Του Νίκου Ξυδάκη |
Μέσα στη διάχυτη βουβαμάρα εγκλείεται φόβος. Φόβος για το παρόν, φόβος για το μέλλον. Οσα συμβαίνουν, κι όσα δεν συμβαίνουν, τροφοδοτούν διαρκώς αυτό τον φόβο του παρόντος, μια σταθερή δυσφορία, μια αίσθηση ανοικειότητας με την ίδια μας τη ζωή. Διότι απλούστατα δεν γνωρίζουμε πού μάς βγάζει ο δρόμος, δεν έχουμε καμία βεβαιότητα, αισθανόμαστε ανήμποροι να προγραμματίσουμε στοιχειωδώς τον βίο. Αισθανόμαστε να μας πλακώνει ένα ανοίκειο παρόν. Κοιτάμε λοιπόν διαρκώς προς τα πίσω, στα τετελεσμένα, για να αντλήσουμε ολίγο νόημα, μήπως και με το νόημα του παρελθόντος φωτίσουμε τον ζόφο του παρόντος και φωτίσουμε τη σκολιά οδό προς το μέλλον. Το ξαναδιάβασμα του παρελθόντος μπορεί να είναι προωθητικό· το ίδιο και η επαναπροσέγγιση της παράδοσης, η οικείωσή της στη συγχρονία. Ετσι προχωρούν κοινωνίες και πολιτισμοί – συναναστροφή με τους νεκρούς το έλεγε ο Ιωάννης Συκουτρής. Αλλά – υπάρχει πάντα ένα αλλά. Αλλά στη δική μας περίπτωση, του κλαψιάρη και έμφοβου νου, εμφιλοχωρεί ένας σοβαρός κίνδυνος: η αναψηλάφηση του παρελθόντος να οδηγεί είτε σε απεγνωσμένη εξωράιση και αφελή αγλαϊσμό του είτε σε δαιμονοποίησή του είτε σε βιαστικές έως γελοίες αναθεωρήσεις – με κοινό παρονομαστή πάντα έναν τερατώδη αναχρονισμό, να προβάλλουμε τους φόβους και τους πόθους μας στο παρελθόν για να του δίνουμε το σχήμα του παρόντος. Ο αναθεματισμός της Μεταπολίτευσης ως δεξαμενής αρνητικών ρευστών και τοξικών βλαστών, είναι μια τέτοια ατυχής δαιμονοποίηση. Οχι αξιολόγηση, κριτική, αποτίμηση· η Μεταπολίτευση, συμπαγώς και αδιαφοροποίητα, στέλνεται στη χωματερή της ιστορίας. Φυσικά μαζί της θάβουμε τους εαυτούς μας, όπως και όσο υπήρξαμε στη δημόσια σφαίρα. Το ίδιο και το Πολυτεχνείο: μετά σαράντα χρόνια είναι δύσκολο να καταταγεί στα τρέχοντα ιδεοψυχολογικά σχήματα, αντιστέκεται πεισματικά. Αντί λοιπόν να το κατανοήσουν στο ιστορικό του πλαίσιο και να το ενσωματώσουν σε μια δυναμική αυτογνωσίας, κάποιοι απελπισμένοι αναθεωρητές το μικραίνουν, το χαμηλώνουν, το λοιδορούν, κυρίως το μεταχρονολογούν, το αναχρονίζουν, για να μπορέσουν υποθέτω να το δουν στο μπόι τους, κι έτσι βολικά χαμηλοαναχρονισμένο να χαρακτηριστεί εργαλειακά ή και καφενειακά ως πηγή των παρόντων δεινών του έθνους κ.λπ. κ.λπ. Από χθες σε αυτό τον χορό των αναχρονισμών μπήκε ολολύζουσα και η Αποστασία. Του ’65, των Ιουλιανών, των γελοιογράφων και των φαιδρών στιχοπλόκων, ό,τι παρά τη φαιδρότητά του εξέφραζε ένα υπαρκτό δίκτυο συνωμοσιών και εκτροπής. Λίγοι από τους πρωταγωνιστές ζουν πια, οι περισσότεροι γνωρίζουμε το κλίμα της εποχής από τις γελοιογραφίες του Μποστ. Ολα άλλαξαν. Κι όμως η αποσκίρτηση βουλευτών από το κομματικό μαντρί, όπως προσφυώς το ονόμαζε ο Ευάγγελος Αβέρωφ, επαναφέρεται ως αρχετυπικό σκιάχτρο, ως το Poltergeist που στοιχειώνει την τρέχουσα πρωθυπουργική δημοκρατία. Είπαμε: ο παγωμένος έμφοβος νους ξαναπλάθει το παρελθόν. Τη θέση του Μποστ παίρνει ο Γκόγια: Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα, τις κουκουβάγιες της ανοησίας και τις νυχτερίδες της αμάθειας. Καθημερινή 19/11/2013 |
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013
Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα
Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2013
Από το λίπος στο αίμα
του Νίκου Ξυδάκη | ||
Ο Μαρκ Μαζάουερ την περασμένη Τρίτη αναρωτήθηκε στην ομιλία του για
«Μια νέα εποχή των άκρων;», αντηχώντας το γνωστό βιβλίο του Ερικ Χόμπσμπαουμ.
Εσπευσε να απαντήσει με αυτό που μπορεί ως ιστορικός: «Ιστορικές σκέψεις για τα
πολιτικά της τρέχουσας κρίσης». Ο Μαζάουερ γνωρίζει καλά τη σύγχρονη ελληνική
ιστορία· γνωρίζει εξίσου καλά την ευρωπαϊκή ιστορία του 20ού αιώνα. Επιπλέον,
παρότι αγαπά την Ελλάδα, μπορεί να τη βλέπει απ’ έξω, με ψυχρό μάτι, να
τοποθετεί τον παρόντα ελληνικό κλονισμό μέσα στο ευρύτερο διεθνές πλαίσιο και
στην ιστορική ροή. Ως εκ τούτου, πραγματεύτηκε την ανάδυση των ακραίων
φαινομένων στην Ελλάδα της Μεγάλης Υφεσης χωρίς να πέσει στις παγίδες και τις
πολωτικές υπεραπλουστεύσεις της εγχώριας συζήτησης. Με επιχειρήματα και παρρησία, ο διακεκριμένος ιστορικός αποδόμησε το σχήμα των ταυτόσημων δύο άκρων, το οποίο διακονείται πυρετωδώς μετά τις εκλογές, ακόμη και από αναλυτές που αυτοπροσδιορίζονται ως φιλελεύθεροι. Για τον Μαζάουερ το επικίνδυνο άκρο είναι ένα: η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή. Δεν θεωρεί την εξωκοινοβουλευτική άκρα Αριστερά αναλόγως επικίνδυνη για τη δημοκρατία· πόσω μάλλον τον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και τη σκέψη του αυτήν τη θεμελιώνει ιστορικά και πολιτικά, επισημαίνοντας ορθώς ότι η Χ.Α. φενακίζει τους απελπισμένους του παρ’ ημίν Depression με φυλετικό μίσος και εθνικιστική υπεραναπλήρωση· το πιο κοντινό ανάλογο είναι ο γερμανικός ναζισμός. «Μερικοί λένε ότι όλες οι μορφές ανομίας είναι εξίσου επικίνδυνες. Διαφωνώ!» Αυτή ήταν η απάντηση του Μαζάουερ όταν ερωτάτο αν οι καταλήψεις κτιρίων και οι φοιτητικές ακρότητες απειλούν τη δημοκρατία όσο και η Χρυσή Αυγή. Μερικές χαμένες ώρες διδασκαλίας δεν βάζουν την ελληνική δημοκρατία σε πραγματικό κίνδυνο, σχολίασε. Αντί να αναλίσκεται στις καταλήψεις των αναρχικών στην Αθήνα, οι οποίες έχουν μικρή πολιτική σημασία, η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να κατευθύνει τη δράση της και την προσοχή της στη μεγαλύτερη απειλή, που είναι η Χρυσή Αυγή, συμπλήρωσε. Ο Μαρκ Μαζάουερ ασφαλώς θα κατέπληξε πολλούς με την ανάλυσή του, κυρίως επειδή κατέρριψε τα στερεότυπα περί ταυτόσημων άκρων κι επειδή ανέδειξε με δραματική ένταση την απειλή από το άκρο του αίματος και του φυλετισμού. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ο Μαζάουερ είναι κομμουνιστής ή ακραίος· μάλλον τα λόγια ενός μετριοπαθούς φιλελεύθερου ακούσαμε, που όμως δεν τυφλώνεται από τη μικροπολιτική ωφελιμοθηρία, τον φόβο και τη συλλογική ενοχοποίηση. Το είχε δείξει άλλωστε και στο περίφημο άρθρο του στους New York Times, το καλοκαίρι του 2011 («Το λίκνο της δημοκρατίας κλονίζει την Ευρώπη»), περιγράφοντας τα σφάλματα της ευρωπαϊκής πολιτικής στο ελληνικό πρόβλημα, όταν ο κυρίαρχος λόγος εδώ ήταν η απόλυτη αυτοενοχοποίηση. Λίγους μήνες αργότερα, παρόμοια περιγραφή για Ελλάδα και Ιταλία έκανε ο Γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας, εξ αφορμής των ταυτόχρονων καθαιρέσεων των εκλεγμένων πρωθυπουργών τους. Αλλη μια συμβολή του Βρετανού και «Τηνιακού» ιστορικού: Κάλεσε τους Ελληνες να υπερασπιστούν τα θετικά επιτεύγματα της Μεταπολίτευσης. Πράγματι, η Μεταπολίτευση, που ενταφίασε τον εθνικό διχασμό και εδραίωσε τη δημοκρατία, βάλλεται σήμερα αδιακρίτως ως μήτρα διαφθοράς, και βάλλεται κυρίως από τους προαγωγούς της διαφθοράς ή από τους ακροδεξιούς εχθρούς της δημοκρατίας. Βάλλεται επίσης από μια ομάδα ανιστορικώς σκεπτομένων, απόντων από τον δημόσιο βίο, οι οποίοι τώρα αξιώνουν κυριαρχία ως παρθενογεννημένοι. Περιμέναμε έναν ξένο να μας πει τα στοιχειώδη; Περιμέναμε έναν διανοούμενο, κάτοικο Νέας Υόρκης, να μας δείξει το κοινό και το κύριο; Ναι. Δυστυχώς, οι περισσότεροι ιθαγενείς διανοούμενοι, εξ όσων έχουν δημόσιο λόγο και βήμα, αιφνιδιάστηκαν από την κρίση και είτε εσιώπησαν, γιατί δεν είχαν κάτι να πουν, είτε αναλώθηκαν σε ηθικολογίες, κοινοτοπίες και αναμασήματα της απολογητικής της ιθύνουσας τάξης, ενισχυτικά της τύφλωσης και του διχασμού. Ελάχιστοι διείδαν εγκαίρως τις κοινωνικές ρηγματώσεις που έφερνε η αχαλίνωτη ύφεση, ελάχιστοι διέκριναν την άνοδο της φασιστικής απειλής, οι περισσότεροι είδαν ως αντίπαλους τους «Αγανακτισμένους» και αρνούνταν έως πρόσφατα ότι η ένδεια σαρώνει τον πληθυσμό. Υπάρχει κρυμμένο λίπος, έλεγαν. Αυτή την εθελοτυφλία αντέκρουσε ο Μαζάουερ. Μας είπε ότι ο εχθρός δεν είναι το ανύπαρκτο ή ξοδεμένο λίπος των μικρομεσαίων, ο εχθρός δεν είναι ο «ανυπάκουος» ή «γονιδιακά άνομος» λαός και η μεταπολίτευσή του, αλλά το αίμα και χώμα των ναζί και η υποκρισία της ιθύνουσας τάξης. Καθημερινή 17/2/2013 |
Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013
Επικίνδυνες ρωγμές στην κοινωνία
Του Νίκου Ξυδάκη |
Τις τελευταίες ημέρες, είναι διάχυτη η εντύπωση ότι οι πολιτικοί
χειρισμοί της κυβέρνησης στο εργασιακό και κοινωνικό πεδίο της προσφέρουν
ελάχιστο πολιτικό όφελος – μάλλον την φθείρουν. Οι επιστρατεύσεις στις
συγκοινωνίες και στην ακτοπλοΐα, ως επίδειξη πυγμής, κατάφεραν προσώρας να
αποκαστατήσουν την κανονική ροή σε κρίσιμους τομείς της κοινωνικής ζωής, αλλά
την ίδια στιγμή, η αμείλικτη υλική πραγματικότητα υπονόμευσε καίρια το
μεταδιδόμενο κλίμα ότι αρχίζει το τέλος των θυσιών. Οι μεγάλες περικοπές στις
συντάξεις, η δρομολόγηση χιλιάδων απολύσεων στο Δημόσιο και κυρίως οι διαρροές
για την υπερφορολόγηση των ακινήτων προκαλούν αίσθηση ασφυξίας στη συντριπτική
