε λιγότερο από ένα χρόνο ο Χίτλερ κατέλαβε το σύνολο της χώρας. (Αξίζει εδώ να θυμηθούμε ότι η πολύπαθη μεταγενέστερα Πολωνία και η Ουγγαρία έσπευσαν όπως οι ύαινες στα αποφάγια , να προσαρτισουν δύο περιοχές της Τσεχοσλοβακίας. Το αναφέρω γιατί οι κυβερνήσεις αυτών των δύο χωρών πρωτοστατούν στον πόλεμο της μνήμης αλλά για τα πεπραγμένα τους παρουσιάζουν κενά μνήμης). Η Συμφωνία ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής κατευνασμού του Χίτλερ στην οποία επιδόθηκαν με παταγώδη αποτυχία οι Αγγλογάλλοι. Ήταν όμως και κάτι επιπλέον. Αποτυπωνόταν σε αυτήν και η συνεχής επιδίωξη  των Δυτικών να στρέψουν τον Χίτλερ προς Ανατολάς. Αυτός είναι ο λόγος που η Γαλλία - η οποία συνδεόταν με αμυντική συμφωνία με την Τσεχοσλοβακία- απέρριψε την πρόταση της Σοβιετικής Ένωσης για στρατιωτική συνεργασία σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης στην Τσεχοσλοβακία. Στην συνέχεια υπέγραψε την Συμφωνία του Μονάχου την οποία καταδίκασε εξ αρχής η Σοβιετική Ένωση

 Γι’ αυτό δεν μπορεί να αξιολογήσει κάποιος το Σύμφωνο Μολότωφ Ρίμπεντροπ αποσυνδεμένο από την Συμφωνία του Μονάχου. Υπήρχαν και άλλες ενέργειες η παραλείψεις των Δυτικών που τροφοδοτούσαν την υποψία  του Στάλιν ότι δεν επιθυμούν Συμμαχία κατά του Χίτλερ αλλά διέξοδο της επιθετικότητας του τελευταίου προς Ανατολάς. Πιο χαρακτηριστικές ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας με την συνδρομή αμερικανικών και βρετανικών βιομηχανιών κατά παράβαση της Συνθήκης των Βερσαλλιών και η αδιαμαρτύρητη αποδοχή της προσάρτησης (Anschluss) της Αυστρίας τον Μάρτιο του 1938.

Παρόλα αυτά δεν υπάρχει σοβαρός ιστορικός που να μην επισημαίνει την  προσπάθεια του Στάλιν να συνάψει αντιχιτλερική συμμαχία με Αγγλία και Γαλλία. Γιατί, λοιπόν, δεν έγινε δυνατή η έγκαιρη συγκρότηση αυτής της μεγάλης συμμαχίας; Ας αφήσουμε να  απαντήσει ένας υπεράνω πάσης υποψίας μεγάλος Βρετανός, ορκισμένος αντισοβιετικός, που είχε όμως υποχρέωση απέναντι στην ιστορική αλήθεια, μια και στην χώρα του ολομόναχος προειδοποιούσε για τον επερχόμενο όλεθρο και αντιμετωπιζόταν ως γραφικός. Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ , στα « Απομνημονεύματα του Β Παγκόσμιου Πολέμου» γράφει : « Εάν ο κ. Τσάμπερλαιν απαντούσε αμέσως όταν έλαβε την ρωσική πρόταση ¨ ναι, ας ενωθούμε εμείς οι τρεις( Αγγλία , Γαλλία και ΕΣΣΔ) και ας σπάσουμε τα πλευρά του Χίτλερ¨ η Ιστορία μπορεί να είχε ακολουθήσει διαφορετικό δρόμο. Χειρότερο πάντως δεν θα μπορούσε να πάρει». Στις 4 Μαΐου 1939 προειδοποιεί « Δώδεκα ημέρες έχουν παρέλθει αφού έγινε η ρωσική πρόταση. Ο βρετανικός λαός έχει το δικαίωμα, εν συνεννοήσει μετά της Γαλλικής Δημοκρατίας να ζητήσει από την Πολωνία όπως μη παρεμβάλλει εμπόδια στον δρόμο της κοινής υποθέσεως. ( εννοεί την άρνηση των Πολωνών να προσφέρουν στον Κόκκινο Στρατό πεδίο μάχης επί πολωνικού εδάφους σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης). Όχι μόνο οφείλουμε να δεχθούμε την πλήρη συνεργασία με την Ρωσία αλλά πρέπει να περιληφθούν στην συμφωνία και οι Βαλτικές χώρες, η Λιθουανία , η Λετονία και η Εσθονία.» Και καταλήγει « Αντί όμως να γίνει αυτό, μακρά σιωπή επακολούθησε και ετοιμάζοντο ημίμετρα και συνετοί συμβιβασμοί . Η αργοπορία αυτή ήταν μοιραία για τον Λιτβινωφ ( προκάτοχος του Μολότωφ) .Η τελευταία του προσπάθεια  να καταλήξει σε συμφωνία με τους Δυτικούς είχε αποτύχει. Η αξιοπιστία μας είχε ελαττωθεί . Μια εντελώς διαφορετική εξωτερική πολιτική ήταν αναγκαία για την ασφάλεια της Ρωσίας και έπρεπε να βρεθεί νέος σοβαρός συντελεστής».
 Αυτό ήταν το Σύμφωνο Μολότωφ Ρίμπεντροπ. Θα τρίζουν τα κόκαλα του Τσώρτσιλ βλέποντας τους πολιτικούς του απογόνους- αλλά δυστυχώς και τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους - να ψηφίζουν αυτές τις ανοησίες.

Υ.Γ. Η συζήτηση για τα εγκλήματα του σταλινισμού , για τις περιπέτειες των διαφόρων εκδοχών του κομμουνισμού  και των ποικίλων επαναστατικών κινημάτων ( Βιετνάμ, Κούβα,) προφανώς πρέπει να γίνεται. Πολλοί από εμάς την έκαναν πολύ πριν από διάφορους όψιμους κατηγόρους, συνήθως μεταμελημένους αριστερούς «που έχασαν την μπάλα». Εδώ όμως πρόκειται για άλλο πράγμα. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ακόμα και ευρωβουλευτές της ΝΔ , το συνειδητοποίησαν και ψήφισαν αναλόγως. Αφήνοντας στην μοναξιά της την κυρία Μισέλ Ασημακοπούλου , στο ίδιο μήκος κύματος με τον ανανήψαντα αριστερό κύριο Απόστολο Δοξιάδη.

thecaller.gr  3/10/2019


Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2019

Εξάρχεια ή το δάσος των συμβόλων

του Νικόλα Σεβαστάκη

O Τάκης Σπυριδάκης που πέθανε προ ημερών συμβόλιζε για τους περισσότερους τον τύπο μιας χαμένης ροκ ελευθεριότητας. Στη μορφή του, στο ύφος της ομορφιάς του και στη φθορά ακόμα των ρυτίδων που ήρθαν μετά ένας κόσμος πρόβαλλε εικόνες μιας αντισυμβατικότητας ανάμεικτης με μια παλιού τύπου εντιμότητα και ένα αλέγρο στυλ: την πίστη, ας πούμε, σε έναν ορισμένο τρόπο ζωής που δεν είναι αυτός της πλειοψηφίας, μα κάποιων ιδιαίτερων ανθρώπων.   Παρ' όλα αυτά, όπως μαθαίνουμε, ο Σπυριδάκης αγαπούσε την τζαζ και όχι τόσο τη ροκ. Και πολλά απ' όσα θα του αποδώσει η φαντασία του κοινού μάλλον δεν ανταποκρίνονται στις αλήθειες της ζωής του.

