του Κώστα Καλλίτση
Πολλοί, μεταξύ αυτών ο Τζ. Σόρος, εκτιμούν ότι το «σημερινό διεθνές περιβάλλον θυμίζει έντονα την κρίση του 2007-08».
Η συζήτηση συνήθως επικεντρώνεται στην Κίνα. Η οικονομία της αναπτυσσόταν με ρυθμό 10% ετησίως από το 1980 έως το 2008, με μοχλό τις επενδύσεις για εξωστρέφεια, που απορροφούσαν το 38% του ΑΕΠ, είτε με αυτοχρηματοδότηση είτε μέσω της κεντρικά σχεδιασμένης τραπεζικής χρηματοδότησης, που έφτασε στο 120% του κινεζικού ΑΕΠ το 2002 και έκτοτε έμεινε στο ίδιο ύψος. Από το 2008 ήταν σαφές ότι αυτό το εξωστρεφές μοντέλο είχε φτάσει στα όριά του. Επρεπε να συγκρατηθεί ο ρυθμός επενδύσεων και να ενταθεί ο ρυθμός της εσωτερικής κατανάλωσης.
Η Κίνα πλήρωσε την κρίση του 2007-08. Αυτή εμπόδισε την κινεζική ηγεσία να κάνει την απαιτούμενη στροφή.
Η συρρίκνωση των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών οικονομιών πίεσε δραστικά τις κινεζικές εξαγωγές και έπληξε την απασχόληση. Ενόψει των ορατών και δη επικίνδυνων κοινωνικών και πολιτικών συνεπειών, η ηγεσία της χώρας αναζήτησε στην περαιτέρω ώθηση των επενδύσεων το πιο προσιτό και άμεσο εργαλείο ώθησης της οικονομικής μεγέθυνσης. Τα επόμενα χρόνια, η οικονομία κινήθηκε στην ακριβώς αντίθετη από την προγραμματιζόμενη κατεύθυνση: Οι επενδύσεις έφτασαν να απορροφούν το πρωτοφανές ποσοστό 49% του ΑΕΠ (2012) αλλά, έκτοτε και πλέον, με μαζική τραπεζική χρηματοδότηση του real estate, των δημόσιων υποδομών και της βαριάς βιομηχανίας (Turner, Between Debt and the Devil, 2015). Η Κίνα απέτρεψε την ύφεση της οικονομίας της, έβαλε δυνατά πλάτη στη χειμαζόμενη διεθνή οικονομία αλλά έγινε περαιτέρω ευάλωτη.
Το θέμα είναι ότι η κινεζική είναι μια πολύ μεγάλη οικονομία.
Εχει πλεονάσματα που αναλογούσαν στο 0,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2013 και αυξήθηκαν στο 0,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2015. Οπως και η Γερμανία, η ευημερία της στηρίζεται στη ζήτηση από τις οικονομίες άλλων, ελλειμματικών χωρών. Οπως και της Γερμανίας, το εξωστρεφές μοντέλο μεγέθυνσης προϋποθέτει ελλείμματα και άπλετη τραπεζική χρηματοδότηση σε άλλες χώρες. Διαφορετικά, όπως και το γερμανικό, το μοντέλο δεν είναι βιώσιμο. Οπως και η Γερμανία, η Κίνα οφείλει με μέτρα εσωτερικής πολιτικής να τονώσει την εσωτερική κατανάλωση. Η απουσία συντονισμού (διεθνούς ή ακόμη και μέσα στο πλαίσιο της Ευρωζώνης) αφήνει την αντιμετώπιση των προβλημάτων διεθνούς ανισορροπίας, που επηρεάζουν όλο τον πλανήτη, να εξαρτάται μόνο από εσωτερικές πολιτικές. Παράδειγμα, της Κίνας ή της Γερμανίας.
Αυτές λοιπόν οι μεγάλες διεθνείς ανισορροπίες –επανέρχομαι στην εκτίμηση του Τζ. Σόρος– οι οποίες συνέβαλαν στη δημιουργία της πρώτης κρίσης του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, 2007-08, είναι παρούσες και παροξύνονται. Υπάρχει, επιπλέον, ένας κρίσιμος επικίνδυνος παράγοντας. Λέγεται χρέος, υπερχρέωση.