πλειοψηφία του πληθυσμού. Η διευρυνόμενη ένδεια σημαδεύτηκε από παράλληλα γεγονότα στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο, φαινομενικά ασύνδετα, που όμως πυροδοτούν το καθένα με τον τρόπο του μια έντονη φυγοκέντρηση στο κοινωνικό σώμα, στα όρια της εξάρθρωσης και της ανθρωπιστικής κρίσης. Τέτοια γεγονότα με συμβολικό περιεχόμενο ήταν, ας πούμε, η διανομή δωρεάν λαχανικών έξω από το υπουργείο, που οδήγησε σε εικόνες αναγκεμένου όχλου· η επίδειξη ισχύος του νεοναζιστικού μορφώματος στην καρδιά της πρωτεύουσας, αλλά και σε τόπους παροχής υπηρεσιών υγείας· τέλος, η συζήτηση που συνόδευσε τη σύλληψη των νεαρών αναρχικών ληστών. Στα παράλληλα, ασύνδετα γεγονότα, διαβλέπουμε μια ισχυρή ροπή προς συμπεριφορές ακραίες και κυρίως καινοφανείς, αδιανόητες πριν από ελάχιστα χρόνια. Για τον προσεκτικό παρατηρητή είναι προφανές ότι η κρίση, με τη φτώχεια και την ανεργία που συνεπιφέρει, οδηγεί σε πρωτόγνωρες ρηγματώσεις του κοινωνικού σώματος· πλήττει σκληρά τον κόσμο των μισθωτών και μικροεπιχειρηματιών, πλήττει τους μικροϊδιοκτήτες και τη μεσαία τάξη, πλήττει ανελέητα τη νεολαία. Σταδιακά, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού αισθάνονται ανήμπορα και αποκλεισμένα, εκτοπισμένα, εκτός κοινωνίας και ιστορίας. Ακόμη και όσοι αντέχουν υλικά, αφενός, αισθάνονται πια ασήκωτο το βάρος των υπολοίπων, όσων βουλιάζουν, αφετέρου, δεν βλέπουν φως, δεν έχουν κάτι να πιαστούν. Κατά κάποιον τρόπο, το κεϋνσιανό παράδοξο της φειδούς στην υφεσιακή οικονομία συνυπάρχει με μια παράλυση του ηθικού και του φρονήματος σε κάθε κοινωνική ομάδα. Ιστορικά, η πολιτική πυγμής δεν μπορεί να συνεχίζεται επί μακρόν· η αυστηρή τιμωρία των απειθών χωρίς παράλληλη επιβράβευση των ευπειθών κινδυνεύει να φτάσει στο αντίθετο αποτέλεσμα: να απευθύνεται σε μια κοινωνία ανθεκτική στην τιμωρία, αναίσθητη στον φόβο, επιρρεπή στη βαναυσότητα και την ακραία αντίδραση. Αυτό μας δείχνει η αυξανόμενη επιρροή της ακραίας Χρυσής Αυγής: το απολεσθέν νόημα αναζητείται στη βαναυσότητα και στην ένστολη αγέλη. Αυτό δείχνει η απόδραση μέρους της νεολαίας προς τον μηδενισμό και τη βία: δεν βρίσκουν νόημα και αξιακό πλαίσιο, αλλά ούτε και δουλειά. Για την ανάσχεση της ροπής προς βαναυσοποίηση και μηδενισμό, αυτού του άλογου κύματος, οι λύσεις αναμένονται πρωτίστως από έναν ριζικά ανανεωμένο πολιτικό λόγο και πράξη, από μια νέα γενική διάνοια γαλβανισμένη μες στην οδυνηρή συγκυρία. Αυτή είναι η τεράστια πρόκληση, αμφίπλευρα, προς τους υπάρχοντες σχηματισμούς και τις ηγεσίες τους: θα απαντήσουν ή θα διαλυθούν. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 12/2/2013 |
Σάββατο 4 Αυγούστου 2012
Ξένος ήμην και ου συνηγάγετέ με
Του Νικου Γ. Ξυδακη | ||
Η διανομή τροφίμων από τη Χρυσή Αυγή, στην πλατεία Συντάγματος,
μόνο σε όσους επεδείκνυαν ελληνική ταυτότητα και κατεγράφοντο τα στοιχεία του
αίματός τους, προσημαίνει την ώρα μηδέν για την ελληνική κοινωνία, την ώρα της