 Σκέφτομαι τον Τάκη Σπυριδάκη και όλο εκείνο το σύμπαν του Νίκου Νικολαΐδη –πρόσωπα, ήχοι, χρώματα‒ καθώς από καιρό θέλω να γράψω για τα Εξάρχεια. Κάτι, όμως, με εμπόδιζε και ακόμα με δυσκολεύει: το ότι τα Εξάρχεια δεν είναι ένα θέμα ανάμεσα στα άλλα, μα από καιρό έχουν γίνει ατζέντα κορυφής και ένας συμβολικός τόπος όπου, όπως φαίνεται, κρίνονται και διαχωρίζονται ορατά και αόρατα στρατεύματα και συμμαχίες. Υπάρχουν οι δηλωμένα φιλοεξαρχειώτες και οι αντιεξαρχειακοί. Υπάρχουν και όσοι/-ες προσπαθούν, συχνά με νύχια και με δόντια, να διατηρήσουν μια κάποια απόσταση από τις εύκολες απαντήσεις. 
  Όπως συνέβη και με τις εμβληματικές περσόνες του παρελθόντος τους, φιγούρες του αναρχικού πανθέου, καλλιτέχνες της αυτοκαταστροφικής υπέρβασης και εραστές της νυχτερινής μέθης, στα Εξάρχεια όλα πάνε να βουλιάξουν κάτω από τα σύμβολα. Σαν να μην πηγαίνει εκεί άνθρωπος για γάλα και τσιγάρα στο ψιλικατζίδικο της γωνίας, σαν να μην υπάρχουν καρότσια μωρών και κλινήρεις γέροι, σαν να μην κατοικούν μηχανικοί που ψήφισαν τον Ιούλιο Κυριάκο Μητσοτάκη, παρά μόνο αρχιτέκτονες της γενιάς του '60 που αγάπησαν σφόδρα τον Αλέξη Τσίπρα – αν και μέχρι πριν από λίγα χρόνια θα τον θεωρούσαν συμβιβασμένο ρεφορμιστή.   Με δυο λόγια, τα Εξάρχεια έχουν εξαϋλωθεί κι έχουν γίνει παρανάλωμα κάποιων πολιτικών ονείρων.

Τώρα όμως δυο βλέμματα ψάχνουν να εξηγηθούν μεταξύ τους, εξοφλώντας παλιούς λογαριασμούς.   Ένα αντικαθεστωτικό χωριό πίσω από το οποίο στεγάζονται τα πιο διαφορετικά πράγματα: νοσταλγίες της πρώτης νεότητας, κληρονομημένοι φόβοι για τον μπάτσο, αριστερά τραύματα. Στο πέρασμα των χρόνων, η θρησκεία της εξέγερσης έγινε τελετή ενηλικίωσης ανήσυχων νέων, μαζί όμως και παιχνίδι ισχύος και μια ρουτίνα μητροπολιτικής καταστροφικότητας σε αναμονή κάποιου μεγάλου Τελικού Πολέμου. 
Το ένα βλέμμα –ας το ονομάσω, καταχρηστικά, δεξιό, αν και δεν περιορίζεται σε ένα κομματικό κοινό‒ ονειρεύεται μια ανέφικτη προαστιακή ευπρέπεια, έναν Χολαργό στη θέση των ταγκαρισμένων νεοκλασικών του εξαρχειώτικου βιότοπου. Εδώ, η τάξη ταυτίζεται με τη χαμένη αστική ομοιογένεια ή με την κατάργηση κάθε ανατρεπτικής παραφωνίας. Δεν είναι, όμως, τόσο η ευνομία που ενδιαφέρει όσο η εικόνα της επιβολής του νόμου που ενθουσιάζει. Κάπου εδώ ξεπροβάλλει η ανακούφιση και η χαρά στο ενδεχόμενο να γκρεμιστούν τα «τσαντίρια» και όλα όσα συνδέονται με αυτά.  
Πόσο εύκολο είναι να λυθεί ο σύγχρονος «γρίφος» των Εξαρχείων; Δεν είναι όμως αυτή όλη η ιστορία. Απέναντι σε αυτό το βλέμμα, και σε μεγάλο βαθμό εδώ και καιρό χορηγός του, ζει και αναπαράγεται η θρησκεία της εξέγερσης. Ένα αντικαθεστωτικό χωριό πίσω από το οποίο στεγάζονται τα πιο διαφορετικά πράγματα: νοσταλγίες της πρώτης νεότητας, κληρονομημένοι φόβοι για τον μπάτσο, αριστερά τραύματα.   Στο πέρασμα των χρόνων, η θρησκεία της εξέγερσης έγινε τελετή ενηλικίωσης ανήσυχων νέων, μαζί όμως και παιχνίδι ισχύος και μια ρουτίνα μητροπολιτικής καταστροφικότητας σε αναμονή κάποιου μεγάλου Τελικού Πολέμου. Τέλος, έχει μπει στη μέση, και ορίζει πια ένα κομμάτι της επικράτειας, η αισθητική του μηδενισμού και η νοσηρή κανονικοποίηση των καμένων κάδων. Και από δίπλα, αυτό που στη γλώσσα των ημερών έχει ονομαστεί ναρκομαφίες και η δική τους σκοτεινή παραεξουσία. 

 Αυτό που αφήνεται έξω από το σκηνικό δράμα της εξέγερσης και της αντιεξέγερσης είναι η καθημερινότητα. Δεν χρησιμοποιώ τη λέξη της μόδας «κανονικότητα» που έγινε κι αυτή πια ιδεολογικό σύμβολο (σωτήριος στόχος για τους μεν και ανάθεμα για τους δε), αλλά αναφέρομαι στη χαμηλής κλίμακας καθημερινότητα που δεν θέλει να εκπροσωπείται από τους επαγγελματίες των συμβολισμών. Ας το ορίσουμε διαφορετικά: τα Εξάρχεια υποφέρουν από κορεσμό συμβολικών πολέμων και ακραίων ιδεολογικών στοιχημάτων. 
 
Συγχρόνως, πιέζονται και από νέες μηχανές ομογενοποίησης, από το Αirbnb και τον δικό του ταξικό και πολιτισμικό ηγεμονισμό που χαράζει νέες διαιρέσεις μέσα στην κατακερματισμένη πόλη. Το βέβαιο είναι πως έχουν γίνει περισσότεροι όσοι βλέπουν τώρα τα Εξάρχεια ως ένα σύνολο παραπτωμάτων και παραβάσεων. Ειδικά εξ αποστάσεως, πολλοί δεν μπορούν να φανταστούν κάτι άλλο εκτός από τα γεγονότα του αστυνομικού δελτίου.   Από την άλλη πλευρά βρίσκουμε όσους τα αγκαλιάζουν φιλόστοργα, σαν να είναι πάντα τα Εξάρχεια των ηρωικών λόχων της ΕΠΟΝ ή οι ανάσες ελευθερίας και αντικομφορμισμού των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης. Απωθημένα ενός συντηρητισμού που από καιρό έχει πειστεί πως τα Εξάρχεια είναι η κόλαση και πείσματα και τύφλωση μιας αριστεράς που όλο και πιο συχνά πνίγεται στον ίδιο της τον λυρισμό.   Σε αυτό το σημείο έχουμε πάψει πια να καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει και ο ένας κλείνει τα μάτια με τον φόβο μήπως αληθεύει αυτό που ισχυρίζεται ο άλλος. Μιλάς με αριστερούς που φοβούνται το έγκλημα, μα δημοσίως μπαίνουν στο ρούχο της αντικαταστολής. Και από την άλλη, διαβάζεις τις απλουστευτικές τερατολογίες όσων θεωρούν πως τα Εξάρχεια είναι σαν το Μπρονξ πριν από τον δήμαρχο Τζουλιάνι.

Μπορούμε να σκεφτούμε κάτι διαφορετικό για τα Εξάρχεια; Εδώ που φτάσαμε, μοιάζει σχεδόν αδύνατο. Συναντά, μάλιστα, κανείς και την άποψη ότι δεν επιτρέπεται να έχεις καν λόγο γι' αυτά, παρά μόνο αν κατοικείς εκεί. Ή, έστω, μόνο αν έχεις περάσει εκεί άπειρες ώρες της ζωής σου. Τυχαίνει να καλύπτω το τυπικό προσόν των άπειρων ωρών, όμως τέτοιοι όροι φαίνονται εξωφρενικοί: είναι το δείγμα μιας σχεδόν tribal αλαζονείας που είναι βαθιά ολοκληρωτική στον πυρήνα της.   Στο κάτω-κάτω, τα Εξάρχεια είναι κομμάτι του κεντρικού ιστού της Αθήνας. Ανήκουν, όπως κάθε συνοικία και περιοχή της πρωτεύουσας, σε όλους και σε όλες, πέρα από τον εγωισμό κάθε ατομικής βιογραφίας και τα αναμνηστικά της. Πιστεύω, όμως, πως για να μιλήσουμε γι' αυτά και τη μοίρα τους πρέπει να εγκαταλείψουμε το ύφος του ιδιοκτήτη, του νόμιμου επικαρπωτή ή του αιώνιου κληρονόμου. Να αναγνωρίσουμε ότι η παρακμή και ο αυταρχισμός φυτρώνουν παντού, με όποιο σύστημα σκοπών και αν στολίζονται δημόσια. Και, φυσικά, να μην ταυτίζουμε το κράτος δικαίου και τους κανόνες του με τη «βρεγμένη σανίδα» των θυμωμένων παππούδων, πόσο μάλλον με το «αιματάκι των μπάχαλων».