Η εμπειρία μετά την κρίση του 2007-08 δείχνει ότι, άπαξ και δημιουργηθεί υπερβολικό χρέος, αυτό μένει. Μπορεί να αλλάζει μορφή (να μεταμορφώνεται από ιδιωτικό σε δημόσιο) ή να μετοικεί από χώρα σε χώρα και από περιοχή σε άλλη περιοχή του κόσμου (να πηγαίνει από τις ανεπτυγμένες στις αναδυόμενες οικονομίες), αλλά γεγονός είναι ότι το χρέος, ως σύνολο, αναλογικά με το ΑΕΠ του κόσμου, αυξάνεται σταθερά. Αυτήν την εξέλιξη τεκμηρίωσε και μια μελέτη της McKinsey, το 2015, που έδειχνε ότι από το 2007 το παγκόσμιο χρέος είχε αυξηθεί κατά 57 τρισεκατομμύρια δολάρια ή κατά 17 ποσοστιαίες μονάδες επί του παγκοσμίου ΑΕΠ – όταν στην 7ετία μέχρι την κρίση είχε αυξηθεί κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες. Στην κορυφή του συνολικού χρέους βρισκόταν η Ιαπωνία με 400%. Η Κίνα ήταν στην 22η με 217%.
Το παγκόσμιο χρέος είναι πολύ βαρύτερο από εκείνο του 2007. Από αυτήν την άποψη, το σημερινό διεθνές περιβάλλον είναι πιο δυσμενές από εκείνο που προϋπήρχε της κρίσης του 2007-2008. Γι’ αυτό, όταν φταρνίζεται η Κίνα, παθαίνει βαρύ κρυολόγημα όλος ο κόσμος. Ειδικά η Ευρωζώνη και ειδικότερα η Γερμανία –που έχει μια οικονομία που τρέφεται από τη δημοσιονομική και πιστωτική επέκταση που κάνουν άλλες («ανεύθυνες») χώρες. Οταν ο δείκτης της Σαγκάης κλονίστηκε, ο γερμανικός δείκτης DAX έχασε όλα τα κέρδη που είχε αποκτήσει το 2015, γιατί η Γερμανία είναι η πλέον εξαρτημένη από την παγκόσμια οικονομία ευρωπαϊκή χώρα.
Η συζήτηση συνήθως επικεντρώνεται στην Κίνα. Η οικονομία της αναπτυσσόταν με ρυθμό 10% ετησίως από το 1980 έως το 2008, με μοχλό τις επενδύσεις για εξωστρέφεια, που απορροφούσαν το 38% του ΑΕΠ, είτε με αυτοχρηματοδότηση είτε μέσω της κεντρικά σχεδιασμένης τραπεζικής χρηματοδότησης, που έφτασε στο 120% του κινεζικού ΑΕΠ το 2002 και έκτοτε έμεινε στο ίδιο ύψος. Από το 2008 ήταν σαφές ότι αυτό το εξωστρεφές μοντέλο είχε φτάσει στα όριά του. Επρεπε να συγκρατηθεί ο ρυθμός επενδύσεων και να ενταθεί ο ρυθμός της εσωτερικής κατανάλωσης.
Η Κίνα πλήρωσε την κρίση του 2007-08. Αυτή εμπόδισε την κινεζική ηγεσία να κάνει την απαιτούμενη στροφή.
Η συρρίκνωση των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών οικονομιών πίεσε δραστικά τις κινεζικές εξαγωγές και έπληξε την απασχόληση. Ενόψει των ορατών και δη επικίνδυνων κοινωνικών και πολιτικών συνεπειών, η ηγεσία της χώρας αναζήτησε στην περαιτέρω ώθηση των επενδύσεων το πιο προσιτό και άμεσο εργαλείο ώθησης της οικονομικής μεγέθυνσης. Τα επόμενα χρόνια, η οικονομία κινήθηκε στην ακριβώς αντίθετη από την προγραμματιζόμενη κατεύθυνση: Οι επενδύσεις έφτασαν να απορροφούν το πρωτοφανές ποσοστό 49% του ΑΕΠ (2012) αλλά, έκτοτε και πλέον, με μαζική τραπεζική χρηματοδότηση του real estate, των δημόσιων υποδομών και της βαριάς βιομηχανίας (Turner, Between Debt and the Devil, 2015). Η Κίνα απέτρεψε την ύφεση της οικονομίας της, έβαλε δυνατά πλάτη στη χειμαζόμενη διεθνή οικονομία αλλά έγινε περαιτέρω ευάλωτη.
Το θέμα είναι ότι η κινεζική είναι μια πολύ μεγάλη οικονομία.