ηθικής και ψυχικής της αποσάθρωσης. Μόνο ντροπή μπορεί να νιώσει ένας Ελληνας, ακόμη και στην πληγωμένη Ελλάδα του 2012, όταν μελανοχίτωνες μοιράζουν μακαρόνια εξετάζοντας το αίμα του πεινώντος. Ντροπή, γιατί αυτή η ωμά ρατσιστική ενέργεια διεξάγεται υπό τη σκιά της δημοκρατικής Βουλής των Ελλήνων. Ντροπή, γιατί η διάκριση αίματος ποδοπατά όλες τις παραδόσεις ελληνικού πολιτισμού, όπως κι αν τις δει κανείς, από τον Ξένιο Δία και την Αθηνά Ξενία των ομόγλωσσων αρχαίων προγόνων έως τον Καππαδόκη Μέγα Βασίλειο τον ελληνοχριστιανό ομόδοξο: «Εάν εύρης εχθρόν που ευρίσκεται εις δυσκολίαν μη προσθέσης εις την οργήν που σε κατέχει την εκδίκησιν, αλλά να τον θρέψης όπως εκείνος έθρεψε τους αδελφούς που τον επώλησαν». (Μ. Βασίλειος, Εν λιμώ και αυχμώ). Ντροπή. Και δέος για το τι περιμένει όποιον περιφρονεί ιδρυτικές συνθήκες της ανθρωπιάς: «Ξένος ήμην και ου συνηγάγετέ με, γυμνός και ου περιεβάλετέ με, ασθενής και εν φυλακή και ουκ επεσκέψασθέ με». Ας μην αναρωτηθεί κανείς μωρός σήμερα: «Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα ή διψώντα ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή εν φυλακή και ου διηκονήσαμέν σοι;». Η απάντηση θα είναι πάντα η ίδια, τρομερή και ισχύουσα: «Εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε. Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον» (Ματθ. 25:41-46) Κόλαση είναι ο κόσμος του αρχέγονου αίματος και της ωμής βίας, τα μακαρόνια του μελανοχίτωνα φουσκωτού. Κι όσοι προσπερνούν τέτοιες ωμότητες, με μικροδικαιολογίες και μουρμουρητά, ας ετοιμαστούν να δείχνουν εφεξής ταυτότητα και αίμα, για να μιλούν, να σκέφτονται, να αναπνέουν ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 4/8/2012 |
Κυριακή 9 Μαΐου 2010
Υπερασπιζόμενοι το κοινό εδώ
Tου Nικου Γ. Ξυδακη
Στους τοίχους της Τραπέζης της Ελλάδος επί της Πανεπιστημίου, δύο γκράφιτι: Δεν συναινούμε έχουμε πόλεμο· και παρακάτω, Γιώργο θα φύγεις νύχτα. Τις προηγούμενες μέρες, κορυφαία πρόσωπα της απελθούσας κυβέρνησης προπηλακίστηκαν από οργισμένους πολίτες ενώπιον ακροατηρίων, εκδιώχθηκαν από αίθουσες, γιουχαΐστηκαν. Την παγωνιά μετά το σοκ διαδέχεται τυφλή οργή που ξεχειλίζει, και θα ξεσπάει επί δικαίων και αδίκων.
Δικαιολογημένη η οργή και ευεξήγητη. Και πρέπει να ξεσπάσει. Ο οργισμένος πολίτης όμως, προτού παραδοθεί στην αυτοδικία και στον νόμο του Λιντς, οφείλει να αναλογιστεί μήπως η τυφλότητα της οργής του πλήττει ακριβώς το κράτος δικαίου που υπονόμευσαν οι προπηλακιζόμενοι πολιτικοί με την ολιγωρία τους, με τα ψέματα, με τον αριβισμό ή τις δόλιες πράξεις τους. Να μην αθωωθούν, να παραδοθούν στη χλεύη και την καταφρόνια, στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας· να ερευνηθεί η δράση τους και να τιμωρηθούν αν βρεθούν ένοχοι. Αλλά δεν πρέπει να κυριαρχήσει ο τυφλός θυμός, η οργή δεν μπορεί μόνη αυτή να καθοδηγεί τις πράξεις της τραυματισμένης κοινωνίας. Διότι υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο το ποτάμι της οργής να μη σταματάει πουθενά, να παρασύρει δικαίους και αδίκους σε έναν τρελό στροβιλισμό, που θα εξαρθρώσει τους κοινωνικούς αρμούς και λίγο θα απέχει από εμφύλιο.
