του Κώστα Καλλίτση
Η Ελλάδα είχε αναλάβει την υποχρέωση να κάνει ό,τι πρέπει στο εσωτερικό για να διευκολύνει την οικοδόμηση ενός διαφορετικού, βιώσιμου μοντέλου καπιταλιστικής ανάπτυξης. Οι Ευρωπαίοι εταίροι και το ΔΝΤ είχαν την υποχρέωση να κάνουν ό,τι πρέπει με το δημόσιο χρέος μας, για να μπορέσουμε να βγούμε στις διεθνείς αγορές.
Εμείς, παρά τις γνωστές αδυναμίες, κάναμε πολλά και δύσκολα. Εταίροι και ΔΝΤ, σήμερα, δείχνουν απρόθυμοι να ανταποκριθούν στη δική τους υποχρέωση. Ειδικά το ΔΝΤ, με την ακραία στάση του, υπονομεύει την έξοδό μας στις αγορές και το πιο επείγον, την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης του κ. Ντράγκι. Η δε αποκλειστική μέριμνα του κ. Σόιμπλε για τον «κουρέα του Μονάχου» ενόψει εκλογών, εμποδίζει την ευελιξία που απαιτείται προκειμένου να συναφθεί μια θετική συμφωνία πριν από τον Οκτώβριο.
Το κρίσιμο είναι να μην εμποδιστεί η ένταξή μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Οχι μόνο γιατί αυτή η ένταξη θα είναι μια συμβολική σφραγίδα φερεγγυότητας της χώρας. Αλλά, επίσης, διότι η ένταξη (α) μεσοπρόθεσμα θα μειώσει το κόστος δανεισμού της χώρας, (β) άμεσα θα επιτρέψει τη μείωση του κόστους δανεισμού των επιχειρήσεων και (γ) θα διευκολύνει τις ελληνικές τράπεζες να βγουν στις αγορές το φθινόπωρο με νέες τιτλοποιήσεις, ώστε να έχουν καλά αποτελέσματα στα stress tests των αρχών του 2018. Αν αυθαίρετα αποκλειστούμε από το πρόγραμμα, οι τράπεζες όχι μόνο δεν θα ωθηθούν να δώσουν νέα δάνεια, αλλά θα εμποδιστούν να βγουν στις αγορές για να καλύψουν και τις δικές τους ανάγκες με επάρκεια, έγκαιρα και ανεκτό κόστος.
Με άλλα λόγια, ενδεχόμενος αποκλεισμός μας από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα υπονομεύσει την ολοκλήρωση της δικής μας δουλειάς, της ανασυγκρότησης της οικονομίας. Θα μπει θηλιά σε ένα ήδη πολύ δύσκολο πρόγραμμα. Περί αυτού πρόκειται.
Τι θα ήταν σκόπιμο να επιδιώξει η ελληνική κυβέρνηση;
Αυτό που δεν είναι μείζον θέμα ώστε να απορροφά όλη τη σκέψη και τη δράση της, είναι τα πρωτογενή πλεονάσματα. Γιατί:
(α) Μέχρι το 2022 είναι απολύτως εφικτός ο στόχος του 3,5% εφόσον πετύχουμε μια οικονομική μεγέθυνση – ήδη επετεύχθη πολύ μεγαλύτερο φέτος, παρά τη μηδενική ανάπτυξη.
(β) Επί σειρά ετών, το δεύτερο μισό της 10ετίας του 1990, πετυχαίναμε πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Η διαφορά με το σήμερα είναι ότι τότε πετυχαίναμε υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης – αυτό είναι το κρίσιμο.
(γ) Μετά το 2022 τα πλεονάσματα θα προσδιορίζονται με βάση όσα ορίζονται από το ευρωπαϊκό Fiscal and Growth Pact, δηλαδή από το Σύμφωνο που ισχύει για όλη την Ευρώπη και είχε ψηφιστεί από την ελληνική Βουλή το 2014 – με εισηγητή τον κ. Χρ. Σταϊκούρα. Α (κατα)νοήτως η αντιπολίτευση ωρύεται για δέσμευση της χώρας μέχρι το 2060 και λοιπά πένθιμα. Αυτό το Σύμφωνο θα ισχύσει και για την Ελλάδα ως μέλος της Ευρωζώνης. Και βάσιμα εκτιμάται ότι μετά το 2022 τα πρωτογενή πλεονάσματα σταδιακά θα μειώνονται. Αν το Σύμφωνο δεν μας αρέσει, ε, ας βγούμε από την Ευρωζώνη…
Το μείζον θέμα είναι να επιτευχθεί η ένταξή μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης άμεσα.
Η πρόταση των 8 σημείων που διατύπωσε ο κ. Σόιμπλε είναι μια βάση – δεν είναι για πέταμα. Περιέχει ορισμένα θετικά σημεία, όπως την απαλλαγή μας από την επιβάρυνση 2% (περίπου 200 εκατ. ευρώ) στο δάνειο για την επαναγορά ομολόγων που κάναμε τον Δεκέμβριο 2012, τη μετατροπή ενός μέρους κυμαινόμενου σε χαμηλό σταθερό κόστος κ.ά. Εχει δύο αρνητικά: Προβλέπει (α) περίοδο χάριτος για τα ευρωπαϊκά δάνεια «από 0 έως 15 έτη» και (β) επίτευξη βιωσιμότητας του χρέους «με ή χωρίς μέτρα ελάφρυνσης». Αυτά τα σημεία, έτσι διατυπωμένα, δένουν τα χέρια του κ. Ντράγκι.
Αυτό που πρέπει να επιδιώξει η ελληνική κυβέρνηση είναι μια ενδιάμεση τοποθέτηση που θα λύνει τα χέρια του κ. Ντράγκι. Κι αυτή θα ήταν μια πρόβλεψη στη συμφωνία, ότι οι εταίροι μας θα λάβουν «όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου η δαπάνη για την εξυπηρέτηση του χρέους να μην υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ». Αυτό, ενδεχομένως να έδινε το «πράσινο φως» στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μας εντάξει στο πρόγραμμα. Αυτό λοιπόν θα έπρεπε να επιδιώξει η κυβέρνηση.
Οσον αφορά τα μέτρα που έχουμε συμφωνήσει, είναι βέβαιο ότι θα τα εφαρμόσουμε – είτε συμμετέχει είτε δεν συμμετέχει το ΔΝΤ. Τα περί του αντιθέτου, καλό είναι να τα ξεχάσουν όλοι. Και αντί για εθνική συναίνεση στο να μας χαρίσουν τα χρέη, αντί παλινωδίες «ναι ή όχι στο ΔΝΤ» και «ναι ή όχι στην πρόταση Σόιμπλε», καλό θα ήταν να κάνουμε μια εθνική προσγείωση. Στην πραγματικότητα. Γιατί αν την αγνοείς, ως γνωστόν, δεν μπορείς να την αλλάξεις...
Καθημερινή 28/5/2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου