Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

Έξοδος στις αγορές: Για να ψαχτούμε λίγο...

Εισαγωγή από anestios: Για να ερμηνεύσουμε τα τεκταινόμενα γύρω μας και να μην πέσουμε στην συσκότιση του άσπρου-μαύρου, ή στην οπαδοκεντρική φιλολογία των τηλεοπτικών "διαλόγων", απαραίτητο-αν και κοπιώδες- είναι να ψάχνουμε, να το βασανίζουμε και λίγο.
Για το επίμαχο θέμα της"εξόδου στις αγορές", ας δώσουμε σημασία στην παρακάτω συνέντευξη του Πάνου Παναγιώτου στοtvxs.gr
Δεν είναι απαραίτητο να το καταπιούμε όπως παρουσιάζεται, αλλά ας το λάβουμε υπόψη μας ,όσο προσπαθούμε να σχηματίσουμε εικόνα.Είναι χρήσιμο αν και, κατά τη γνώμη μου, παραλείπει κρίσιμους παραμέτρους (πχ. την πλημμυρίδα χρήματος προς την Ε.Ε και τις χώρες του Νότου ,σαν αποτέλεσμα της απόσυρσης κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές και την ακριβώς αντίστροφη πορεία κίνησης κεφαλαίων κατά το 2010, όταν συγκρίνει τις 2 περιόδους).
Αλλά αφού αποφασίσαμε -όσοι αποφασίσαμε - να μην συνταχθούμε με εύκολες "γραμμές", ας χρησιμοποιήσουμε όλα τα όπλα της κριτικής μελέτης.Αλλιώς, αν δεν θέλουμε κάτι τέτοιο, υπάρχουν και οι αναλύσεις του Γιάννη Πρετεντέρη...

Υπήρξε ξαφνικά ένας αισιόδοξος καταιγισμός από διεθνή μέσα ενημέρωσης περί εξόδου της Ελλάδας στις αγορές την επόμενη εβδομάδα. Την ίδια ώρα το υπ. Οικονομικών λέει ότι θα βγούμε στις αγορές «το πρώτο εξάμηνο του έτους» ενώ ο Γιάννης Στουρνάρας υποστηρίζει ότι «δεν βιαζόμαστε»...
 Μιλώντας σαν οικονομολόγος πρέπει κατ’ αρχήν να πω ότι αυτό που η κυβέρνηση ονομάζει έξοδο στις αγορές ένας αναλυτής δεν μπορεί να το ονομάσει με τον ίδιο τρόπο. Για κάποιον που βλέπει τις αγορές και τις μελετά επαγγελματικά πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό. Κι αυτό πρέπει να το καταλάβει ο κόσμος.
Ποια είναι αυτή η ουσιώδης διαφορά;
 Το επιτόκιο - το οποίο είναι η βάση και στο οποίο γίνονται αναφορές από την κυβέρνηση κι από τα διεθνή μέσα που αναφέρατε -  είναι αυτό που βαθμολογεί που δίνει δηλαδή το κόστος δανεισμού ενός ομολόγου δεκαετούς μακροπρόθεσμου δανεισμού δηλαδή. Αυτό αποτυπώνει το σύνολο του μακροπρόθεσμου δανεισμού μιας χώρας. Εν προκειμένου για την Ελλάδα είναι στο 6,15%. Η περίπτωση της Ελλάδας όμως είναι πολύ ιδιαίτερη. Το χρέος της χώρας δεν είναι πλέον μεταφρασμένο σε ομόλογα είναι μεταφρασμένο σε χρήματα από πακέτα στήριξης. Άρα το 6,15% του επιτοκίου των σημερινών μακροπρόθεσμων ομολόγων δεν έχει καμία σχέση με το επιτόκια προ πακέτων στήριξης, πριν το 2010 δηλαδή. Το 2010 η Ελλάδα είχε ομόλογα ύψους περίπου 300 δισ. ευρώ τα οποία έπαιρναν μια αξιολόγηση και από αυτή έβγαινε με ειδικές φόρμουλες και το επιτόκιο το οποίο αντιστοιχεί σε αυτά τα ομόλογα. Σήμερα έχουμε 20 δισ. ευρώ. Το 2010 το 99% του δανεισμού ήταν από ομόλογα όπως συμβαίνει σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες. Σήμερα το 5% είναι σε ομόλογα. Άρα λοιπόν σύγκριση του σημερινού επιτοκίου των ομολόγων με το επιτόκιο προ τεσσάρων ετών είναι αναληθής, ανακριβής και λανθασμένη καθώς δεν συγκρίνουμε όμοια πράγματα. Πριν από τέσσερα χρόνια είχαμε ομόλογα στο σύνολο του δανεισμού όπως συμβαίνει με την Ιταλία, την Πορτογαλία, την Γερμανία, την Γαλλία. Σήμερα έχουμε μόνο 20 δισ. ευρώ.
 Τι σημαίνει αυτό στην περίπτωση εξόδου στις αγορές;
 Τα ομόλογα αυτά των 20 δισ. ευρώ είναι τα ομόλογα μετά το PSI. Άρα είναι ομόλογα ξένου δικαίου. Σε αυτά έχουν μπει ειδικές νομικές ρήτρες με πιο σημαντική αυτή που τα εξισώνει με τα ομόλογα του επίσημου τομέα. Αν έστω κι ένα ευρώ από αυτά τα ομόλογα  - που βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών - δεν πληρωθεί, δεν έχουμε πιστωτικό γεγονός στη συγκεκριμένη σειρά ομόλόγων όπως συνέβαινε μέχρι τη στιγμή που έγινε το PSI, αλλά θα έχουμε ταυτόχρονη πτώχευση όλων των ομολόγων και του επίσημου και του ιδιωτικού τομέα.
 Επομένως οι όροι του δανεισμού δεν είναι ευνοϊκοί;
 Όταν μιλάμε για έξοδο στις αγορές μιλάμε για δανεισμό. Κι όταν μιλάμε για δανεισμό μιλάμε για έναν δανειστή κι έναν δανειζόμενο. Όταν οι όροι του συμβολαίου του δανείου είναι εξαιρετικά καλοί για τον δανειζόμενο τότε αυτό αποτιμάται από τον δανειστή και ζητά κάτι παραπάνω. Όταν όμως οι όροι είναι υπερβολικά καλοί για τον δανειστή – όπως συμβαίνει για τους δανειστές της Ελλάδας – τότε αυτό αφαιρεί κάτι από το κόστος.
 Άρα λοιπόν η σημερινή κατάσταση έχει ως εξής: Πέρα από το γεγονός ότι είναι λίγα τα ομόλογα και η πιθανότητα πτώχευσης της Ελλάδας γίνεται πολύ μικρή καθώς αν διανοηθεί η Ελλάδα να μην πληρώσει έστω κι ένα ευρώ από αυτά θα πτωχεύσει στα πάντα. Αυτή είναι η νομική ρήτρα που έχει μπει. Οδηγούμαστε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι δεν μιλάμε για έξοδο στις αγορές έτσι όπως τη γνωρίζουμε τα τελευταία 200 χρόνια για όλα τα ανεπτυγμένα κράτη του κόσμου. Μιλούμε για κάτι τελείως διαφορετικό.
 Τι είναι αυτό το διαφορετικό; Πρόκειται για την προσπάθεια μιας χώρας η οποία χρωστά σε επίσημους τομείς, δηλαδή σε κράτη και η οποία έχει ως εγγυητές του χρέους της τα κράτη αυτά να αποδείξει ότι μπορεί να δανειστεί κάτι τις κάτω από αυτές τις περίεργες συνθήκες. Χωρίς βέβαια και πάλι να εξηγήσει για πιο λόγο θέλει εκτάκτως - χωρίς να είναι μέσα στον προγραμματισμό - να βγει να δανειστεί και κυρίως για πιο λόγο πανηγυρίζει για το δανεισμό αυτό. Να σημειώσουμε ότι είναι ο υπερβολικός δανεισμός που μας έφερε εδώ και μάλιστα κατά τα λεγόμενα των ιθυνόντων. Εδώ έχουμε λοιπόν τα εξής:
 
  • Καμία σχέση δεν έχει η συγκεκριμένη έξοδος με την έξοδο που κάνει η Πορτογαλία ή η Ιρλανδία που έχουν το 90% και πλέον του χρέους τους στους ιδιώτες κι όχι σε επίσημους τομείς.

  • Καμία σχέση δεν έχει το επιτόκιο το σημερινό 6,15% με το αντίστοιχο 6,1% που είχαμε για παράδειγμα το 2000 ή το 1999 διότι εκείνο το επιτόκιο αντανακλούσε το σύνολο του δανεισμού της Ελλάδας ενώ σήμερα αντανακλά μόνο ένα απειροελάχιστο ποσοστό.

  • Τότε το χρέος ήταν σε ελληνικό δίκαιο – όπως είναι στο τοπικό δίκαιο σε κάθε ανεπτυγμένη χώρα – ενώ σήμερα είναι σε ξένο δίκαιο κι αυτό γιατί δεν μας εμπιστεύονται.

  • Σήμερα υπάρχουν ειδικές ρήτρες που κάνουν πάρα πολύ δυσμενή τη θέση του δανειζόμενου (σ.σ. της Ελλάδας) και τον εξαναγκάζουν ουσιαστικά να πληρώσει με μέτρα λιτότητας στην περίπτωση που προκύψει το παραμικρό.
 Άρα τι εξασφαλίζουμε για τους δανειστές μας; Για να δανειστούμε έστω και στο ελάχιστο δίνουμε την εγγύηση ότι ακόμη και το παραμικρό να συμβεί θα προτιμήσουμε να πάρουμε τα χειρότερα μέτρα λιτότητας παρά να χάσουν οι δανειστές μας έστω κι ένα ευρώ. Χωρίς αυτές τις ρήτρες και τις εγγυήσεις και αξιολογώντας τα ελληνικά ομόλογα με τον τρόπο που αξιολογούνται στην Ιταλία -  αν λόγου χάρη μεταφράσουμε  το δανεισμό των 30 δισ. που βρίσκεται σε επίσημα χέρια σε ιδιωτικό δανεισμό και τον μετατρέψουμε σε ομόλογα – αν ζητήσουμε αξιολόγηση με χρέος 170% του ΑΕΠ η Ελλάδα θα έβγαινε επιτόπου default και το επιτόκιο θα εκτινασσόταν ξανά στο 40%.
 Οι αγορές με χρέος 120% μας έκλειναν έξω. Πως είναι δυνατόν με χρέος 170% να κάνουμε έστω κι αυτή την έξοδο που περιγράφετε; Και γιατί να την κάνουμε;
 Διότι απλούστατα οι αγορές δεν βαθμολογούν το χρέος μας. Βαθμολογούν μόνο το χρέος που είναι σε ιδιωτικά χέρια. Επομένως μόνο τα 20 δισ. και αυτά έχουν μεταφερθεί για να πληρωθούν αργότερα και έχουν εξασφαλιστεί με τέτοιες ρήτρες που δεν υπάρχει περίπτωση να μην τα πληρώσουμε. Ο δανειστής πάντα ενδιαφέρεται για ένα και μόνο πράγμα: το πως θα πάρει πίσω τα λεφτά του και για τον τόκο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε και υψηλό τόκο και εξασφάλιση νομική με τις παραπάνω ρήτρες που ισχύουν μόνο για την Ελλάδα και για καμία άλλη χώρα του πλανήτη. Άρα εδώ δεν μας δίνουν οι αγορές δώρο γιατί πήγαμε καλύτερα ως οικονομία. Απλώς εφόσον αξιολογούν μόνο τα 20 δισ. και με δεδομένες τις ρήτρες το επιτόκιο πηγαίνει στο 6,15% με μαθηματικές φόρμουλες. Και δεν έχει καμία σχέση το επιτόκιο αυτό με το επιτόκιο της Γερμανίας ή της Γαλλίας. Γιατί όπως προείπα αν μετατρέψουμε το ελληνικό χρέος σε ομόλογα τότε το κόστος δανεισμού θα φτάσει στο 40%. Γιατί το χρέος είναι μη βιώσιμο.
 Επομένως αυτή η έξοδος στις αγορές μπορεί να είναι αρνητική για τη χώρα;
 Όλα τα αρνητικά για την Ελλάδα έρχονται από δυο πράγματα. Από ανικανότητα και από αναλήθειες. Η ανικανότητα μπορεί να συνδέεται με το γεγονός ότι γίνεται προτεραιότητα η ικανοποίηση και η εξυπηρέτηση συμφερόντων που δεν είναι εθνικά. Για τους οποιουσδήποτε λόγους επιχειρηματικούς, πολιτικούς ή οτιδήποτε άλλο. Αυτό μπορεί να μεταφράζεται σε ανικανότητα. Ανικανότητα να βοηθήσω τη χώρα. Και το δεύτερο είναι οι αναλήθειες που γίνονται για να καλυφθεί αυτή τη ανικανότητα. Δεν μπορεί η Ελλάδα να πάει μπροστά με αυτόν τον τρόπο γιατί εξακολουθούν να λέγονται αναλήθειες, εξακολουθούν να καλύπτονται με όμορφα περιτυλίγματα τα όσα γίνονται σε πολιτικό επίπεδο και γίνεται προσπάθεια να πειστεί ο κόσμος για κάτι που δεν ισχύει ακριβώς. Δεν αλλάξαμε. Η κρίση δεν μας άλλαξε. Δεν μας έκανε πιο ειλικρινείς. «Ανοίγουν οι αγορές για την Ελλάδα». Ποιες αγορές ανοίγουν για την Ελλάδα; Ανοίγει απλώς η δυνατότητα με τεράστιες νομικές ρήτρες, μέσα από ένα εκατομμύριο δεσμεύσεις και με την εγγύηση κρατών όπως η Γερμανία αλλά και ολόκληρης της ΕΕ να επιχειρήσουμε να δανειστούμε με το υψηλότερο επιτόκιο της Ευρώπης.
 Γιατί το κάνουμε;
 Γιατί το κάνουμε; Για να εξυπηρετήσουμε τις οικονομικές ανάγκες. Απέτυχε η πολιτική. Η ύφεση είναι τεράστια. Η ανεργία είναι φοβερή. Τα χρηματοδοτικά κενά είναι δεδομένα. Λέει το ΔΝΤ ότι είναι 20 δισ. ευρώ για τις τράπεζες κι εμείς λέμε ότι δεν είναι και προσπαθούμε με πολιτική διπλωματία να καλύψουμε τα προβληματικά οικονομικά μας. Τι κάνουμε λοιπόν αυτή τη στιγμή με τα περί εξόδου στις αγορές; Ζητάμε να πάρουμε κι άλλα δανεικά. Αν πάρουμε άλλα δυο δισ. ευρώ εκτός προγραμματισμού δεν θα αυξηθεί το χρέος; Δεν θα προστεθεί στο ήδη υπάρχον; Καλά εμείς δεν θέλουμε να μειώσουμε το χρέος μας; Από πότε κάναμε σκοπό μας να αυξήσουμε το χρέος μας; Από πότε είναι λόγος πανηγυρισμού το ότι θα δανειστούμε παραπάνω; Αν αρχίσουμε να δανειζόμαστε το χρέος θα γίνει λιγότερο βιώσιμο, αφού από το 171% θα φτάσουμε στο 175%. Εδώ έρχεται η κυβέρνηση και λέει: «αν καταφέρω να δανειστώ, αν καταφέρω να ανοίξω το δρόμο για τις αγορές δεν θα έχω ανάγκη αύριο αν χρειαστώ λεφτά να ζητήσω από την Ευρώπη και να πάρω παραπάνω μέτρα λιτότητας». Σύμφωνα όμως με τις προβλέψεις που υπέγραψαν και με αυτά που εξακολουθούν να λένε δεν υπάρχει κανένα χρηματοδοτικό κενό για το 2014, 2015 και 2016. Αυτό ισχυρίζονται. Ότι είναι πλήρως χρηματοδοτημένο το πρόγραμμα, ότι με την ανάπτυξη που θα επιτευχθεί και το πρωτογενές πλεόνασμα δεν θα χρειαστεί να πάρουμε ούτε ένα ευρώ από πουθενά. Γιατί τώρα ξαφνικά χρειαζόμαστε χρηματοδότηση; Γιατί απέτυχε η πολιτική και πάλι καλύπτουμε τα κενά με δανεικά. Μόνο που τώρα ξέρουμε ότι δεν μπορούμε τα δανεικά να τα πάρουμε από την Ευρώπη και παλεύουμε να τα πάρουμε με χίλια δυο νομικά τερτίπια από τις αγορές. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι βγήκαμε πάλι για λεφτά.
 Η κυβέρνηση λέει ότι η έξοδος στις αγορές σημαίνει έξοδος από το Μνημόνιο...
 Το Μνημόνιο είναι μια συμφωνία που δεσμεύει τη χώρα υποχρεωτικά για πάρα πολλά χρόνια. Αυτά που έχουν συμβεί κατά τη διάρκεια του Μνημονίου υποχρεωτικά μας δεσμεύουν τουλάχιστον μέχρι όταν θα λήξουν τα ομόλογα που είναι από τα πακέτα στήριξης. Δηλαδή μέχρι το 2040 και το 2050. Αυτό που προσπαθεί να πει η κυβέρνηση είναι – επειδή θα έχουμε οπωσδήποτε χρηματοδοτικά κενά – ότι προσπαθεί να πάρει λεφτά με άλλους όρους για να μην αναγκαστεί να πάρει πάλι μέτρα λιτότητας. Παλεύει να βρει από αλλού δανεικά.
 Αυξάνοντας το χρέος;
 Ακριβώς. Το παιχνίδι όλο είναι από που θα βρούμε λεφτά. Γιατί κλείνει η στρόφιγγα δανεισμού από την Ευρώπη. Η Ευρώπη για να δώσει χρήματα θα ζητήσει νέα μέτρα. Και ρωτώ: Εφόσον αυτή η πολιτική ήταν τόσο επιτυχημένη και τα Μνημόνια τόσο καλά γιατί ξαφνικά θέλουν να ψάξουν από αλλού λεφτά; Φάσκουν και αντιφάσκουν στα πάντα. Πρόκειται για ένα συνονθύλευμα ανακριβειών και αναληθειών. Ο κ. Στουρνάρας έχει γίνει ένας πολιτικός οικονομολόγος. Γιατί πανηγυρίζουμε που ψάχνουμε λεφτά; Να μη λέμε ότι βγαίνουμε στις αγορές και κοροϊδεύουμε τον κόσμο. Ψάχνουμε απλώς λίγα λεφτά για να καλύψουμε τις τρύπες. Έχουν πάρει τόσα πολλά από τον κόσμο και δεν φτάνουν. Αναζητείται νέος τρόπος για να πληρώσουμε με δανεικά τα λάθη των πολιτικών επιλογών. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Ζούμε το αναπόφευκτο. Το ψέμα, την αναλήθεια και τη συγκάλυψη την ακούς στην οικονομική ανάλυση από πολιτικούς. Κάθε τι που λένε περνάει από έναν ειδικό μηχανισμό για να ειπωθεί με τέτοιο τρόπο που να προκαλέσει όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες ψηφοφόρων και όσο το δυνατόν περισσότερα κέρδη σε ψηφοφόρους. Όταν το πρώτο που σκέφτεσαι είναι πως θα κερδίσεις ψηφοφόρους με τα λόγια κι όχι με τις πράξεις τότε η χώρα έχει πρόβλημα. Και η Ευρώπη εδώ είναι συνένοχη. Με κυρίαρχη τη Γερμανία έχουν γίνει τραγικά λάθη για τα οποία υπάρχει παραδοχή. Από τη μία βέβαια τα παραδέχονται και από την άλλη συνεχίζουν. Γι’ αυτό και οι πιέσεις προς τον τύπο και τις εταιρείες γίνονται όλο και μεγαλύτερες. Για να γλυκάνουν το χάπι.
tvxs.gr 10/4/2014

Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Μια πολιτική κρίση διηγείται τον εαυτό της

Μια  νέα φάση στην  προδιαγεγραμμένη  διάλυση-ανασύνθεση του πολιτικού συστήματος ξεκίνησε ήδη.Εδώ που τα λέμε άργησε κιόλας, επέδειξε μια μάλλον μη αναμενόμενη ανθεκτικότητα.Σε χώρες όπως η Ιταλία και  η Γαλλία , με πολύ μικρότερη ένταση της κρίσης που χειμάζει την Ευρώπη (μόλις υποκρυπτόμενη κάτω από το «whatever it takes»του Μάριο Ντράγκι, υπό την ομπρέλα  του οποίου θα «βγούμε» και εμείς στις αγορές), και οι αναταράξεις έχουν πάρει ήδη εκρηκτική και  αποσταθεροποιητική τροπή.Ας σκεφτούμε λίγο πόσες κυβερνήσεις έχουν πέσει από το 2008 στην ήπειρό μας και μάλλον θα ξαφνιαστούμε για την λεγόμενη «σταθερότητα» στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Πολύ σύντομα να ανασκοπήσουμε σημεία σταθμούς αυτής της διαδρομής:
-Καλοκαίρι του 2011 , όταν ο ΓΑΠ ετοιμάστηκε να μοιραστεί την εξουσία με τον «Ζαπειακό» Σαμαρά, για να την μοιραστεί τελικά με το Βενιζέλο(κάπου εκεί αρχίζει η διαδρομή διάλυσης του ΠΑΣΟΚ)
- Τέλος του 2011, ο ΓΑΠ εγκαταλείπει εξ ανάγκης το προσκήνιο και προ της διάλυσης, ανακύπτει η λύση Παπαδήμου με συνεργασία του καταρρέοντος ΠΑΣΟΚ με τον «μη-Ζαπειακό» πια Σαμαρά.
-Ιούνιο του 2012, το ΠΑΣΟΚ μπαίνει στην τελική φάση διάλυσης και σχηματίζεται η τρικομματική , ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να προελαύνει επί αέρος , καθώς άνευ προσπάθειας καβαλάει το κύμα της διαμαρτυρίας (από άλλη μεριά κουτσοκαβαλάει και η Χ.Α, ως το μόνο υπαρκτό αντισυστημικό πολιτικό ρεύμα)

Και φτάνουμε στην άνοιξη του 2014 , προ εκλογικών αναμετρήσεων αλλά και  με  σχετική ανεξαρτησία από αυτές , όπου ίσως να μπαίνουμε και στην τελική φάση διάλυσής του.
Από την αρχή της κρίσης τα ερωτήματα που είχαμε θέσει σε προηγούμενες αναρτήσεις μας (δες  κάπως μαζεμένες εδώ) μένουν ακόμα αναπάντητα.Το κεντρικό δε ερώτημα  περί  της δυνατότητας ανάδειξης κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα τραβήξουν μπροστά, ούτε κατά διάνοια δεν έχει προσεγγιστεί παρά τις επιμέρους –ατυχείς από γεννησιμιού τους οι περισσότερες-κινήσεις περί αυτό.

Πιθανότατα η πολιτική κρίση θα βαθύνει και άλλο μετά τις εκλογές- με διόλου αμελητέα πιθανότητα αυτό να συμβεί και πριν από αυτές. Κεντρικό ρόλο σε αυτή την έκρηξη θα παίξουν οι εξελίξεις στην Αριστερά-Κεντροαριστερά.Το ιστορικά πλειοψηφικό αυτό ρεύμα, αδυνατεί να εκφραστεί παραγωγικά. Βολοδέρνει περί  ένα ΣΥΡΙΖΑ που επιδιώκει- σε επίπεδο ηγετικής ομάδας – να εκφράσει το σύνολο του χώρου αλλά αδυνατεί,προσπαθεί να ωριμάσει αλλά δεν ξέρει πως και σε ποια κατεύθυνση, θέλει να σχηματίσει μια αφήγηση αλλά δεν την μπορεί και ίσως ούτε την αντέχει.Και δυσπραγεί περί τα σπαράγματα μιας ιστορικής  Κεντροαριστεράς, σε ένα πραγματικό πεδίο τραγωδίας, που αδυνατεί να αναμετρηθεί με το παρελθόν της και να αντιμετωπίσει το μέλλον της, αναζητώντας απέλπιδα  την διάσωση όπου μπορεί. Ενίοτε δε τσαλαβουτάει και σε «ποταμίσια» απολίτικα μορφώματα, από απελπισία ή ανάγκη να πιαστεί από κάπου.Τραγωδία πραγματική, ανάλογη της τραγωδίας της οικονομικής και κοινωνικής μας ζωής.

Από τη Δεξιά μεριά, όλο και  τίθεται το αγωνιώδες ερώτημα «πως δεν θα έχουμε και εμείς την τύχη του ΠΑΣΟΚ;»Τελικά, ίσως αυτός ο χώρος να έχει περισσότερες πιθανότητες να επιχειρήσει μια ανασύνθεση –για λόγους κοινωνικών αναφορών, παράδοσης, τρόπου συγκρότησης και πολιτικών συσχετισμών διεθνώς-που θα έχει κάποια στοιχεία επιτυχίας , έστω και αν περάσει μέσα από πολλές αποτυχίες.
Εκτός αν το επόμενο κύμα τραγωδίας προλάβει και συμπαρασύρει όλους μαζί στο βυθό, έστω διαβαθμισμένα.


Υ.Γ. Ας δούμε ένα κεντρικό ζήτημα πολιτικής τακτικής: Πόσοι και τελικά ποιοι θα ψηφίσουν στις εκλογές; Θεωρώ αυτό ίσως το πιο κρίσιμο ζήτημα, που ξεπερνά τις συνήθεις τακτικές και  επικοινωνιακές εκλογικές στρατηγικές .Θα προσπαθήσουμε σε ένα επόμενο σημείωμα να το αναλύσουμε σε βάθος, αλλά προς το παρόν ας αναρωτηθούμε πως θα κινηθούν μεγάλες μάζες πολιτών που αρνούνται να συμμετάσχουν σε δημοσκοπήσεις ( ή δηλώνουν σε ποσοστά 20-30% των υπολοίπων ότι είναι  αναποφάσιστοι) και ανήκουν σε όλο το πολιτικό φάσμα, κάνοντας τους επαγγελματίες δημοσκόπους να τρέμουν εν όψει εκλογικών αποτελεσμάτων.


Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

Αργό το βήμα μες στη νύχτα...



Εγώ είμαι γέννα της Αθήνας και γέννημά μου η Αθήνα». Μια Αθήνα, μια Ελλάδα που «τα τελευταία χρόνια έχει τσιφτετελοποιηθεί! Τόσο ώστε είτε το ευαγγέλιο διαβάζεις, είτε βαφτίσια κάνεις είτε κηδεία, τσιφτετέλι χορεύουν στην πίστα. Δεν καταλαβαίνουνε Χριστό! Αυτό λέγεται παρακμή»............ «Και τον Εθνικό Ύμνο να τους παίξω, αυτοί τσιφτετέλι θα χορεύουνε»!




Οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν,
Ορισμένοι άνθρωποι δεν φεύγουν ποτέ,
Μένουν πάντα μαζί μας. Και  το πιο ωραίο δεν είναι ότι θέλουν να μείνουν, θέλουν να φύγουν,να ησυχάσουν. Τους διώχνουμε και  αυτοί μένουν. Δεν είναι από πείσμα που το κάνουν και από μεγαλείο.
 Τους διώχνουμε ,και αυτοί μένουν παντα μαζί μας.
Όχι ακριβώς μαζί μας. Αυτοί είναι κει πάνω και μεις εδώ κάτω. Μας πετάνε το σχοινί να ανέβουμε. Και εμείς; Εμείς μέσα στην λάσπη μας. Παλεύουμε με τις λάσπες.
Αυτοί εκεί και μεις εδώ κάτω. Μέσα στο πηγάδι. Και δεν σου μιλώ καθόλου για σχήμα λόγου. Καθόλου. Έτσι έχουν τα πράγματα.
Μας πετάνε το σχοινί για να ανέβουμε πάνω και μεις πεισματαρηδες μέσα στα απόβλητα μας να βρωμάμε μπύρα και κρασί και τσιγάρο,και να κάνουμε έρωτα αναμεταξύ μας. Και αυτοί; Αυτοί εκεί πάνω περιμένουν να τραβήξουν το σχοινί να ανεβούμε.
Και καμιά φορά μας γυρίζουν την πλάτη. Δεν το κάνουν για να μας σνομπάρουν. Δεν αντέχουν το θέαμα και μας γυρίζουν την πλάτη. Βρωμάμε.
Και αυτοί περιμένουν, πιθανόν κρατώντας ένα μπουζούκι και παίζοντας κανένα σκοπό μέχρι να αποφασίσουμε να ανέβουμε, να μας τραβήξουν με το σχοινί εκεί πάνω
Γιώργος Ζαμπέτας                             




Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Για την υποκρισία:οι τα φαιά φορούντες,περί ηθικής λαλούντες

Θέατρον της Σιδώνος (400 μ.X.)