Ο κερματισμός και η πολυδιαίρεση της κοινωνίας είναι όπλο των κυρίαρχων, είναι προσφιλές όπλο της αποικιοκρατίας, παλιάς και νέας, μαζί με την προπαγάνδα και την ωμή καταστολή. Η προπαγάνδα, επίσημη ή μεταμφιεσμένη, προσπαθεί να πείσει τη δοκιμαζόμενη κοινωνία, αφενός, ότι φταίμε όλοι εξίσου, γενικεύοντας και ισοπεδώνοντας· η τέτοια γενίκευση διαχέει δολίως σε όλους την ευθύνη και την ενοχή· και όταν όλοι φταίνε, κανείς δεν φταίει. Η προπαγάνδα, αφετέρου, σπείρει διχόνοια, διάσπαση, διαίρεση: οι ιδιωτικοί εναντίον των δημοσίων, οι υπάλληλοι εναντίον των ελευθεροεπαγγελματιών, όλοι εναντίον των φακελάκηδων γιατρών, των ρουφιάνων δημοσιογράφων, των κλεφτών ταξιτζήδων, όλοι εναντίον όλων. Και όλοι ενοχοποιημένοι, διασπασμένοι, οργισμένοι, σαστισμένοι - δηλαδή, έτοιμοι να υποδουλωθούν και πάλι, χωρίς να προλάβουν να κατανοήσουν, να συνθέσουν, να υπερβούν τα δεσμά.
Η προπαγάνδα δούλεψε εντατικά όλα τα χρόνια της αμέριμνης σπατάλης κλοπιμαίων και δανεικών για να μας πείσει ότι όλα βαίνουν καλώς, η Ελλάς είναι ισχυρή, οι αγορές μάς ψηφίζουν. Δούλεψε εντατικά και τον τελευταίο χρόνο, διαχέοντας ευθύνες και ενοχές, αποκρύπτοντας διαρκώς την αληθή εικόνα, τις δυνατότητες εξόδου, τους πραγματικούς υπεύθυνους. Μέχρι που το ολιγόσελιδο μνημόνιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου έδειξε τον βαθμό κατάρρευσης του συστήματος και τον βαθμό υποδούλωσης όλων ημών.
Οι έχοντες κυριαρχία και πλούτο έχουν σπεύσει ήδη να μεταφέρουν το χρήμα έξω και να αγοράσουν λονδρέζικα ακίνητα: να σωθεί το χρήμα και ας βουλιάξει η χώρα. Τώρα περιμένουν ευκαιρίες επενδύσεων: η καταρρέουσα χώρα θα προσφέρει πολλές ευκαιρίες. Θα επωφεληθούν, μαζί με το ξένο κεφάλαιο που ώς τώρα λοιδορούσε την Ψωροκώσταινα· θα αγοράσουν πάμφθηνα. Οι εξουθενωμένοι, γονατισμένοι πολίτες ποια αντίσταση μπορούν να προβάλουν; Πολύ περισσότερο αν βρεθούν παραδομένοι στον ψυχικό εμφύλιο, κατακερματισμένοι και αλληλοσπαρασσόμενοι. Καμία αντίσταση· η υποδούλωση θα είναι η μόνη οδός.
Η κοινωνία ραγίζει από απειλές, πρωτόγνωρες τουλάχιστον για δύο - τρεις γενιές· απειλές φτώχειας, απειλές κατά της κοινωνικής συνοχής, απειλές κατά του κοινωνικού συμβολαίου, απειλές κατά του δημόσιου πλούτου και της εθνικής κυριαρχίας. Μόνο αν αναγνωρίσει τον εαυτό της σαν κοινότητα, βάσει συνομολογημένων παρονομαστών, γύρω από ένα μίνιμουμ αξιακό πλαίσιο, η κοινωνία μπορεί να αντισταθεί στις δυνάμεις της διάλυσης και να υπερασπιστεί τον δημόσιο χώρο, τον κοινό λόγο, την πατρίδα.