 Όπως και σε πλείστα άλλα της ελληνικής ζωής, τα Εξάρχεια χρειάζονται περισσότερη αλήθεια. Όχι την καθήλωση στον μύθο τους ούτε την αντικατάσταση των παλιών μύθων από μια εκδικητική ψευδο-κανονικότητα. Έτσι κι αλλιώς, οι πολιτικές μνήμες και οι καλλιτεχνικές γενεαλογίες δεν μπορεί να αποκαθηλωθούν με διοικητικά μέτρα ούτε με αστυνομικές επιχειρήσεις. Ωστόσο, οι κάτοικοι της Στουρνάρη και της Τρικούπη πρέπει, επειγόντως, να αναπνεύσουν· τα παιχνίδια κυριαρχίας να αυτοπεριοριστούν· οι ρόλοι να αφήσουν επιτέλους χώρο στην κοινή ελευθερία, στην ανώνυμη και δίχως διακριτικά ελευθερία των πολλών. Γιατί, όπως και αν φανταστεί κανείς την ιδιαιτερότητά τους, τα Εξάρχεια δεν ανήκουν ούτε στην τέχνη, ούτε στα στέκια τους, ούτε στις συλλογικότητές τους. Δεν ανήκουν στις επίσημες ή στις underground αγορές τους. Ούτε καν στην ιστορία και σε μία και μοναδική κληρονομιά εναλλακτικού βίου.

 Μπορεί να υποθέσουμε ότι για διαφόρους λόγους της κοινωνικής τους σύνθεσης τα Εξάρχεια πολύ δύσκολα θα γίνουν συντηρητικά. Κανένας όμως δεν είναι υποχρεωμένος να ακούει πανκ αν του αρέσει η τζαζ, ούτε να συμμετέχει σε καταδρομικές περφόρμανς αν αγαπάει τη νομιμότητα. Έτσι κι αλλιώς, η ανθρώπινη συνύπαρξη είναι ευθύνη και αυτοπεριορισμός. Αυτό που δεν έχει νόημα είναι η αιχμαλωσία της καθημερινότητας και η συμφιλίωση με τον φόβο. 

www.lifo.gr 19/9/2019

Τετάρτη 7 Αυγούστου 2019

Το κράτος σε ρόλο ιστοριογράφου...

του Παντελή Μπουκάλα

Για την ιστορία, όπως τη ζούμε σήμερα, εν θερμώ, στην εφημεριδογραφική και διαδικτυακή διάστασή της, ίσως έχει κάποια σημασία η είδηση ότι «οι σαμαρικοί της Ν.Δ. ενοχλήθηκαν με τον ορισμό της κ. Γιάννας Αγγελοπούλου ως επικεφαλής της Επιτροπής “Ελλάδα 2021”».
 Για την ιστορία, ωστόσο, που θα γραφτεί σε δύο ή τρεις δεκαετίες, με αξιολογική αυστηρότητα, η «ενόχληση» αυτή θα είναι παντελώς αδιάφορη. Ούτε καν μια υποσημείωση.

Μικρό –εγκυκλοπαιδικό– ενδιαφέρον θα έχει αναδρομικά και η καθαυτό επιλογή της ολυμπιάρχου του 2004, παρεκτός και επιβεβαιωθούν –όπως είναι το πιθανότερο– οι φόβοι ότι η κ. Αγγελοπούλου επελέγη από τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη με όρους θεάματος, όχι πνεύματος. 

Αλίμονο όμως αν συρρικνωθεί σε μερικά θεαματικά events η επέτειος-ορόσημο, τα διακόσια χρόνια από μια Επανάσταση που συντάραξε τον κόσμο όλον. Τα πυροτεχνηματικά σόου μπορούν να υπηρετήσουν μόνο τη διαιώνιση της εξιδανικευτικής ρητορικής και των αυτοκολακευτικών μυθευμάτων που αντέχουν επί δύο αιώνες, σε πείσμα της αδέκαστης πλην μη υιοθετούμενης από τους ποικίλους πολιτειακούς μηχανισμούς ιστοριογραφίας. 

Σε μια τέτοια περίπτωση, η κληρονομιά της επετείου δεν θα έχει μεγαλύτερη αξία από τη διαβόητη «ολυμπιακή κληρονομιά»: ημιαχρηστευμένες γιγαντιαίες εγκαταστάσεις και πολλοί, πάρα πολλοί καθρέφτες σπασμένοι από τη ματαιοδοξία που κατοπτρίστηκε πάνω τους. Χυμός, κανένας.

Για να γεννηθούν χυμοί ανθεκτικοί στον χρόνο, για να ’χουν λόγο οι Ελληνες σε δύο ή τρεις δεκαετίες να ασχοληθούν με το 2021, η επέτειος πρέπει να οργανωθεί από ένα πνεύμα δίκαια κριτικό και έντιμα αυτοκριτικό. Αυτό είναι το μόνο ικανό να διακονήσει την ουσιώδη αυτογνωσία μας, κλαδεύοντας τους μύθους που υποτίθεται πως είχε ανάγκη η εθνική μας αυτοπεποίθηση στην πρώτη ηλικία της.
 Ιχνη τέτοιου πνεύματος δεν διακρίνονται στο άρθρο 113 του σχεδίου νόμου για το επιτελικό κράτος, που ορίζει, με τσαπατσούλικα ελληνικά, τα της Επιτροπής: «Σκοπός της Επιτροπής είναι [...] (γ) η ανάπτυξη του εθνικού αφηγήματος της Ελλάδας με σκοπό τη δημιουργία ενιαίας εικόνας και ταυτότητας της χώρας και των φορέων του κράτους».
 Δηλαδή, να φτιάξουμε ένα «εθνικό αφήγημα», που θα φτιάξει την «ενιαία εικόνα της χώρας» (πρώτα η εικόνα) και την «ενιαία ταυτότητά» της. Το κράτος-συγγραφέας, κανονιστικός και δεσποτικός, ιδιοκτήτης της μιας και μόνης αληθείας. Το κράτος-ιστοριογράφος της σχολής του Προκρούστη. 

Αν αυτό είναι το πρώτο στάδιο της εξαγγελθείσας «επανάστασης στον πολιτισμό», ποια τα επόμενα;...