Πολίτου εντίμου υιός —            προ πάντων, ευειδής
έφηβος του θεάτρου,        ποικίλως αρεστός,
ενίοτε συνθέτω        εν γλώσση ελληνική
λίαν ευτόλμους στίχους,        που τους κυκλοφορώ
πολύ κρυφά, εννοείται —         θεοί! να μην τους δουν
οι τα φαιά φορούντες,        περί ηθικής λαλούντες —        
στίχους της ηδονής        της εκλεκτής, που πηαίνει
προς άγονην αγάπη        κι αποδοκιμασμένη. 


Κ.Π. Καβάφης

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Μίλτος Πασχαλίδης: «Με τον Άλκη είχαμε εκκρεμότητες»

από το www.protagon.gr

Αγόρασα το καινούργιο βιβλίο του Μίλτου Πασχαλίδη για τον Άλκη Αλκαίο, με τίτλο «Αγύριστο κεφάλι». Ένα απόγευμα μιας δύσκολης και κουραστικής μέρας, λίγες μέρες μετά την κυκλοφορία του. Γύρισα στο σπίτι αργά, ξάπλωσα και το πήρα στα χέρια μου, μόνο και μόνο για να πάρω την πρώτη αίσθηση. Θα το διάβαζα τις επόμενες μέρες με την ησυχία μου. Τουλάχιστον, έτσι το είχα στο μυαλό μου. Δεν μπορούσα να το αφήσω. Έσβησα και άναψα το φως δυο φορές. Μόλις το άφηνα στο κομοδίνο με «καλούσε» να το ξαναπιάσω. Με συγκίνησε. Και το τελείωσα το ίδιο πρώτο βράδυ. Διάβασα και το κείμενο του κυρίου Μαλανδράκη, εδώ στο protagon. Αποφάσισα να τηλεφωνήσω στο Μίλτο για μια συνέντευξη σε σχέση με το βιβλίο και ιδού. Παράλληλα, μιλήσαμε λίγο στο τέλος της κουβέντας μας για την συναυλία της Δευτέρας (17/2) στο θέατρο Badminton με την Εστουδιαντίνα Νέας Ιωνίας Βόλου και το Γιώργο Νταλάρα.
Τι ήταν αυτό που σε ώθησε να γράψεις ένα βιβλίο για τον Άλκη Αλκαίο;
Με ώθησε κυρίως το ότι ο Άλκης Αλκαίος, ή Βαγγέλης Λιάρος, ήταν ένας αόρατος στιχουργός. Όχι, δηλαδή, μόνο το ότι ήταν φίλος μου. Δεν γράφω βιβλία για όλους τους φίλους μου που «φεύγουν». Δεν ήταν αυτή η ιδέα. Η ιδέα ήταν: ήταν φίλος μου, έφυγε, μένουν τα τραγούδια του όπως θα ήθελε, αλλά σχεδόν κανείς δεν ξέρει τίποτα για εκείνον. Έναν άνθρωπο, ο οποίος -κατά τη γνώμη μου- μαζί με τον Μάνο Ελευθερίου είναι εκείνοι που άλλαξαν τη στιχουργία. Ο Μάνος Ελευθερίου από τη δεκαετία του 1960 και ο Άλκης Αλκαίος από τη δεκαετία του 1980 και μετά. Οι δυο σπουδαιότεροι -κατ’ εμέ - στιχουργοί των τελευταίων πενήντα χρόνων.
Αυτό που συχνά αναφέρεις μέσα στο βιβλίο, είναι αυτή διάκριση μεταξύ της ιστορίας όπως τη θυμάσαι, και όπως μπορεί να έχει συμβεί. Αυτή η αντιδιαστολή. Ότι τα γεγονότα έχουν μεγαλύτερη ουσία όπως τα θυμόμαστε, παρά όπως έχουν συμβεί ακριβώς. Κι ας εξωραΐζονται λιγάκι. Αυτό το υποστηρίζει η επιστήμη της ψυχολογίας και μου το έχει επισημάνει και ο Δημήτρης Αποστολάκης σε μια συνέντευξη: σημασία έχει να δημιουργήσεις μια συγκινητική αφήγηση.
Εγώ το γράφω μέσα και επί λέξει: ποτέ δεν πρέπει να αφήνεις την αλήθεια να σου χαλάει μια καλή ιστορία. Γιατί, αν περιγράψεις κάτι με χειρουργική ακρίβεια, πιθανόν να είναι μια λιγότερο καλή ιστορία. Είναι αυτό που μας λέγανε στο δημοτικό: παιδάκι μου πες το με τα δικά σου λόγια.
Με αφορμή εκείνο το φοβερό περιστατικό στη Ρόδο έτυχε να γνωριστείτε με τον Άλκη Αλκαίο. Πιστεύεις ότι θα τον γνώριζες, έτσι κι αλλιώς, κάποια στιγμή;
Δεν ξέρω αν θα τον γνώριζα προσωπικά. Δεν ξέρω γιατί ο Άλκης δεν έβλεπε πολύ κόσμο. Το σπίτι του, βεβαίως, ήταν ανοιχτό. Ήταν ανοιχτόκαρδος, γενναιόδωρος, φιλικός, ευγενής, αλλά είχε μια δυσκολία να συναντηθεί με πολλά πρόσωπα. Για αυτό και δεν έβγαινε από το σπίτι, λόγω της κατάστασης της υγείας του. Εδώ, δεν τον γνώρισε ποτέ ο Μαυρουδής.
Δεν συναντήθηκαν ποτέ;
Ποτέ, ποτέ. Δεν τον γνώρισε ποτέ ο Μαυρουδής δια ζώσης.
Φοβερό. Και έχουν γράψει ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια του Αλκαίου μαζί.
Βεβαίως. Και ένα από τα πιο σπουδαία τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας, το «Πρωινό τσιγάρο». Δεν συναντήθηκαν ποτέ. Το «Εμπάργκο» ήταν μια ποιητική συλλογή. Εγώ δεν έχω κανένα αντίτυπο. Ο Θάνος (Μικρούτσικος) πρέπει να έχει ένα κι έχει κι ο αδερφός του στην Πάργα. Η ποιητική συλλογή αυτή είχε και άλλα ποιήματα μέσα, εκτός από εκείνα που μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος στον ομώνυμο δίσκο. Το «Πρωινό Τσιγάρο» ήταν ένα από αυτά. Από εκεί το πήρε ο Μαυρουδής και, στην πραγματικότητα, πήρε την άδεια από το Θάνο για να το κάνει. Ο Άλκης δεν ήθελε καθόλου. Όχι δεν ήθελε το Μαυρουδή -δεν ήθελε κανέναν. Το συγκεκριμένο ποίημα το είχε φτιάξει για να το κάνει ο Λοΐζος. Από τη στιγμή που πέθανε ο Λοΐζος, δεν ήθελε να το κάνει κανένας. Ούτε ο Θάνος. Σε κανέναν δεν ήθελε να το δώσει. Και ο Θάνος «πάτησε πόδι». Και του είπε «είσαι με τα καλά σου;». Γιατί ο Μαυρουδής το είχε μελοποιήσει και του το πήγε. Και του είπε ο Θάνος ότι «έχει βάλει μουσική σε ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που έχεις γράψει ποτέ. Είναι δυνατόν να μην το κάνεις; Δηλαδή, ο Θάνος τον παρακινούσε να ανοίξει το πεδίο των συνεργασιών του, πρώτα με το Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τους συν αυτώ, δηλαδή τον Κροκίδη, και μετά με εμένα.
Πόσο καιρό σου πήρε η συγγραφή του βιβλίου;
Ένα χρόνο.
Γράφοντας συστηματικά ή πιάνοντας και αφήνοντας;
Αν σκεφτείς ότι, από τις 365 μέρες που έχει ο χρόνος, τις 150 ταξιδεύω, τις υπόλοιπες συστηματικά, ναι.
Και δεν είναι φοβερό που, αυτό που εσένα σου πήρε ένα χρόνο να ετοιμάσεις, το διαβάζει κανείς σε ένα απόγευμα; Γιατί με όποιον και αν έχω μιλήσει, μου λέει ότι, το διάβασε «μονορούφι». Χωρίς σταματημό.
Ναι, ναι. Κι εμένα αυτό που μου έχει κάνει μεγάλη χαρά είναι ότι όσοι με έχουνε πάρει, είτε φίλοι μου, είτε γνωστοί μου, είτε επώνυμοι, είτε μηνύματα που λαμβάνω στο mail μου, εστιάζουν σε ένα πράγμα: όλοι έχουν συγκινηθεί. Και αυτό, παρότι δεν ήταν ο στόχος μου, δεν είχα την πρόθεση να συγκινήσω κανέναν, με κάνει πολύ χαρούμενο. Αυτό σημαίνει ότι το κείμενό μου διείσδυσε μέσα τους. Δηλαδή, δε με πήρε κανένας να μου πει «ρε μπαγάσα τι ωραία που γράφεις». Οι περισσότεροι μού είπαν ή «δεν μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου» ή «με συγκίνησες πολύ». Και αυτό ήταν για μένα η πληρωμή.
Δεν είχες στόχο να συγκινήσεις, γράφοντας. Συγκινήθηκες ο ίδιος, όμως;
Εγώ ανακουφίστηκα, δεν συγκινήθηκα. Ανακουφίστηκα γιατί, όπως βλέπεις, με τον Άλκη είχαμε εκκρεμότητες. Οι οποίες θα μείνουν για πάντα εκκρεμότητες. Και αυτό ήταν ένα πράγμα, το οποίο, όταν πέθανε, με συνέτριψε. Πέρα από την απουσία του ίδιου και την απώλεια του προσώπου. Με συνέτριψε και το γεγονός ότι είχαμε πράγματα να δημιουργήσουμε. Πράγματα που είχαμε τάξει ο ένας στον άλλον και δεν προλάβαμε. Αυτό το πράγμα, το «ασυγχώρητο του θανάτου» που λέει και η Κική Δημουλά. Αυτός που εφηύρε το θάνατο είναι ασυγχώρητος.
Θα τον χαρακτήριζες πολιτικό;
Εκατό τοις εκατό. Από την κορυφή μέχρι τα νύχια.
Υπάρχει και ένα σημείο στο βιβλίο που αναφέρεις ότι τον «έκαιγε» πάρα πολύ η αντίδραση του κόσμου, η κάθοδος στους δρόμους.
Πάρα πολύ. Και όσο πιο ανήμπορος ήταν ο ίδιος, γιατί δε μπορούσε να βγει έξω, τόσο πιο εγκλωβισμένος αισθανόταν. Δεν είναι τυχαίο ότι συμμετείχε ενεργά στην αντίσταση στη Χούντα. Ενεργά συμμετείχε, σωματικά. Ήτανε σε ομάδες αντιφασιστών που βοηθούσανε από τα μετόπισθεν τις διάφορες οργανώσεις. Συμμετείχε, μάλιστα, στην απόπειρα φυγάδευσης του Στάθη Παναγούλη στην Ιταλία. Ο Άλκης ήταν κομμουνιστής, δεν ήταν απλά πολιτικός.
Έχετε αφήσει έναν δίσκο σε εκκρεμότητα, όπως αναφέρεις και στο βιβλίο. Θα είναι ο επόμενός σου δίσκος;
Θα τον κάνω. Δεν ξέρω αν θα είναι ο επόμενός μου. Σίγουρα θα τον κάνω, όμως. Και θα τον κάνω σύντομα. Δεν θα τον κάνω στις καλένδες, δηλαδή μετά από δέκα χρόνια. Είναι ένα σχέδιο που το έχω για σύντομα. Τώρα, βέβαια, εγώ δεν βγάζω και πολύ συχνά δίσκους. Δεν νομίζω, δηλαδή, ότι ο επόμενος δίσκος θα είναι Αλκαίος, γιατί αυτό το βιβλίο είναι ήδη μια εργασία, μια κατάθεσή μου για τον Άλκη. Είναι βιβλίο και cd, έχει μέσα μερικά καινούργια τραγούδια. Νομίζω, λοιπόν, ότι η μεθεπόμενη εργασία θα είναι αυτός ο δίσκος. Αυτός είναι ο στόχος.
Ο Ράινε Μαρία Ρίλκε, στα «Γράμματα σε ένα νέο ποιητή», έλεγε πως το χειρότερο πράγμα που συνέβη ποτέ στην τέχνη είναι η κριτική. Συμμερίζεσαι αυτή την άποψη; Σου έχει τύχει να διαβάσεις αποθεωτική κριτική μιας βραδιάς που, κατά τη γνώμη σου, δεν ήταν καλή και το αντίθετο; 
Να το πάμε καλύτερα στους δίσκους, γιατί η αλήθεια είναι ότι δεν έχω διαβάσει κακές κριτικές ή δυσάρεστες για συναυλίες μου ή παραστάσεις μου. Για τους δίσκους όμως, μπορώ να σου πω ότι, έχω διαβάσει διθυράμβους για πράγματα που μέσα μου δεν είχα σπουδαιολογήσει και έχω διαβάσει και λίβελους απέναντι σε πράγματα που έχω φτιάξει και τα αγαπώ πολύ. Το ένα με στεναχωρεί ένα λεπτό και το άλλο με χαροποιεί ένα λεπτό. Και τα δύο μου συμβαίνουν. Όταν διαβάζω κάτι αρνητικό για κάτι που έχω φτιάξει με αγάπη και μεράκι, είτε είναι ελαφρώς αρνητική κριτική, είτε είναι σφοδρά αρνητική κριτική, άνθρωπος είμαι, με στεναχωρεί λιγάκι, δεν χαίρομαι. Αλλά το αφήνω να με επηρεάζει για -ένα λεπτό είναι λίγο- καμιά ώρα, ξέρω εγώ. Το ίδιο και όταν διαβάζω κάτι αποθεωτικό. Για καμιά ώρα χαίρομαι. Μετά δεν μου αλλάζει κάτι.
Ας έρθουμε τώρα και σε αυτό που συμβαίνει εδώ, σε αυτή τη συναυλία της Δευτέρας στο Badminton. Με την Εστουδιαντίνα δεν έχεις συνεργαστεί ποτέ.
Όχι και πάντοτε ήθελα να παίξω. Κατάγομαι και εγώ, μουσικά, από μια τέτοια κολεκτίβα, από τους Χαΐνηδες. Εντάξει, οι Χαΐνηδες ήμασταν λίγο πιο αναρχικοί από ό,τι η Εστουδιαντίνα, αλλά έχουμε κοινή καταγωγή. Παίζουμε παραδοσιακά πράγματα με έναν τρόπο που, υπηρετεί από τη μία μεριά την παράδοση, αλλά από την άλλη μεριά την πάει και ένα βήμα πιο μπροστά. Φτιάχνουν και δημοτικοφανή δικά τους πράγματα, τα εξελίσσουν, είναι νέοι άνθρωποι, ξεπερνούν το στερεότυπο του γέρου με τη λύρα ή το σαντούρι, είναι συνομήλικοί μου. Με τους Χαΐνηδες, όταν ξεκινήσαμε, ήμασταν είκοσι χρονών πιτσιρίκια. Όλο αυτό είναι ένα πράγμα που με γοητεύει πολύ. Ήθελα πολύ να παίξω με την Εστουδιαντίνα και, όταν μου το προτείνανε, είπα, ασμένως, ναι. Ούτε με το Νταλάρα έχω ξανασυνεργαστεί.
Αυτή ήταν η επόμενη ερώτησή μου.
Έχουμε μια ευγενική, τυπική, καλή σχέση εδώ και είκοσι χρόνια, όποτε συναντιόμαστε, αλλά δεν έχει τύχει να παίξουμε παρέα. Κι αυτό ήταν, επίσης, ένα δέλεαρ. Και περιέργεια είχα να τον γνωρίσω από κοντά στην εργασία, αλλά και… η κοινοτυπία «έχω μεγαλώσει με τα τραγούδια του» βρίσκει τη μεγαλοπρεπέστερη έκφρασή της στο Νταλάρα. Η γενιά μου με το Νταλάρα και το Βασίλη μεγαλώσαμε. Με το Βασίλη είμαστε συνεργάτες εδώ και δεκαπέντε χρόνια και πλέον εγκάρδιοι φίλοι. Ήθελα, λοιπόν, πολύ να γνωρίσω και τον Γιώργο.