Εχει πλεονάσματα που αναλογούσαν στο 0,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2013 και αυξήθηκαν στο 0,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2015. Οπως και η Γερμανία, η ευημερία της στηρίζεται στη ζήτηση από τις οικονομίες άλλων, ελλειμματικών χωρών. Οπως και της Γερμανίας, το εξωστρεφές μοντέλο μεγέθυνσης προϋποθέτει ελλείμματα και άπλετη τραπεζική χρηματοδότηση σε άλλες χώρες. Διαφορετικά, όπως και το γερμανικό, το μοντέλο δεν είναι βιώσιμο. Οπως και η Γερμανία, η Κίνα οφείλει με μέτρα εσωτερικής πολιτικής να τονώσει την εσωτερική κατανάλωση. Η απουσία συντονισμού (διεθνούς ή ακόμη και μέσα στο πλαίσιο της Ευρωζώνης) αφήνει την αντιμετώπιση των προβλημάτων διεθνούς ανισορροπίας, που επηρεάζουν όλο τον πλανήτη, να εξαρτάται μόνο από εσωτερικές πολιτικές. Παράδειγμα, της Κίνας ή της Γερμανίας.
Αυτές λοιπόν οι μεγάλες διεθνείς ανισορροπίες –επανέρχομαι στην εκτίμηση του Τζ. Σόρος– οι οποίες συνέβαλαν στη δημιουργία της πρώτης κρίσης του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, 2007-08, είναι παρούσες και παροξύνονται. Υπάρχει, επιπλέον, ένας κρίσιμος επικίνδυνος παράγοντας. Λέγεται χρέος, υπερχρέωση.
Η εμπειρία μετά την κρίση του 2007-08 δείχνει ότι, άπαξ και δημιουργηθεί υπερβολικό χρέος, αυτό μένει. Μπορεί να αλλάζει μορφή (να μεταμορφώνεται από ιδιωτικό σε δημόσιο) ή να μετοικεί από χώρα σε χώρα και από περιοχή σε άλλη περιοχή του κόσμου (να πηγαίνει από τις ανεπτυγμένες στις αναδυόμενες οικονομίες), αλλά γεγονός είναι ότι το χρέος, ως σύνολο, αναλογικά με το ΑΕΠ του κόσμου, αυξάνεται σταθερά. Αυτήν την εξέλιξη τεκμηρίωσε και μια μελέτη της McKinsey, το 2015, που έδειχνε ότι από το 2007 το παγκόσμιο χρέος είχε αυξηθεί κατά 57 τρισεκατομμύρια δολάρια ή κατά 17 ποσοστιαίες μονάδες επί του παγκοσμίου ΑΕΠ – όταν στην 7ετία μέχρι την κρίση είχε αυξηθεί κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες. Στην κορυφή του συνολικού χρέους βρισκόταν η Ιαπωνία με 400%. Η Κίνα ήταν στην 22η με 217%.
Το παγκόσμιο χρέος είναι πολύ βαρύτερο από εκείνο του 2007. Από αυτήν την άποψη, το σημερινό διεθνές περιβάλλον είναι πιο δυσμενές από εκείνο που προϋπήρχε της κρίσης του 2007-2008. Γι’ αυτό, όταν φταρνίζεται η Κίνα, παθαίνει βαρύ κρυολόγημα όλος ο κόσμος. Ειδικά η Ευρωζώνη και ειδικότερα η Γερμανία –που έχει μια οικονομία που τρέφεται από τη δημοσιονομική και πιστωτική επέκταση που κάνουν άλλες («ανεύθυνες») χώρες. Οταν ο δείκτης της Σαγκάης κλονίστηκε, ο γερμανικός δείκτης DAX έχασε όλα τα κέρδη που είχε αποκτήσει το 2015, γιατί η Γερμανία είναι η πλέον εξαρτημένη από την παγκόσμια οικονομία ευρωπαϊκή χώρα.
Προφανώς, θα επηρεαστεί όλη η Ευρωζώνη από την πορεία της Κίνας, μια και η ευρωπαϊκή ανάκαμψη στηρίζεται μόνο στο φτηνό ευρώ (χάρη και στο QE του κ. Ντράγκι) και στις εξαγωγές. Αυτό που δεν είναι γνωστό, είναι (α) πόσο θα επηρεαστεί και (β) πόσο ικανή είναι να αντιδράσει.
Καθημερινή 10/1/2016
1 σχόλιο:
Υποτίμηση του νομίσματος της Κίνας, η Ευρώπη, οι ΗΠΑ
του Κριστιάν Μαράτσι
http://aftercrisisblog.blogspot.gr/2015/08/blog-post_14.html
Δημοσίευση σχολίου