www.kathimerini.gr

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2019

Ανέφικτη και απρόσφορη η "κατάργηση" του ασύλου


του Γιώργου Σωτηρέλη

«Σύμφωνα με παλιά ευρωπαϊκή παράδοση, η τήρηση της τάξης και της ασφάλειας στο σύνολο των χώρων των προορισμένων για την εξυπηρέτηση της λειτουργίας των Α.Ε.Ι. ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα και ευθύνη των αρχών που διοικούν το ίδρυμα. Το πανεπιστημιακό άσυλο, προστατεύοντας όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, διδάσκοντες και διδασκομένους, και γενικά όσους βρίσκονται εκεί με την δημοκρατικά εκφρασμένη συναίνεση των αρμόδιων ακαδημαϊκών οργάνων, συνέχεται άρρηκτα τόσο με την ελευθερία της επιστημονικής έρευνας και διδασκαλίας όσο και με την "πλήρη αυτοδιοίκηση" των ΑΕΙ και συνεπώς εμπεριέχεται ουσιαστικά στην κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας που ενεργείται με το άρθρο 16 του Συντάγματος». Αριστόβουλος Μάνεσης, "Η συνταγματική προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, Συνταγματική Θεωρία και Πράξη", τ. Ι, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 1980, σ. 702-703.
Να καταργηθεί ή να μην καταργηθεί το άσυλο; Το ζήτημα αυτό, που ανήχθη από την σημερινή κυβέρνηση σε μείζονα προτεραιότητα, είναι πράγματι σοβαρό και έχει ποικίλες προεκτάσεις. Ωστόσο, οι σχετικές εξαγγελίες βρίθουν από ψευδεπίγραφα και λεονταρισμούς και σε κάθε περίπτωση ερείδονται σε εντελώς λανθασμένη βάση. Ας δούμε το γιατί:
Τόσο –και ιδίως– η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση αντιμετωπίζουν το άσυλο αποκλειστικά και μόνο υπό το πρίσμα της πολιτικής σκοπιμότητας. Η μεν κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε μια συστηματική και εμμονική δαιμονοποίηση και συκοφάντηση του ασύλου, φορτώνοντας σε αυτό όλα τα προβλήματα που κατατρύχουν το Πανεπιστήμιο, η δε αξιωματική αντιπολίτευση οχυρώνεται με πάθος πίσω από τις –ατυχείς– σχετικές νομοθετικές ρυθμίζεις της, εθελοτυφλώντας και πετώντας την μπάλα στην εξέδρα.
Ωστόσο, καμία από τις δύο πλευρές δεν προσεγγίζει το άσυλο στην σωστή του διάσταση, τόσο επί της ουσίας όσο και επί της διαδικασίας. Το ζήτημα της κατάργησης του ασύλου είναι προεχόντως συνταγματικό και όχι πολιτικό. Κατά συνέπειαν, πριν συζητήσουμε για το αν πρέπει να καταργηθεί το άσυλο πρέπει να εξετάσουμε πρώτον τι είναι πράγματι αυτό το άσυλο και δεύτερον αν μπορεί όντως να καταργηθεί. Ειδικότερα:

Α. Το άσυλο ως συνταγματική εγγύηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας

Όπως προκύπτει σαφώς από την θεμελίωση του κορυφαίου Έλληνα συνταγματολόγου αείμνηστου Αριστόβουλου Μάνεση, που τέθηκε ως προμετωπίδα στο ανά χείρας κείμενο, το πανεπιστημιακό άσυλο δεν είναι μια απλή νομοθετική ρύθμιση αλλά ένας συνταγματικός θεσμός, συνυφασμένος με το «πλήρως αυτοδιοίκητο» του Πανεπιστημίου, που ισχύει, παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, σε όλες τις δημοκρατικές χώρες και συνδέεται στενά με την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Πανεπιστημίου.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για συνταγματική εγγύηση, που απορρέει από το άρθρο 16 του Συντάγματος και προστατεύει έναν συγκεκριμένο ακαδημαϊκό χώρο, όχι σαν «ταμπού» αλλά ως βιόσφαιρα ορισμένων δικαιωμάτων που συνδέονται άρρηκτα με αυτόν. Ως εκ τούτου αποβλέπει αποκλειστικά και μόνον στην διασφάλιση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, δηλαδή της ελευθερίας διδασκαλίας, και των συναφών ελευθεριών της έρευνας και της επιστήμης, όπως εξειδικεύονται στον χώρο του Πανεπιστημίου. Δεν είναι δηλαδή ένα εν γένει «άσυλο ιδεών», όπως εσφαλμένα το αποκαλούν οι περισσότεροι, διότι η ελευθερία της διάδοσης των ιδεών προστατεύεται πλήρως από το Σύνταγμα για όλους και δεν έχει ανάγκη ιδιαίτερης αντιμετώπισης εντός του Πανεπιστημίου.
Για να το πούμε απλά, το πανεπιστημιακό άσυλο σημαίνει, ως προς την ακαδημαϊκή ελευθερία, ό,τι περίπου και το άσυλο κατοικίας ως προς το δικαίωμα του ιδιωτικού βίου. Δηλαδή ότι κανείς, εκτός από τα υποκείμενα της ακαδημαϊκής ελευθερίας (διδάσκοντες και φοιτητές), δεν δικαιούται να εισέρχεται και πολύ περισσότερο να παραμένει εντός των (περίκλειστων) χώρων του Πανεπιστημίου, χωρίς πρόσκληση από τους συλλογικούς φορείς των διδασκόντων και των φοιτητών αλλά και χωρίς άδεια από τις αυτοδιοικητικές του αρχές.

Β. Το άσυλο σαν πρόσχημα για την επικράτηση δυναμικών μειοψηφιών

Το άσυλο ισχύει «έναντι οποιουδήποτε» (με βάση και την συνταγματικά πλέον κατοχυρωμένη αρχή της τριτενέργειας). Άρα και απέναντι στις ποικίλες ιδιωτικές εξουσίες που εισβάλλουν συχνά στον χώρο των Πανεπιστημίων, χωρίς την άδεια των αυτοδιοικητικών αρχών τους –αλλά και χωρίς πρόσκληση των φορέων της ακαδημαϊκής κοινότητας– και παραβιάζουν βάναυσα τα προεκτεθέντα δικαιώματα, με βανδαλισμούς, άσκηση ιδεολογικής τρομοκρατίας, αποκλεισμούς γραφείων διδασκόντων και άλλα θλιβερά παρόμοια.
Στην περίπτωση αυτή λοιπόν δεν φταίει το άσυλο, αφού έχει ήδη παραβιασθεί, αλλά η ατολμία και η έλλειψη δημοκρατικής ευθύνης των πανεπιστημιακών αρχών, οι οποίες οφείλουν να ζητούν από τις δυνάμεις της τάξης όχι την άρση του ασύλου αλλά την άρση της παραβίασης του ασύλου από τις ως άνω δυναμικές μειοψηφίες (τους λεγόμενους «μπαχαλάκηδες») αλλά και από διαφόρους μικροεγκληματίες, που εκμεταλλεύονται την κατάσταση με ποικίλες παραβατικές συμπεριφορές. Όσο δε για τις περιπτώσεις σοβαρής εγκληματικότητας, μια τέτοια άδεια δεν χρειάζεται καν, διότι κατά την ισχύουσα νομοθεσία η αστυνομία μπορεί να παρέμβει όταν «διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήματα ή αυτόφωρα εγκλήματα κατά της ζωής».