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

Οι πολιτικοί εκπαιδεύονται...(updated)

Βρε παιδί  μου, πόσο δύσκολο είναι τελικά εκπαιδευτείς να κάνεις πολιτική...

Ειδικά αν νομίζεις ότι το να μιλάς είναι άσκηση πολιτικής. Έλα όμως  που δεν είναι -άντε το πολύ πολύ να είναι σχολιασμός επί της άσκησης πολιτικής. Ειδικά  όταν απερίσκεπτα  και με μανιχαϊστικό τρόπο μιλάς , και ανακαλύπτεις στην πορεία ότι άθελά σου δημιουργείς δυναμικές και δεσμεύσεις που σε οδηγούν σε λακούβες κατά την άσκηση πολιτικής και κινδυνεύεις να τσακιστείς.

Και δε αναφέρομαι  μόνο στην κυβέρνηση που παραπαίει  από λακούβα σε λακούβα, κολλημένη στην απαγγελία ενός επίσημου σενάριου που δεν οδηγεί παρά στα βράχια και που όσα βλέπουμε τον τελευταίο καιρό δεν είναι παρά προσεισμοί των όσων μέλλει  να επισυμβούν.

Πάμε στην ποικίλων εκδοχών Αριστερά, Κεντροαριστερά και δε συμμαζεύεται.

Ο Σύριζα κολλημένος στην εποχή των «αγανακτισμένων» και του «αντιμνημονιακού αγώνα», πάει μέσω των υποψηφιοτήτων για τις Δημοτικές και Περιφερειακές Εκλογές να κάνει κάποια συμβολικά βήματα προόδου και προσαρμογής στην πραγματικότητα, δηλαδή να ασχοληθεί με την άσκηση πολιτικής (έστω ακροθιγώς ) και η λακούβα πάει σύννεφο.Από το «άνοιγμα»  στον όχι αρκετά αντιμνημονιακό Βουδούρη στον αρκούντως αντιμνημονιακό - αλλά με περίεργες ουρίτσες -Καρυπίδη.Άντε να το φέρεις σε λογαριασμό το πράγμα τώρα.Κινδυνεύει σοβαρά να θάψει το εγχείρημα της ομάδας Τσίπρα για γρήγορη προσαρμογή(δεν υπάρχει και χρόνος άλλωστε), κάτω από τα κύματα του  αντιμνημονιακού τσουνάμι που σε τελική ανάλυση ήταν αυτό που τον έφερε στον αφρό.Και είναι μόνο η αρχή.Που να μπει κανείς και σε πιο βαθιά νερά, σε περισσότερη ουσία δηλαδή.Αλλά δεν υπάρχει βασιλική οδός.Από εκεί θα περάσει θέλει δεν θέλει και  εδώ θα μετρηθεί.