Ας την πούμε πατρίδα αυτή την οντότητα που μπορεί να μας ενώσει, ας μη φοβόμαστε τη λέξη, δεν είναι η κουρέλα των ακροδεξιών και των χουνταίων, είναι η πατρίδα του Ρήγα Φεραίου και του Παπαδιαμάντη, του Κάλβου και του Εγγονόπουλου, του μαχητή στο Αλβανικό και του αντάρτη. Το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα· οι άθλιες ραντιέρικες ελίτ, που κατάντησαν τη χώρα οικόπεδο ευκαιρίας, δεν έχουν πατρίδα. Οι άνθρωποι της εργασίας, μικροί, μικρομεσαίοι, ποιητές, τεχνίτες, όλοι, έχουν πατρίδα: το από κοινού εδώ, το εδώ που διάλεξαν, αυτό που δεν θέλουν να εγκαταλείψουν από ανάγκη, τάφους, αμπέλια και σοκάκια, φίλους, οικείους, συμπολίτες, παλιούς συμμαθητές. Μπορούμε να ριζώσουμε κι αλλού, αλλά ας το κάνουμε ως ελεύθεροι, όχι ως ανδραποδισμένοι. Γι’ αυτό το κοινό εδώ, αξίζει να πολεμήσουμε, φτωχοί αλλά ελεύθεροι, ενωμένοι, όχι σπαραγμένοι και δούλοι. Οπως μπορούμε.
Ένα βλέμα-Καθημερινή 9/5/2010
Στους τοίχους της Τραπέζης της Ελλάδος επί της Πανεπιστημίου, δύο γκράφιτι: Δεν συναινούμε έχουμε πόλεμο· και παρακάτω, Γιώργο θα φύγεις νύχτα. Τις προηγούμενες μέρες, κορυφαία πρόσωπα της απελθούσας κυβέρνησης προπηλακίστηκαν από οργισμένους πολίτες ενώπιον ακροατηρίων, εκδιώχθηκαν από αίθουσες, γιουχαΐστηκαν. Την παγωνιά μετά το σοκ διαδέχεται τυφλή οργή που ξεχειλίζει, και θα ξεσπάει επί δικαίων και αδίκων.
Δικαιολογημένη η οργή και ευεξήγητη. Και πρέπει να ξεσπάσει. Ο οργισμένος πολίτης όμως, προτού παραδοθεί στην αυτοδικία και στον νόμο του Λιντς, οφείλει να αναλογιστεί μήπως η τυφλότητα της οργής του πλήττει ακριβώς το κράτος δικαίου που υπονόμευσαν οι προπηλακιζόμενοι πολιτικοί με την ολιγωρία τους, με τα ψέματα, με τον αριβισμό ή τις δόλιες πράξεις τους. Να μην αθωωθούν, να παραδοθούν στη χλεύη και την καταφρόνια, στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας· να ερευνηθεί η δράση τους και να τιμωρηθούν αν βρεθούν ένοχοι. Αλλά δεν πρέπει να κυριαρχήσει ο τυφλός θυμός, η οργή δεν μπορεί μόνη αυτή να καθοδηγεί τις πράξεις της τραυματισμένης κοινωνίας. Διότι υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο το ποτάμι της οργής να μη σταματάει πουθενά, να παρασύρει δικαίους και αδίκους σε έναν τρελό στροβιλισμό, που θα εξαρθρώσει τους κοινωνικούς αρμούς και λίγο θα απέχει από εμφύλιο.
Ο κερματισμός και η πολυδιαίρεση της κοινωνίας είναι όπλο των κυρίαρχων, είναι προσφιλές όπλο της αποικιοκρατίας, παλιάς και νέας, μαζί με την προπαγάνδα και την ωμή καταστολή. Η προπαγάνδα, επίσημη ή μεταμφιεσμένη, προσπαθεί να πείσει τη δοκιμαζόμενη κοινωνία, αφενός, ότι φταίμε όλοι εξίσου, γενικεύοντας και ισοπεδώνοντας· η τέτοια γενίκευση διαχέει δολίως σε όλους την ευθύνη και την ενοχή· και όταν όλοι φταίνε, κανείς δεν φταίει. Η προπαγάνδα, αφετέρου, σπείρει διχόνοια, διάσπαση, διαίρεση: οι ιδιωτικοί εναντίον των δημοσίων, οι υπάλληλοι εναντίον των ελευθεροεπαγγελματιών, όλοι εναντίον των φακελάκηδων γιατρών, των ρουφιάνων δημοσιογράφων, των κλεφτών ταξιτζήδων, όλοι εναντίον όλων. Και όλοι ενοχοποιημένοι, διασπασμένοι, οργισμένοι, σαστισμένοι - δηλαδή, έτοιμοι να υποδουλωθούν και πάλι, χωρίς να προλάβουν να κατανοήσουν, να συνθέσουν, να υπερβούν τα δεσμά.