Γ. Το άσυλο δεν μπορεί να καταργηθεί

Με δεδομένη, λοιπόν, την συνταγματική του κατοχύρωση, το άσυλο δεν μπορεί να καταργηθεί. Θα συνεχίσει να ισχύει ακόμη και αν δεν υπάρχει σχετική νομοθετική ρύθμιση, όπως συνέβη άλλωστε με τον προηγούμενο «νόμο Διαμαντοπούλου» (έναν νόμο συντηρητικό, προβληματικό και πολλαπλά υπερτιμημένο, για τον οποίο το επιχείρημα ότι ψηφίσθηκε με ευρεία πλειοψηφία παραβλέπει το ότι και η κάκιστη ισχύουσα συνταγματική ρύθμιση για την ευθύνη υπουργών έλαβε επίσης ευρεία –και ακόμα μεγαλύτερη– πλειοψηφία…).
Ας αναλογισθούμε λοιπόν τι άλλαξε με εκείνον τον νόμο, επί της ουσίας, σε σχέση με την προγενέστερη κατάσταση. Η απάντηση είναι προφανής: απολύτως τίποτε. Ούτε οι πρυτάνεις άρχισαν να παίρνουν σχετικές πρωτοβουλίες για να προκαλέσουν επέμβαση της αστυνομίας, είτε λόγω ευθυνοφοβίας είτε φοβούμενοι τυχόν θλιβερές συνέπειες εντός του Πανεπιστημίου, αλλά ούτε και οι εισαγγελικές αρχές έδειξαν καμία διάθεση να διατάξουν μια τέτοια επέμβαση, με αποτέλεσμα να μην προκύψει βελτίωση της κατάστασης ούτε καν για αυτόφωρα κακουργήματα.
Στη συνέχεια βέβαια ήρθε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η νομοθετική πολιτική της οποίας για το Πανεπιστήμιο υπήρξε γενικά άκρως προβληματική και εν πολλοίς πελατειακή. Στο συγκεκριμένο δε ζήτημα, οι εκλεκτικές συγγένειες με τους πάσης φύσεως «μπαχαλάκηδες» τον οδήγησε στο να χαϊδεύει διαρκώς τα αυτιά του κατ’ευφημισμόν «ώριμου» φοιτητικού κινήματος» και να ανέχεται τις αντιδημοκρατικές πρακτικές των διάφορων «γκροπούσκουλων», που εκφράζουν μεν μικρό μέρος των φοιτητών πλην όμως επιμένουν να επιβάλλον τις απόψεις τους με κάθε μέσο.
Στο πλαίσιο αυτής της νοοτροπίας, η αντιμετώπιση του ασύλου ήταν η χειρότερη δυνατή: επανέφερε, ως προς την αρμοδιότητα πρόσκλησης της αστυνομίας, το βραδυκίνητο και προβληματικό σχήμα του πρυτανικού συμβουλίου, αντί του πρύτανη τον οποίο ορθά είχε ορίσει αποκλειστικά υπεύθυνο, για να διασφαλίσει αμεσότητα και ευελιξία, ο «νόμος Γιαννάκου» (ένας πράγματι ένα ισορροπημένος και προσεκτικός νόμος, που θα μπορούσε, γενικώς, με ορισμένες τροποποιήσεις, να αποτελέσει μια καλή βάση συζήτησης).
Από την μια λοιπόν η κακή νομοθετική ρύθμιση του ασύλου και από την άλλη η συγκεκριμένη «ανεκτικότητα» του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι σε φαινόμενα ανομίας και εξουσιαστικής βίας στο Πανεπιστήμιο (συχνά μάλιστα στο όνομα αντιεξουσιαστικών αρχών…) οδήγησαν σε εμφανή χειροτέρευση της κατάστασης, την οποία τώρα επικαλείται η κυβέρνηση για να επιβάλει, στην πραγματικότητα, μια ευθεία καταστρατήγηση του Συντάγματος. Διότι περί αυτού πρόκειται όταν επιχειρεί απροκάλυπτα να ταυτίσει το «πλήρως αυτοδιοικούμενο» κατά το Σύνταγμα Πανεπιστήμιο –με τις πολλές και προφανείς θεσμικές ιδιαιτερότητες και εγγυήσεις του– με οποιαδήποτε άλλη δημόσια υπηρεσία…

Δ. Η νομοθετική ρύθμιση δεν πρέπει να εξαλειφθεί αλλά να αλλάξει

Ακόμη όμως και αν ξεχάσουμε προς στιγμήν το Σύνταγμα, όπως κάνει δυστυχώς ο πρωθυπουργός αλλά και η νέα υπουργός παιδείας –παρότι νομικός…– το μεγάλο ερώτημα είναι το ακόλουθο: μπορεί η εξαγγελλόμενη κατάργηση του ασύλου να απαλλάξει τα ΑΕΙ από τα προαναφερθέντα προβλήματά τους;
Η θέση μου και αυτό το επίπεδο είναι απολύτως αρνητική. Πρώτον, διότι η σχετική –σχηματική, απλουστευτική και εν τέλει παραπλανητική– επιχειρηματολογία θυμίζει το γνωστό: «πονάει πόδι, κόβει κεφάλι». Δεύτερον, διότι ανάλογα φαινόμενα με αυτά που συμβαίνουν στο Πανεπιστήμιο παρατηρούνται, εδώ και δεκαετίες, και σε χώρους που δεν προστατεύονται από το άσυλο.
Αρκεί να θυμηθούμε τα επανειλημμένα κρούσματα βανδαλισμών και σε σχολεία της μέσης εκπαίδευσης καθώς και σε πλείστα όσα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια –με αποκορύφωμα αυτό που συνέβη κατά τα «δεκεμβριανά» του 2008, με πλήρη απουσία της αστυνομίας– αλλά και τις ουκ ολίγες περιπτώσεις βίαιης αποβολής συναδέλφων από εξωπανεπιστημιακές αίθουσες, και πάλι με πλήρη απουσία της αστυνομίας.
Τρίτον δε, και σπουδαιότερον, διότι η κατάργηση του ασύλου είναι μια εύκολη υπεκφυγή για να αποφευχθεί το μείζον. Το πώς δηλαδή θα επιτευχθεί μια ισορροπία στον ευαίσθητο χώρο του Πανεπιστημίου, με επίκεντρο την δημοκρατική ευθύνη των πρυτάνεων, κατά τα ανωτέρω, αλλά και με συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις που θα αντιμετωπίζουν το άσυλο στην πραγματική του διάσταση: ως συνταγματική εγγύηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, που πρέπει να εξειδικευθεί προσεκτικά, και όχι σαν άλλοθι για την άσκηση εξουσιαστικής βίας, είτε από τους πολεμίους του είτε από τους δήθεν υπερμάχους αλλά στην πραγματικότητα υπονομευτές του…
Η καλύτερη δε λύση, προς αυτήν την κατεύθυνση, αντί των διάφορων ανέφικτων, απρόσφορων και εν τέλει ανεύθυνων εξαγγελιών, θα ήταν να ιδρυθεί ένα ειδικό και κατάλληλα εκπαιδευμένο σώμα φύλαξης των Πανεπιστημίων, που θα τεθεί στη διάθεση των Πρυτάνεων για να διασφαλίσει την εφαρμογή του (πραγματικού) πανεπιστημιακού ασύλου erga omnes.
Να διασφαλίσει, δηλαδή, ότι στον χώρο των Πανεπιστημίων θα κινούνται μόνον αυτοί που ανήκουν στην ακαδημαϊκή κοινότητα –ή προσκαλούνται από αυτήν– χωρίς να καταλείπεται κανένα περιθώριο, σε οποιονδήποτε, είτε να αναπτύσσει παραβατικές συμπεριφορές, εκμεταλλευόμενος ένα δήθεν «άβατο», είτε να επιβάλλει έναν ιδιότυπο «αριστερό μακαρθισμό», αποκλείοντας δογματικά και αυθαίρετα μη αρεστές επιστημονικές θέσεις, θεωρητικές απόψεις και ευρύτερες ιδεολογικοπολιτικές προσεγγίσεις…
www.slpress.gr  16/7/2019

Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

Σύντομο σχόλιο για εκλογές, ερμηνεία αποτελεσμάτων και στρατηγικές συμμαχιών

Αποτέλεσμα εικόνας για δεξια αριστερα



Ιστορικά, στην Ελλάδα ο πέραν της Δεξιάς ,Αριστερός-Κεντροαριστερός χώρος ήταν πλειοψηφικός εκλογικά μόνο όταν πληρούσε τις παρακάτω δύο προυποθέσεις συμμαχιών:

1. Κοινωνική συμμαχία των κατώτερων πληβειακών κοινωνικών στρωμάτων , με τα δυναμικά ανερχόμενα τμήματα των μεσοστρωμάτων ( και όχι τη μεσαία τάξη γενικώς), οριακά δε με ακόμα και με τα λίγα  πιο προοδευτικά τμήματα των ανωτέρων στρωμάτων.

2. Πολιτική συμμαχία του ευρύτερου Αριστερού-Κεντροαριστερού χώρου , ανεξάρτητα με τις μορφές που αυτή έπαιρνε κάθε ιστορική συγκυρία (ενιαίο συμμαχικό σχήμα ή διαφορετικές κομματικές εκφράσειςή ανοχή και συμπάθεια προς τον κεντρικό κορμό της συμμαχίας αυτής από τα επιμέρους μικρότερα τμήματά της κλπ), ή πρόκειται να πάρει στο μέλλον.

Υ.Γ (1) Το ζήτημα των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών είναι το κεντρικό πρόβλημα κάθε πολιτικής στρατηγικής. Χωρίς αυτό δεν πας πουθενά.

(2)Το Κέντρο δεν είναι πολιτικός χώρος, είναι σημείο  διαχωρισμού των δυο πολιτικών χώρων που ορίζονται στην γραμμή της πολιτικής διαπάλης (Δεξιά- Αριστερά) στην Δημοκρατία.