Η περί τους «58» Κεντροαριστερά, βολοδέρνει μεταξύ μαξιλαριού του Βενιζέλου, μεταρρυθμιστικού-αντιμεταρρυθμιστικού ψευδοδιληματικού  λόγου (που είναι αντιστροφή του ανάλογου περί του μνημονίου διλήμματος του Σύριζα) ,παρακλητικού λόγου  προς την αφασιακή ΔΗΜΑΡ , αναζήτησης επικεφαλής από το πανέρι και μηντιακών παιχνιδισμάτων  άνευ αντικειμένου και μαζικής απήχησης.Τελικά , την εκτιμώμενη καταβύθιση στις ευρωεκλογές , κινδυνεύει σοβαρά να την χρεωθεί εκ των υστέρων η κίνηση των «58» , διότι ο Βενιζέλος και οι άλλοι το ξέρουν το παιχνίδι και μέσω των μηχανισμών τους θα κοιτάξουν να διαφύγουν.Το μουτζούρη ποιος θα τον λουστεί;Και τι θα μείνει μετά από αυτό;Τι θα μάθουν, αν μάθουν;


Ποιο είναι το κοινό των παραπάνω; Τελικά η απολίτικη εκτίμηση και στάση απέναντι στη συγκυρία.Διλήμματα χωρίς αντίκρυσμα στη συγκυρία και προφανώς αναντίστοιχα με τις ανάγκες  και άρα χωρίς κοινωνικές αναφορές και τοποθέτηση στο κοινωνικό πρόβλημα σήμερα.

Το καλό βέβαια είναι ότι σε συνθήκες τραγωδίας η εκπαίδευση στο πολιτικό καμίνι επιταχύνεται.Το κακό ότι η εξέλιξη των πραγμάτων δεν περιμένει την αποφοίτηση κανενός από τα σχολεία.


Υ.Γ (9/2/14) Δεν δάγκωνα τη γλώσσα μου ( ή έστω το πληκτρολόγιο) όταν έγραφα τα παραπάνω για τους 58...
Ούτε καν μέχρι τις εκλογές δεν θα τους αφήσει ο Βενιζέλος να χαρούν την προσπάθειά τους.Δεν ήθελαν να πάνε σε κάλπες για εκλογή υποψηφίων για το ψηφοδέλτιο (δες εδώ το Νίκο Μπίστη που το έπιασε το υπονοούμενο και βγήκε να το πει ανοιχτά) για να μην ελεγχθεί η κατάσταση από μηχανισμούς.Μια χαρά.Ο φίλος του Βαγγέλη , ο Αντώνης , του την έκανε την πάσα να εκλεγούν οι υποψήφιοι με σταυρό.Και να λειτουργήσουν εκεί οι μηχανισμοί.Μετάθεση σε άλλο επίπεδο ελέγχου δηλαδή.Και τώρα;
Αν είχαν να πουν κάτι επί της ουσίας , να απευθυνθούν κατευθείαν στην κοινωνία, θα μπορούσαν να το κάνουν μπούμερανγκ.Αλλά εδώ δεν ισχύει κάτι τέτοιο.Όταν λείπει η πολιτική οι μηχανισμοί κάνουν πάρτυ.

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Bofinger: «Έξυπνο» ευρωομόλογο η λύση για την Ευρώπη

του Peter Bofinger (*)

Μετά από πολλούς μήνες με πολύ χαμηλό πληθωρισμό, το φάσμα του αποπληθωρισμού στοιχειώνει την ευρωζώνη. Και μοιάζει ιδιαίτερα τρομαχτικό, γιατί τα επιτόκια είναι ήδη κοντά στο μηδέν και δεν μπορούν να πάνε πολύ παρακάτω.

Το αρνητικό επιτόκιο δεν είναι κάτι αδύνατο. Θα είχε, όμως, ως αποτέλεσμα να αφαιρείται ένα μικρό ποσό από τους ισολογισμούς των τραπεζικών καταθέσεων κάθε χρόνο, αντί να προστίθεται. Οι καταθέτες, όμως, θα μπορούν να αποφύγουν τα αρνητικά επιτόκια κλειδώνοντας ρευστό σε θυρίδα αντί να πληρώνουν για τις καταθέσεις τους. Κοστίζει κάτι, αλλά όχι πολύ. Είναι μάταιο να πέσουν τα επιτόκια τόσο χαμηλά που οι αποταμιευτές να τα θεωρούν ληστεία.
To φάρμακο του κεϊνσιανισμού με τις δαπάνες οι οποίες δημιουργούν ελλείμματα, αλλά θα ανέβαζαν τη ζήτηση και τις τιμές, είναι ανεφάρμοστο στις χώρες με τα πολύ βαριά χρέη, όπου η απειλή του αποπληθωρισμού είναι και μεγαλύτερη.

Η μόνη προφανής επιλογή που μένει είναι να αγοράσουν οι νομισματικές αρχές ενεργητικά χρησιμοποιώντας φρεσκοτυπωμένο χρήμα. Μια τέτοια ποσοτική χαλάρωση θα έχει στόχο να ανεβάσει τις τιμές αυξάνοντας την προσφορά χρήματος. Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες μεγάλες κεντρικές τράπεζες, όμως, η ΕΚΤ έχει μέχρι σήμερα αποφύγει αυτόν τον δρόμο.
Ίσως ένας λόγος είναι ότι δεν έχει γίνει προφανές ποια ενεργητικά θα αγόραζε η ΕΚΤ. Δεν τέθηκε τέτοιο θέμα όταν, για παράδειγμα, η Federal Reserve άρχισε να αγοράζει αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Αλλά η ΕΚΤ προΐσταται των οικονομιών 18 κρατών. Δεν μπορεί απλώς να αρχίσει να αγοράζει κρατικά ομόλογα. Πρέπει να αποφασίσει και ποια.

Μια επιλογή θα ήταν οι αγορές ομολόγων όλων των μελών της ευρωζώνης, σε ποσά ανάλογα με το ΑΕΠ τους. Ακόμη και το συνταγματικό δικαστήριο της Γερμανίας δύσκολα θα έφερνε αντίρρηση ότι κάτι τέτοιο καταπατά το όριο ανάμεσα στη νομισματική και τηνδημοσιονομική πολιτική. Και πάλι όμως, υπάρχουν δυσκολίες.
Για παράδειγμα, οι επιπτώσεις στις αγορές ομολόγων της Φινλανδίας (όπου το απόθεμα του κρατικού χρέους είναι μικρό συγκριτικά με το μέγεθος της οικονομίας) θα ήταν πιθανότατα πολύ μεγαλύτερες απ' όσο στην Ιταλία (όπου η κυβέρνηση έχει πολύ μεγαλύτερα χρέη).

Τα πράγματα θα ήταν ευκολότερα αν τα κράτη μέλη εξέδιδαν ένα κοινό ομόλογο. Αλλά τα ομόλογα κοινής εγγύησης που συζητήθηκαν στο παρελθόν προκάλεσαν μεγάλη διχογνωμία, λόγω της πιθανότητας να καταλήξουν οι φορολογούμενοι ενός κράτους να αναλάβουν τις υποχρεώσεις άλλου κράτους που χρεοκόπησε. Οι προοπτικές να εφαρμοστούν τέτοιες προτάσεις ήταν λίγες, ακόμη και πριν τις απορρίψει εντελώς η γερμανική κυβέρνηση του «μεγάλου συνασπισμού».

Όμως υπάρχει δυνατότητα να σχεδιαστεί ένα κοινό εργαλείο χρέους χωρίς κοινή ευθύνη. Τα κράτη μέλη θα εκδώσουν κοινά ομόλογα με τηνμορφή «ευρωπακέτων» (euro bundles). Ένα τέτοιο χρεόγραφο θα συμπεριλάμβανε τα ομόλογα των εθνικών κυβερνήσεων, αναλόγως του μεγέθους των οικονομιών τους, που σημαίνει ότι ένα «euro bundle» των €100 θα περιείχε €28 γερμανικό ομόλογο, €22 γαλλικό ομόλογο κ.ο.κ. Κάθε χώρα θα ήταν υπεύθυνη μόνο για το δικό της μερίδιο του πακέτου.
Αν η ΕΚΤ αποφάσιζε να ξεκινήσει πρόγραμμα αγορών ομολόγων, τα euro bundles θα ήταν η καλύτερη επιλογή. Αλλά τα πλεονεκτήματα δεν σταματούν εκεί. Εν τέλει, η αγορά θα γινόταν μεγαλύτερη από την αγορά των μεμονωμένων εθνικών αγορών ομολόγων στην ευρωζώνη.

Έτσι θα μειώνονταν τα επιτόκια, ειδικά για χώρες των οποίων οι αγορές είναι μικρές και χωρίς ρευστότητα. Η Γερμανία θα βοηθούσε να κερδίσουν την αποδοχή τα νέα χρεόγραφα, εκδίδοντας όλα τα νέα ομόλογά της με αυτήν τη μορφή. Δεδομένων των επιπέδων του σημερινού χρέους της Γερμανίας και του σχετικού μεγέθους των υπόλοιπων οικονομιών, τα euro bundles θα κάλυπταν τότε το 90% περίπου των χρηματοδοτικών αναγκών των κυβερνήσεων της ευρωζώνης. Έτσι, θα δυσκολεύονταν οι επενδυτές να μετακινήσουν τα χρήματά τους από τη μια αγορά ομολόγων στην άλλη. Αυτού του είδους οι ροές έχουν προκαλέσει μεγάλη αστάθεια τα τελευταία χρόνια.
Οι χώρες με πρόσθετες δανειακές ανάγκες θα μπορούσαν να εκδώσουν πρόσθετα τα δικά τους ομόλογα.