Η προπαγάνδα δούλεψε εντατικά όλα τα χρόνια της αμέριμνης σπατάλης κλοπιμαίων και δανεικών για να μας πείσει ότι όλα βαίνουν καλώς, η Ελλάς είναι ισχυρή, οι αγορές μάς ψηφίζουν. Δούλεψε εντατικά και τον τελευταίο χρόνο, διαχέοντας ευθύνες και ενοχές, αποκρύπτοντας διαρκώς την αληθή εικόνα, τις δυνατότητες εξόδου, τους πραγματικούς υπεύθυνους. Μέχρι που το ολιγόσελιδο μνημόνιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου έδειξε τον βαθμό κατάρρευσης του συστήματος και τον βαθμό υποδούλωσης όλων ημών.
Οι έχοντες κυριαρχία και πλούτο έχουν σπεύσει ήδη να μεταφέρουν το χρήμα έξω και να αγοράσουν λονδρέζικα ακίνητα: να σωθεί το χρήμα και ας βουλιάξει η χώρα. Τώρα περιμένουν ευκαιρίες επενδύσεων: η καταρρέουσα χώρα θα προσφέρει πολλές ευκαιρίες. Θα επωφεληθούν, μαζί με το ξένο κεφάλαιο που ώς τώρα λοιδορούσε την Ψωροκώσταινα· θα αγοράσουν πάμφθηνα. Οι εξουθενωμένοι, γονατισμένοι πολίτες ποια αντίσταση μπορούν να προβάλουν; Πολύ περισσότερο αν βρεθούν παραδομένοι στον ψυχικό εμφύλιο, κατακερματισμένοι και αλληλοσπαρασσόμενοι. Καμία αντίσταση· η υποδούλωση θα είναι η μόνη οδός.
Η κοινωνία ραγίζει από απειλές, πρωτόγνωρες τουλάχιστον για δύο - τρεις γενιές· απειλές φτώχειας, απειλές κατά της κοινωνικής συνοχής, απειλές κατά του κοινωνικού συμβολαίου, απειλές κατά του δημόσιου πλούτου και της εθνικής κυριαρχίας. Μόνο αν αναγνωρίσει τον εαυτό της σαν κοινότητα, βάσει συνομολογημένων παρονομαστών, γύρω από ένα μίνιμουμ αξιακό πλαίσιο, η κοινωνία μπορεί να αντισταθεί στις δυνάμεις της διάλυσης και να υπερασπιστεί τον δημόσιο χώρο, τον κοινό λόγο, την πατρίδα.
Ας την πούμε πατρίδα αυτή την οντότητα που μπορεί να μας ενώσει, ας μη φοβόμαστε τη λέξη, δεν είναι η κουρέλα των ακροδεξιών και των χουνταίων, είναι η πατρίδα του Ρήγα Φεραίου και του Παπαδιαμάντη, του Κάλβου και του Εγγονόπουλου, του μαχητή στο Αλβανικό και του αντάρτη. Το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα· οι άθλιες ραντιέρικες ελίτ, που κατάντησαν τη χώρα οικόπεδο ευκαιρίας, δεν έχουν πατρίδα. Οι άνθρωποι της εργασίας, μικροί, μικρομεσαίοι, ποιητές, τεχνίτες, όλοι, έχουν πατρίδα: το από κοινού εδώ, το εδώ που διάλεξαν, αυτό που δεν θέλουν να εγκαταλείψουν από ανάγκη, τάφους, αμπέλια και σοκάκια, φίλους, οικείους, συμπολίτες, παλιούς συμμαθητές. Μπορούμε να ριζώσουμε κι αλλού, αλλά ας το κάνουμε ως ελεύθεροι, όχι ως ανδραποδισμένοι. Γι’ αυτό το κοινό εδώ, αξίζει να πολεμήσουμε, φτωχοί αλλά ελεύθεροι, ενωμένοι, όχι σπαραγμένοι και δούλοι. Οπως μπορούμε.
Ένα βλέμα-Καθημερινή 9/5/2010
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)