Τετάρτη 27 Μαρτίου 2019

Το εθνικόν, το αληθές και ο ντεμέκ πατριωτισμός

του Γιώργου Καρελιά

Αν έχουν κάποια σημασία οι εμβληματικές ιστορικές φράσεις, αυτή αναδεικνύεται πρωτίστως όταν επιχειρείται θηριώδης διαστρέβλωση βασικών εννοιών τους, είτε από άγνοια και ασχετοσύνη είτε-το χειρότερο- από κακόβουλη σκοπιμότητα.

Στον Διονύσιο Σολωμό αποδίδεται η προτροπή «το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι Αληθές». Δεν ξέρουμε, φυσικά, πώς ο ίδιος θα την «μετέφραζε» στη σημερινή συγκυρία. Όμως, είναι βέβαιο ότι όσα «εθνικά» συμβαίνουν εδώ και ένα χρόνο γύρω από το Μακεδονικό δεν έχουν καμιά σχέση με την αλήθεια. Ο δε διαχεόμενος «πατριωτισμός», σε αντιπαραβολή με την διαπραχθείσα «προδοσία», είναι ψεύτικος, ως καθοδηγούμενος από την πολιτικο-κομματική σκοπιμότητα.

Αλήθεια πρώτη: Ελληνική ήταν η Αρχαία Μακεδονία, κάτι που ουδείς πλέον αμφισβητεί. Η Συμφωνία των Πρεσπών το κατέστησε αδιαμφισβήτητο και το αποδέχεται η άλλη πλευρά με συνεχείς και καθαρές δηλώσεις των ηγετών της.

Αλήθεια δεύτερη: στην πορεία των αιώνων η γεωγραφική περιοχή με το όνομα Μακεδονία υπέστη πολλές μεταβολές. Το 1913 η Συνθήκη του Βουκουρεστίου καθόρισε ότι μοιράζεται μεταξύ τριών χωρών: Ελλάδα, Γιουγκοσλαβία, Βουλγαρία(χοντρικά 50%, 30%, 20%). Επομένως, το σύγχρονο ελληνικό σύνθημα «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική» είναι ψευδές.

Αλήθεια τρίτη: μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ανέκυψε το νεο-Μακεδονικό ζήτημα. Αντί η ελληνική πολιτική ηγεσία να επιδιώξει τότε μια εθνικά συμφέρουσα λύση για το πρόβλημα, υιοθέτησε μια τυχοδιωκτική τακτική, με το βλέμμα στραμμένο στις εσωτερικές εκλογικές σκοπιμότητες. Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο: ο εθνικιστικός παροξυσμός δεν επέτρεψε να βρεθεί καμιά λύση και το θέμα του ονόματος χάθηκε. Ολες οι χώρες και τα μέσα ενημέρωσης του κόσμου γνώριζαν μία χώρα με το όνομα Μακεδονία, αυτήν που είχε πρωτεύουσα τα Σκόπια. Η ελληνική πολιτική τάξη, μετά την αρχική τύφλωση, κατάλαβε την ήττα και προσπάθησε να την περιορίσει με το ακρωνύμιο FYROM(ελληνιστί ΠΓΔΜ).

Αλήθεια τέταρτη: μόλις άλλαξε η ηγεσία στη γειτονική χώρα και ο μετριοπαθής Ζάεφ εξοβέλισε τον εθνικιστή Γκρουέφσκι, η ευκαιρία για μια λύση δόθηκε και σωστά η κυβέρνηση Τσίπρα την άδραξε. Η Συμφωνία των Πρεσπών κατάφερε αυτό που επιδίωκαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις μετά το 1992: η γειτονική χώρα άλλαξε το όνομά της, το σκέτο Μακεδονία έφυγε και το Βόρεια Μακεδονία πήρε τη θέση του.

Αλήθεια πέμπτη: τα κόμματα της αντιπολίτευσης που έχουν κυβερνήσει γνωρίζουν πολύ καλά ότι η βασικός-και μοναδικός μέχρι πρόσφατα- στόχος της Ελλάδας, που ήταν σύνθετη ονομασία erga omnes, επετεύχθη στο ακέραιο. Αλλά η κομματικο-εκλογική σκοπιμότητα δεν τους επέτρεψε να το παραδεχθούν. Και άρχισαν να «ξεχνούν», αφού δεν τους συνέφερε πια, ότι «το όνομά μας είναι η ψυχή μας»( η γειτονική χώρα έπαψε να λέγεται-σκέτο- Μακεδονία, ενώ η Ελλάδα δεν άλλαξε κανένα όνομα, πουθενά) και να ανακαλύπτουν τη γλώσσα και την εθνότητα. Προφάσεις εν αμαρτίαις. Ο κ. Μητσοτάκηςκαι η κυρία Γεννηματά συμπεριφέρονται τυχοδιωκτικά.

Σήμερα υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ πάνε να μιλήσουν σε πόλεις της Βόρειας Ελλάδας. Εξω από τις αίθουσες των ομιλιών μαζεύονται μερικοί τύποι, των οποίων οι μισές από τις κραυγές είναι του επιπέδου «καθάρματα», «μο...ανα», «προδότες». Οι πιο πολιτικοποιημένοι φωνάζουν «αλήτες-προδότες-πολιτικοί». Τι μας θυμίζουν αυτά; Το «γ……. η μάνα του Μπουτάρη», που φώναζαν κάποιοι (συλλ)αλητήριοι εν χορώ πέρυσι στη Θεσσαλονίκη. Και το αντίστοιχο «η δημοκρατία πούλησε την Μακεδονία».

Τα αντιπολιτευόμενα την κυβέρνηση μέσα ενημέρωσης(νομίζουν ότι) ανακαλύπτουν φλέβα χρυσού. Η προβολή των βίντεο που έχουν τραβηχτεί δίνει και παίρνει. Αφού «προδότες» είναι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ, όλα καλά. Ο σκοπός εξυπηρετείται. Να πέσει πάση θυσία ο ΣΥΡΙΖΑ και όλα τα άλλα δεν ενδιαφέρουν.

Όμως, όσοι κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν πως τέτοια συνθήματα δεν στρέφονται (μόνο) κατά του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να το καταλάβουν με οδυνηρό τρόπο σύντομα. Αν οι «προδότες» του ΣΥΡΙΖΑ «πούλησαν» την Μακεδονία, αύριο θα έρθει η σειρά κάποιων άλλων «προδοτών», που δεν θα αποκαταστήσουν την «προδοσία». Αλλωστε, το σύνθημα λέει ότι «η δημοκρατία πούλησε την Μακεδονία». Δεν έχει, δηλαδή, στόχο (μόνο) τον ΣΥΡΙΖΑ. Την δημοκρατία έχει στόχο. Το άλλο σύνθημα «αλήτες-προδότες-πολιτικοί» δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για την χρυσαυγίτικη προέλευσή του. Και αναφέρεται σε όλους τους πολιτικούς της δημοκρατίας. Οσοι νομίζουν ότι έχει στόχο μόνο τους ΣΥΡΙΖΑίους πολιτικούς πλανώνται πλάνην οικτράν.

Όπως ένιοι (ευήθεις) ΣΥΡΙΖΑίοι του 2011 δεν καταλάβαιναν τι έκαναν όταν αποκαλούσαν «γερμανοτσολιάδες» τους υπουργούς του ΠΑΣΟΚ, το ίδιο δεν καταλαβαίνουν όσοι σιγοντάρουν σήμερα χρυσαυγίτικα συνθήματα εναντίον των «προδοτών» υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ. Οσοι επένδυσαν στον άρρωστο «μακεδονισμό» δαιμονοποιώντας την Συμφωνία των Πρεσπών, να ξέρουν ότι ο Βουκεφάλας σύντομα θα στραφεί εναντίον τους. Και είναι κρίμα που πρώην πρωθυπουργοί(ο Σημίτης, ο Καραμανλής, ο Παπανδρέου), οι οποίοι συμφωνούν με τη λύση και την επιδίωξαν στο πρόσφατο παρελθόν, δεν τόλμησαν να πουν καθαρά και χωρίς «ναι μεν αλλά» την αλήθεια: ότι η λύση είναι συμφέρουσα για τη χώρα και όχι για τον Τσίπρα(αυτός σήμερα είναι αύριο δεν είναι).