Επιπλέον, τα euro bundles θα δημιουργούσαν κίνητρα στα κράτη μέλη να μειώσουν το δημόσιο χρέος τους. Η Γερμανία θα συναινούσε σε μια τέτοια διευθέτηση, μόνο αν κάθε κυβέρνηση πλήρωνε διαφορετικό επιτόκιο, για να καθρεφτίζει τη δημοσιονομική της κατάσταση. Για παράδειγμα, οι κυβερνήσεις με μικρά χρέη θα λάμβαναν έκπτωση στο επιτόκιο αυτού του εργαλείου, που θα πληρωνόταν με πρόσθετη χρέωση στις πιο χρεωμένες χώρες.
Αυτός ο μηχανισμός κινήτρων για δημοσιονομική πειθαρχία θα ήταν πολύ πιο αξιόπιστος από τις άτακτες «προμήθειες κινδύνου» που επιβάλλουν οι αγορές.
Τα euro bundles δεν αποτελούν μεγάλο βήμα προς τη δημοσιονομική ενοποίηση, θα μπορούσαν όμως να προσφέρουν ένα σημαντικό βήμα προς μια πιο ενοποιημένη και πιο ανθεκτική ευρωπαϊκή νομισματική ένωση.

* Ο αρθρογράφος είναι καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο Würzburg και μέλος του γερμανικού συμβουλίου οικονομικών εμπειρογνωμόνων.

ΠΗΓΗ: FT.com
www.euro2day.gr

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Εγκώμιο του έρωτα

Διαβάζοντας το «Éloge de l’amour» [Εγκώμιο του έρωτα] του Αλαίν Μπαντιού

Πρέπει να ξαναεπινοήσουμε τον έρωτα, αυτό το ξέρουμε.
Αρτύρ Ρεμπώ, Μια εποχή στην κόλαση

Για τον Αλαίν Μπαντιού η ύπαρξη της φιλοσοφίας προσδιορίζεται από τέσσερις όρους, τέσσερις διαδικασίες αλήθειας, και αυτές είναι: η επιστήμη (και πιο συγκεκριμένα το μάθημα), η τέχνη (και πιο συγκεκριμένα το ποίημα), η πολιτική (και πιο συγκεκριμένα η πολιτική στην υποκειμενική της διάσταση ή πολιτική χειραφέτησης) και ο έρωτας (και πιο συγκεκριμένα η διαδικασία που εισάγει στη διάσταση της αλήθειας τη διάζευξη των έμφυλων θέσεων). Δεν είναι λοιπόν τυχαίο πως διατυπώνει ένα «Εγκώμιο του έρωτα» σε μια συζήτηση με τον Νικολά Τουόν, αρχικά στο πλαίσιο του Φεστιβάλ της Αβινιόν το 2008, κατόπιν σε βιβλίο που εκδόθηκε το 2009 στις εκδόσεις Flammarion.
Με αφετηρία μια διαφήμιση του σάιτ γνωριμιών Meetic, ο Μπαντιού προχωρά σε ένα στοχασμό πάνω στον έρωτα ως διαδικασία διακινδύνευσης, πολύ διαφορετική από τον έρωτα μηδενικού ρίσκου που διαφημίζει η εποχή του καταναλωτισμού και των διαδικτυακών γνωριμιών, και διαγιγνώσκει την ανάγκη να επανεπινοήσουμε τον έρωτα με βασικά στοιχεία του το ρίσκο και την περιπέτεια, ενάντια στην ασφάλεια του ασφαλιστικού συμβολαίου και την άνεση των περιορισμένων απολαύσεων.
Ο έρωτας απειλείται, υποστηρίζει ο γάλλος φιλόσοφος, από μια φιλελεύθερη λογική της εμπορευματοποίησης και του μηδενικού ρίσκου, από μια λογική που θεωρεί ως κινητήρια δύναμη της ζωής το ατομικό συμφέρον. Για τον Μπαντιού, ο έρωτας είναι μια κατασκευή αλήθειας, της αλήθειας του Δύο, μιας κατασκευής του κόσμου βασισμένης όχι στην ταυτότητα αλλά στη διαφορά. Η συνάντηση, τυχαίο και συγκυριακό γεγονός με μαγική διάσταση, αποτελεί συμβάν που όμως καλεί τους εραστές να εργαστούν πάνω στη διάρκεια. Και διευκρινίζει: «ως “διάρκεια” δεν εννοούμε κατά κύριο λόγο ότι ο έρωτας πρέπει να διαρκέσει, να είμαστε ερωτευμένοι πάντα, ή για πάντα. Πρέπει να αντιληφθούμε πως ο έρωτας επινοεί έναν διαφορετικό τρόπο διάρκειας μέσα στη ζωή. Ότι, στη δοκιμασία του έρωτα, η ύπαρξη του καθενός έρχεται αντιμέτωπη με μια νέα χρονικότητα». Όπως το ποίημα, λέει πιο κάτω, είναι για τον Μαλλαρμέ μια λέξη προς λέξη νίκη επί του τυχαίου, έτσι και η κατασκευή του έρωτα επιχειρεί σημείο προς σημείο να κατασκευάσει από την τυχαιότητα της συνάντησης τη διάρκεια, να εγγράψει την αιωνιότητα στο χρόνο.
Ο έρωτας ως συμβάν και διαδικασία αλήθειας συνιστά κάτι που υπερβαίνει τη μαγεία της συνάντησης, χωρίς ωστόσο να την υποτιμά. Δεν ταυτίζεται με τη στρατηγική σαγήνης του Δον Ζουάν, απαιτεί δέσμευση, καθημερινή δουλειά και πίστη για να μετατρέψει το τυχαίο, τη συμπτωματική συνάντηση σε πεπρωμένο. Δεν είναι μια ψευδαίσθηση που συγκαλύπτει την επιθυμία αναπαραγωγής, ούτε μια διαδικασία αυτογνωσίας μέσω της απόλαυσης και διά του άλλου. Και δεν είναι πάντα μια διαδικασία ειρηνική. Έχει βίαιες συγκρούσεις, αληθινά βάσανα, περιορισμούς, χωρισμούς, δράματα, φόνους ή αυτοκτονίες. Εκεί ίσως πατά και η προπαγάνδα ενός έρωτα ασφαλούς, χωρίς ρίσκο. Όμως η αλήθεια δεν μπορεί να κατασκευαστεί στην ασφάλεια ενός συμβολαίου.
Έρωτας και πολιτική
Ως διαδικασία αλήθειας ο έρωτας βρίσκεται κοντά στην πολιτική, στην τέχνη και στην επιστήμη. «Η ερωτική ευτυχία», λέει ο Μπαντιού, «είναι η απόδειξη πως ο χρόνος μπορεί να φιλοξενήσει την αιωνιότητα. Μια τέτοια απόδειξη είναι ο πολιτικός ενθουσιασμός όταν συμμετέχουμε σε μια επαναστατική δράση, η απόλαυση που προσφέρουν τα έργα τέχνης και η σχεδόν υπερφυσική χαρά που νιώθουμε όταν καταλαβαίνουμε επιτέλους, σε βάθος, μια επιστημονική θεωρία». Και στον έρωτα και στην πολιτική έχουμε επίσης συμβάντα, διακηρύξεις, πίστη. Αν ο έρωτας είναι η κατασκευή του Δύο, «η πολιτική δράση καθιστά αλήθεια αυτό για το οποίο είναι ικανό το συλλογικό. Παραδείγματος χάρη είναι ικανό για ισότητα; Είναι ικανό να ενσωματώσει το ετερογενές; Να σκεφτεί πως δεν υπάρχει ένας μόνο κόσμος;» Ό,τι είναι για την πολιτική η εξουσία, το Κράτος, είναι για τον έρωτα η οικογένεια, η ίδια ένταση, η ίδια απειλή διάψευσης της ελπίδας.
Όμως στην πολιτική υπάρχουν εχθροί, ενώ στον έρωτα δράματα. Το πρόβλημα στην πολιτική είναι ο έλεγχος του μίσους και όχι της αγάπης. Λέει ο Μπαντιού: «στην πολιτική, όπου υπάρχουν εχθροί, ένας από τους ρόλους της οργάνωσης, όποια κι αν είναι αυτή, είναι να ελέγξει, δηλαδή να εξαλείψει, κάθε φαινόμενο μίσους. Κάτι που δεν σημαίνει βέβαια επ’ ουδενί, “να κηρύξει την αγάπη”, αλλά –κι αυτό είναι ένα μείζον διανοητικό πρόβλημα– να ορίσει τον πολιτικό εχθρό με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια και αυστηρότητα. Και όχι, όπως συνέβαινε σε όλη σχεδόν τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, με τον πιο αόριστο και ευρύ τρόπο».
Στην εποχή μας που έχουμε την αίσθηση πως πολλές από τις σταθερές καταρρέουν, οι φιλόσοφοι ξαναστρέφονται στον έρωτα, στον επαναπροσδιορισμό του ως μιας ελάχιστης σταθεράς. Ο Μπαντιού το κάνει αυτό από την πλευρά της διαφοράς. Ο έρωτας είναι γι’ αυτόν μια κατασκευή με βάση τη διαφορά, εκεί που ο συντηρητισμός αναζητά την ασφάλεια της ταυτότητας, την υπεράσπιση των «δικών μας αξιών». Ο έρωτας είναι εμπιστοσύνη στη διαφορά, ενώ η αντίδραση είναι καχύποπτη απέναντί της. Υπερασπιζόμενοι τον έρωτα έναντι της ταυτοτικής λατρείας της επανάληψης, υπερασπιζόμαστε το μοναδικό, το μη επαναλαμβανόμενο, το ξένο και το περιπλανώμενο. Μ’ αυτή την έννοια, αναγνωρίζουμε και τη δυνατότητα του συλλογικού να συμπεριλάβει ολόκληρο τον κόσμο, υπερβαίνοντας κάθε εξωπολιτική διαφορά. Και εδώ συναντά με έναν τρόπο την έννοια του κομμουνισμού. Μόνο που στον έρωτα δεν υπάρχουν εχθροί ή ο εχθρός είναι πάντα ο εαυτός μας.

Έφη Γιαννοπούλου ,RedNoteBook

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

To gamification της ζωής

του Γιάννη Μαλεγκάνου

«Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο. Καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο. Το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε ζωή.»
Νίκος Καζαντζάκης
Η ζωή δεν έχει νόημα. Κανένα. Είμαστε αποτέλεσμα και αναπόσπαστο κομμάτι μιας υπεραιώνιας κοσμικής διαδικασίας με αμφίβολη αρχή, χαοτική εξέλιξη και βέβαιο τέλος. Δεν υπάρχει κανένα νόημα δοσμένο από καμία αρχή: ανθρώπινη, «Θεία» ή άλλη. Δεν υπάρχει «αντικειμενικό» νόημα της ζωής, όχι τέτοιο που να καλούμαστε εν τη γενέσει μας να εκπληρώσουμε μυστικιστικά με την πάροδο των χρόνων.
Το νόημά μας οφείλουμε να το επινοήσουμε. Να μπούμε στο παιχνίδι. Σε κάποιο από τα άπειρα παιχνίδια που η ζωή απλόχερα προσφέρει, και δεν το λέει. Παιχνίδια αναζήτησης, περιέργειας, τόλμης, κινδύνου, επιμονής κι υπομονής. Οφείλουμε να μπούμε στο παιχνίδι, ο καθένας στο δικό του, μπας και νοηματοδοτήσουμε «το μεταξύ (σκοτεινών αβύσσων) φωτεινό διάστημα...» που ο Καζαντζάκης αποκαλεί ζωή.
Βρεθήκαμε τυχαία εδώ στο ξέφωτο. Κανείς δε μας ρώτησε αν θέλουμε, κανείς δε μας είπε ότι το ξέφωτο νομοτελειακά οδηγεί σε γκρεμό. Τι απομένει; Το παιχνίδι. Το gamification της ζωής. Η επινόηση του νοήματος. Η δημιουργική εφεύρεσή του και το fair-play. Εδώ και τώρα, στο σπιθαμιαίο αυτό ξέφωτο.
Gamification, λοιπόν. Με δουλειά ή χωρίς. Μόνος, μοναχικός ή με «συνάφειες». Ευτυχής ή δυστυχής. Με όλα ή από το τίποτα. Παιχνίδια υπάρχουν, άπειρα κι ενδιαφέροντα, που το άθροισμά τους λέγεται «ζωή». Αρκεί κανείς να ανοίξει τις πόρτες του μυαλού, αφήνοντας λίγο φως ενόρασης να διαπεράσει τα κλειστά παραθυρόφυλλα της δοτής «πραγματικότητας», και το παιχνίδι ξεκινά... με νόημα. Αν στο παιχνίδι περάσει όμορφα κι ο άγνωστος «δίπλα», η επόμενη τερματική άβυσσος υπόσχεται να μας υποδεχτεί δίχως πόνο.
Αντί ευχών.
www.protagon.gr  26/1/2014

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

Για τον Θόδωρο



                                 


TO METEΩPO BHMA TOY ΠEΛAPΓOY  (σενάριο)

Και µην ξεχνάς ότι ήρθε η ώρα πάλι για ταξίδι. 
O άνεµος φυσάει τα µάτια σου µακριά. 

Tο τζιπ του στρατού που έρχεται από το βάθος, αφήνει τον κεντρικό δρόµο και
µπαίνει προσεχτικά σ' ένα χωµατόδροµο. Στη συµβολή µια ταµπέλλα «Συνοριακή
Ζώνη. Απαγορεύεται η φωτογράφιση».
O συνταγµατάρχης που κάθεται δίπλα στο οδηγό, ένας άντρας στα 50, µε φαρδιούς
ώµους και ηλιοκαµένο πρόσωπο, γυρίζει πίσω στον Αλέξανδρο και το συνεργείο.
―Τώρα καταλαβαίνετε γιατί σας είπα ν' αφήσετε το αυτοκίνητό σας στο στρατόπεδο. H
συνοριακή ζώνη είναι
συχνά υπονοµευµένη ζώνη. Θα κινδυνεύατε να µπείτε σε ναρκοπέδια.
O Αλέξανδρος δεν απαντάει. Κοιτάει το λασπωµένο δρόµο και τα γυµνά δέντρα. O
συνταγµατάρχης µοιάζει ενοχληµένος.
―Σας περίµενα χτες. Έτσι έλεγε η διαταγή από τη µεραρχία.
―∆εν υπολογίσαµε την απόσταση, παρεµβαίνει ένας από το συνεργείο.
Κάναµε 18 ώρες!
―Τι γυρεύετε εδώ πάνω; H περιοχή δεν προσφέρεται για εκδροµές.
―∆εν σας είπαν, απορεί ο Αλέξανδρος.
―Αόριστα. Τα ρεπορτάζ στα σύνορα.
―Ξέρετε µ' αφορµή αυτό που έγινε στον Πειραιά...
―Κατάλαβα, µουρµουρίζει ο αξιωµατικός.
∆εν µοιάζει να τον ενθουσιάζει η ιδέα.
Λίγο µετά στην στροφή του δρόµου βλέπουν µια µεγάλη σιδερένια γέφυρα.
«Mπελεϋ» τις λέγανε τον καιρό του πολέµου. Ιδιόµορφη, απλώνει το σκουριασµένα
φτερά της πάνω από τον Έβρο, το πλατύ ποτάµι που αποτελεί το φυσικό σύνορο
µεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και πιο πάνω µεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας,
Βουλγαρίας. Το ελληνικό φυλάκιο βρίσκεται κρυµµένο, σχεδόν αθέατο, µέσα σε
πυκνή βλάστηση. Κοντά στο ποτάµι στην όχθη σχεδόν, το παρατηρητήριο.
Προβάλλει πανύψηλο, πάνω από τις κορφές των γυµνών δέντρων σαν παράξενο πουλί.
Φρουροί παντού µε όπλο στο χέρι.
Μια µικρή οµάδα στρατιωτών βγαίνει από το φυλάκιο και παρατάσσεται.
O συνταγµατάρχης χαιρετά τον νεαρό αξιωµατικό.
―Τι γίνεται υπολοχαγέ;
Έπειτα παρουσιάζει τους στρατιώτες.
Παιδιά από διάφορα σηµεία της χώρας. Ντροπαλοί µπροστά στην κάµερα, έπειτα
ξεθαρρεύουν και µιλάνε για την εµπειρία του να ζει κανείς στα σύνορα. Ένας απ'
αυτούς λέει ότι δεν φοβάται παρά µόνο τη βουή του ποταµού τη νύχτα. Κάποιος
άλλος, την ώρα που δεν περνάει, ένας τρίτος τη λάθος κίνηση που µπορεί να 'ναι
µοιραία.
O συνταγµατάρχης οδηγεί τον Αλέξανδρο και το συνεργείο στη γέφυρα. Τα
φαγωµένα σανίδια τρίζουν κάτω από τα πόδια τους. Περπατάνε αργά, προσεχτικά µε
το νου στους απέναντι.
O αξιωµατικός εξηγεί τι είναι γι' αυτόν σύνορο, σύνορα, ορισµός. H τουρκική
φρουρά από απέναντι βλέποντας τους να προχωρούν πάν στη γέφυρα έχει
ανησυχήσει. Ένας στρατιώτης µε το αυτόµατα σε στάση αναµονής. O αξιωµατικός
τους, παρακολουθεί το γεγονός µε τη διόπτρα. O συνταγµατάρχης µε τον Αλέξανδρο
και το συνεργείο φτάνουν στο κέντρο της γέφυρας. Κάτω από τα πόδια τους το
ποτάµι βουίζει αργοσάλευτο. Βλέπουν τότε µπροστά τους πάνω στο ξύλινο πάτωµα της γέφυρας τρεις χρωµατιστές λουρίδες, τριάντα πόντους η καθεµιά.

Άσπρη για την ουδέτερη ζώνη στη µέση. Κόκκινη για την Τουρκία και γαλάζια για
την Ελλάδα. Μια περίεργη στενόµακρη σηµαία που χωρίζει τη γέφυρα στα δυο. Τα 
σύνορα. 

O συνταγµατάρχης πατάει τη γαλάζια γραµµή. Μένει ακίνητος µια στιγµή. 
Έπειτα σηκώνει το ένα πόδι και στέκει έτσι σαν  πελαργός. 
Στρέφει το κεφάλι του στον Αλέξανδρο. 
―Αν κάνω ένα βήµα, λέει χαµογελώντας αινιγµατικά, είµαι... αλλού... 
Γυρίζει και κοιτάζει τον τούρκο φρουρό. 
―... ή πεθαίνω, συµπληρώνει. 
Σιωπή. Το βουητό του ποταµού.