Εν κατακλείδι: για να αποδίδεται εντίμως το αληθινό νόημα της προτροπής του Διονυσίου Σολωμού(«εθνικόν το αληθές»), πρέπει η αλήθεια να μη μπαίνει στην προκρούστεια κλίνη των πρόσκαιρων σκοπιμοτήτων. Το «Μακεδονία ξακουστή» δεν είναι άσμα που χαρακτηρίζει τους «πατριώτες» σε αντιδιαστολή με τους «προδότες». Ο «πατρωτισμός» όσων φωνάζουν «αλήτες προδότες πολιτικοί» είναι άρρωστος και επικίνδυνος. Οσοι δεν τον συμμερίζονται, αλλά τον σιγοντάρουν για λόγους πρόσκαιρης σκοπιμότητας, δηλαδή μόνο και μόνο «για να φύγει ο Τσίπρας», διαπράττουν ολέθριο λάθος. Θα το καταλάβουν σύντομα.


Ο καθοδηγούμενος από άγνοια και ασχετοσύνη και-το χειρότερο- από πρόσκαιρη σκοπιμότητα «πατριωτισμός» είναι αυτό που είχε πει ο Αγγλος συγγραφέας Σάμιουελ Τζόνσον: το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων.

www.news247.gr   27/3/2019

Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

Οι μεταμελημένοι αριστεροί

του Νίκου Μπίστη

Στις ΗΠΑ έχουμε τους αναγεννημένους Χριστιανούς, εδώ τους μεταμελημένους Αριστερούς. Είναι μια κατηγορία που άνθισε τα χρόνια της κρίσης. Κατοικοεδρεύει στην υστερική πτέρυγα του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου, στο διαδίκτυο, στις εφημερίδες και την τηλεόραση. Με το κύρος του παλιού Αριστερού «που τους ξέρει, γιατί τους έζησε από πρώτο χέρι» έχουν μετατρέψει την πολιτική κριτική σε λίβελο, σε μια καθημερινή ψύχωση, εκτελούν με  προθυμία γενίτσαρου συμβόλαια θανάτου χαρακτήρων, ηδονίζονται καλλιεργώντας εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Αντιστρέφοντας καταστάσεις, έχουν προ πολλού ξεπεράσει το «ή εμείς οι αυτοί» και το «ή τους τελειώνουμε η μας τελειώνουν» του πρώιμου ΣΥΡΙΖΑ. Και προφανώς δηλώνουν υπερήφανα «με τον Μητσοτάκη» είτε αμέσως είτε εμμέσως αν μας συμβεί το «κακό» και δεν πάρει ο εκλεκτός τους την αυτοδυναμία.
Τότε γίνονται ΚΙΝΑΛ με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι το τελευταίο θα μετακομίσει στην κεντροδεξιά ως συμπλήρωμα διατροφής της ΝΔ. Αν μάλιστα βρεθεί κάποιος από τον χώρο του ΚΙΝΑΛ να ψελλίσει κάτι κατά της ΝΔ, πρώτοι τον επαναφέρουν στην τάξη (Τώρα έχει πάρει σειρά ο Γιώργος Παπανδρέου). Σφοδροί αντιεθνικιστές στα νιάτα τους, διαπρύσιοι τότε υποστηρικτές της σύνθετης ονομασίας για την Βόρεια Μακεδονία, τώρα η απουσίαζαν από την σύγκρουση η τα μπουρδούκλωναν η πέρασαν αποφασιστικά απέναντι και έγιναν Μακεδονομάχοι. Έμπλεοι κατανόησης για τον Μητσοτάκη « που δεν έπεσε στην παγίδα του ΣΥΡΙΖΑ , να διασπάσει το κόμμα του» κλείνουν τα αυτιά τους στον διχαστικό, εθνικιστικό λόγο  και την ίδια ώρα υποκριτικά καταγγελουν τον ΣΥΡΙΖΑ επειδή δεν επιδίωξε  συνεννόηση επί του θέματος. Έτσι, λένε, χάθηκε υπαιτιότητι του η ευκαιρία να λυθεί το θέμα με ευρύτερη συναίνεση.
Ταυτοχρόνως είναι και  οι πρώτοι που αποκηρύσσουν πάραυτα όποιον αφήνει χαραμάδα συνεννόησης με τον ΣΥΡΙΖΑ, μέχρις ότου ο τελευταίος ηττηθεί στρατηγικά, ταπεινωθεί, πέσει κοντά στο 4% ,  η ακόμα καλύτερα εξαφανιστεί από τον μάταιο τούτο κόσμο. Δεν διαμαρτύρονται όταν η Πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ αναφέρεται σε «απάτριδες νεοκομμουνιστές». Αυτοί δεν είναι πια κομμουνιστές και δεν τους νοιάζει ενώ έχουν επιτέλους συμφιλιωθεί με την πατρίδα. Στην χειρότερη βέβαια εκδοχή της αλλά τι σημασία έχει. Αυτοί έχουν γίνει πια αποδεκτοί. Κάποιοι – όχι όλοι , οι πιο προωθημένοι- έχουν περάσει απέναντι, έχουν γίνει ζηλωτές του αντικομμουνισμού και πολέμιοι κάθε τι αριστερού. Και -καθόλου περίεργο – στα νιάτα τους πολλοί ήσαν δογματικοί στο έπακρο και μας κούναγαν το δάκτυλο όταν στα κόμματα της αριστεράς τολμούσαμε να κάνουμε  κριτική στην καθοδήγηση. Τώρα είναι νεοφιλελεύθεροι στην οικονομία, όλη ημέρα μας λένε ότι το ιερό δισκοπότηρο είναι η μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις ενώ το κοινωνικό κράτος βαραίνει και καθυστερεί την ανάπτυξη.
Πολιτικά συναγελάζονται με την πιο ακραία τάση της ΝΔ, ειρωνεύονται τον Δένδια που επιμένει κεντροδεξιά και τόλμησε να συμφωνήσει με τον Κοντονή κατά της Χρυσής Αυγής. Τους έχει φοβηθεί το μάτι πολλών σοβαρών δεξιών και φιλελεύθερων που αναζητούν ένα μίνιμουμ συναίνεσης. Το βαθύτερο πρόβλημα των περισσοτέρων είναι ότι θεωρούν πως πήραν την ζωή τους λάθος, ότι έμπλεξαν με την Αριστερά και έχασαν τα χρόνια τους. Και τώρα για να αναπληρώσουν το χαμένο χρόνο διαγράφουν την ιστορία τους και κακοποιούν την Ιστορία. Η γαλλική επανάσταση είναι μόνο η γκιλοτίνα, η Οκτωβριανή μόνο τα γκουλακ, το Στάλινγκραντ λίγο τους μπερδεύει, η αποικιοκρατία, το Βιετνάμ και ο Αλλιέντε το ίδιο. Μικροί ήσαν διεθνιστές, τώρα επαρχιώτες στην Ομόνοια αναπνέουν μέχρι να δουν τον Τσίπρα – άντε και τον Μαδούρο – ανάποδα. Μαζί με τους φανατικούς ακραίους δεξιούς διακινούν την θεωρία της «νίκης» των ηττημένων του εμφυλίου που δήθεν κυριάρχησαν και κατέστρεψαν τον τόπο. Αποενοχοποιούν έτσι το μετεμφυλιακό κράτος κάποιοι φτάνουν να γράφουν ελεγείες για την Μακρόνησο και τα Τάγματα Ασφαλείας.
Ακούω ήδη την ένσταση κάποιων καλοπροαίρετων τρίτων: «Μα δεν μπορούν να ασκήσουν κριτική στην Αριστερά. Και επειδή ήσαν Αριστεροί στα νιάτα τους, πρέπει να είναι και σήμερα;». Να ασκήσουν τόνους κριτικής και προφανώς έχουν δημοκρατικό δικαίωμα  επιλογής πολιτικού χώρου στο δημοκρατικό τόξο. Όμως δεν πρόκειται περί αυτού. Συμπαρατάσσονται με αυτούς που επιδιώκουν τον εκμηδενισμό της Αριστεράς «ώστε να μην έχει την δυνατότητα να επανέλθει στην κυβέρνηση, επειδή οι ιδέες της είναι ελαττωματικές». Απλά, θέλουν να εξαφανιστεί η Αριστερά. Νομίζω ότι την ψυχική τους κατάσταση την έχει έξοχα αποτυπώσει ο Κώστας Μητρόπουλος σε μια γελοιογραφία του 1965. Ο Ηλίας Τσιριμώκος προς γενική έκπληξη ετοιμάζεται να ορκιστεί πρωθυπουργός των αποστατών. Είναι ντυμένος με λιβρέα, παπιγιόν, λουστρίνια και ρίχνει μια τελευταία μάτια στον ολόσωμο καθρέφτη. Και βλέπει το είδωλο του ντυμένο Ελασίτη, όπως όταν είχε ανέβηκε στους Κορυσχάδες. Και ξεσπάει: Δεν θέλω να βλέπω αντάρτες.
www.thecaller.gr  18/3/2019

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Δημιουργούμε οι ίδιοι την ιστορία μας;


14/3/1883 Θάνατος  του Καρλ Μαρξ στο Λονδίνο

Αποτέλεσμα εικόνας για θανατος μαρξ


"Οι άνθρωποι δημιουργούν την ίδια τους την Ιστορία, τη δημιουργούν όμως, όχι όπως τους αρέσει, όχι μέσα σε συνθήκες που οι ίδιοι διαλέγουν, μα μέσα σε συνθήκες που υπάρχουν άμεσα, που είναι δοσμένες και που κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν. Η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει σαν βραχνάς στο μυαλό των ζωντανών"


Καρλ Μαρξ  
Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη (1852)


Δευτέρα 4 Μαρτίου 2019

Σκοτεινή, ρευστή Ευρώπη

του Νίκου Ξυδάκη

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη: η ρευστοποίησή της. Οχι μόνο προς ένα revival του σκοτεινού της Μεσοπόλεμου, σε ό,τι αφορά την πολιτική φόρμα της μισαλλοδοξίας και τού αυταρχισμού. Αλλά ρευστοποίηση προς μια αποκλίνουσα πορεία περίκλειστων εθνών-κρατών, με φτωχοποιημένους λαούς, τους ηττημένους της παγκοσμιοποίησης, υπεργολάβους γερμανικών και global βιομηχανιών, εισαγωγείς φτηνών προϊόντων μαζικής κατανάλωσης made in Asia, πιόνια σε γεωπολιτικά παίγνια, έθνη λευκών macho χριστιανών έτοιμα πάλι να αναμετρηθούν με τον γείτονα, τον εβραίο, τον πρόσφυγα, το μετανάστη.
Έθνη διψασμένα για ταυτοτικές ανασκαφές, ολοπρόθυμα να αυτοπροσδιοριστούν έναντι εχθρών, εσωτερικών και εξωτερικών, συνηθέστατα εχθρών επινοημένων από κυνικούς δημαγωγούς και αυταρχικούς ηγέτες, που θαυμάζουν την democrature του Πούτιν και του Ερντογάν. Εθνη αλαφιασμένα από τον ορντολιμπεραλισμό, τη δομική υποαπασχόληση, τη διαρκή υπόσχεση της επισφάλειας, τη διαρκή ερείπωση της μεσαίας τάξης και της χρυσής τριακονταετίας ― στη Δύση. Έθνη αμάθητα στον κοινοβουλευτισμό, τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, την κοινωνία των πολιτών, την λεπτή τέχνη των προωθητικών συμβιβασμών, την πρωτογενή αξία των κατακτήσεων του κράτους δικαίου, έθνη που αναθυμούνται τα πογκρόμ των Αλλων, των αλλοφύλων και ετερόδοξων ― στην Ανατολή. Έθνη που δεν θέλουν να θυμούνται τι συνέβη στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, χαρακώματα, σφαγεία, αέρια μουστάρδας, νύχτες κρυστάλλων, άουτο ντα φε, λάγκερ, γενοκτονίες, μούσελμαν ― σε Ανατολή και Δύση.
Έθνη που αναζητούν ταυτότητα πάλι στην άμωμη φυλή, την ανάδελφο, στη γραμή του αίματος, στην τέφρα, στη μοναξιά του αποκλεισμού.
Δεν είναι υπερβολή. Δεν είναι φαντασιοκοπία των ροζ αριστερών, των σοφτ φιλελελεύθερων, των χίπστερ δικαιωματιστών. Και είναι πολύ περισσότερο, πολύ πιο βαθύ και άγριο από μια ορισμένη ορθόφρονα ρητορική, σαν αυτές που μηρυκάζουν γραφειοκράτες Βρυξελλών και σύνεδροι σε πληρωμένες ημερίδες.
Η υλική σπάνη, το γυμνό φαντασιακό, η υπαρξιακή αμηχανία κατακλύζεται από κύματα αυτοπολλαπλασιαζόμενης προπαγάνδας: της νεολίμπεραλ ΤΙΝΑ, του χλιαρού κορέκτ και του καυτού μίσους ταυτοχρόνως. Η ταυτοτική τρικυμία αναζητεί γκουρού και σωτήρες.
Μεσσίες από την παλαιά Ευρώπη: ο χίπστερ νεοφασισμός της Casapound (ο οίκος του Εζρα Πάουντ…), ο διαφοριστικός ρατσισμός του GRECE και της γαλλικής Νέας Δεξιάς, τα ευρασιατικά δόγματα και η Τέταρτη Πολιτική Θεωρία του Ρώσου Αλεξάντρ Ντούγκιν. Οι Γάλλοι και Ιταλοί επικαλούνται τον Γκράμσι και τους Καταστασιακούς, για να στολίσουν τον φασισμό και τον ρατσισμό, ισχυρίζονται ότι είναι εθνικιστές με κοινωνικό πρόσωπο. Πόσο οικεία ακούγονται, πόσο μοιάζουν με τις υλακές και τους δεκάρικους εγχώριων μεταφασιστών…
Όλοι δημοφιλείς διδάχοι στην ευρωπαϊκή Ακροδεξιά, προσκεκλημένοι πανεπιστημίων, επισκέπτες των Βαλκανίων και της Μεσευρώπης. Τράπεζες Ρώσων ολιγαρχών διευκολύνουν με ελκυστικά δάνεια ευρωκεπτικιστές και σεπαρατιστές. Ο Αλαίν ντε Μπενουά γοητεύει πολιτικούς της εγχώριας σκληρής δεξιάς· ο Ντούγκιν γοητεύει εγχώριους σταλινογενείς και συνωμοσιολόγους.
Μεσσίες από τον Νέο Κόσμο: ο Στιβ Μπάνον, ο σύμβουλος πίσω από την εκλογική επιτυχία του Προέδρου Τραμπ, διαδίδει τις ακροδεξιές ιδέες του στη αδύναμη ομοσπονδία της Ευρώπης. Η ευρωπαϊκή του οργάνωση, Τhe Mouvement , θα εγκατασταθεί συμβολικά στην καρδιά του θηρίου, στις Βρυξέλλες που καθημερινά ελεεινολογούν ο Ορμπαν, ο Κατσίνσκι, οι κυβερνήσεις των Βίζεγκραντ, ο Σαλβίνι… Στόχοι του Μπάνον, η αριστερά και ο φιλελευθερισμός, αρχίζοντας από τον Σόρος ― τον Σόρος που δαιμονοποιεί συστηματικά ο Όρμπαν… Ολα δένουν, προς μια Μαύρη Διεθνή, με επίκεντρο την Ευρώπη.
Παρά τον εξπρεσιονιστικό τόνο της περιγραφής, τέτοιο περίπου είναι το πολιτικό-διανοητικό κλίμα στην Ευρώπη μερικές εβδομάδες προ των ευρωεκλογών. Το ισχυρότερο πολιτικό ρεύμα, και εμφανώς πλέον αλλά κυρίως υπογείως, είναι το ρεύμα του κερματισμού, η ρευστοποίηση της ατελούς ομοσπονδίας της Ευρώπης, ο σκληρός εθνικισμός, ο ρατσισμός, ο αυταρχισμός. Κλονισμένη η πίστη προς τη δημοκρατία, ενισχυόμενη διαρκώς η λατρεία για τον υπερφυσικό ηγέτη, για την καθαρότητα της φυλής.
"Ένα βλέμμα" στο ΈΘΝΟΣ 3/3/2019