Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Ο ανασκολοπισμός της Ιστορίας

του Νίκου Μπίστη

Το Ευρωκοινοβούλιο αδυνατώντας να ασχοληθεί με τα προβλήματα του παρόντος και του μέλλοντος της Ευρώπης ασχολείται με το παρελθόν. Με τρόπο προκλητικό και εξοργιστικό. Αυτή την φορά ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, δεν περιορίστηκε  στην εργαλειακή χρήση της Ιστορίας αλλά προχώρησε στον ανασκολοπισμό της.

Απεφάνθη ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε άμεσο αποτέλεσμα του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου Μολότωφ -Ρίμπεντροπ, χαρακτηρίζει την ΕΣΣΔ συνυπεύθυνη με την ναζιστική Γερμανία για τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και ζητά να καθοριστεί .... «Ημέρα μνήμης των θυμάτων ολοκληρωτικών καθεστώτων» η ημερομηνία υπογραφής του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου. Είναι η φυσική και επιδιωκόμενη κατάληξη της ανιστόρητης εξίσωσης φασισμού - ναζισμού με τον κομμουνισμό. Καθόλου τυχαία επέλεξαν  τον δεύτερο παγκόσμιο Πόλεμο για την τελική επίθεση στην Ιστορία και την μνήμη. Τότε σφυρηλατήθηκε η μεγάλη αντιφασιστική Συμμαχία των τριών μεγάλων και ο αντιφασισμός από τα κάτω, ρεύμα που επιβίωσε και επηρέασε εξελίξεις ακόμα και την περίοδο του ψυχρού πολέμου.

Τα μεταπολεμικά χρόνια δημιουργήθηκε η υγειονομική ζώνη που απαγόρευε στην Ακροδεξιά να πλησιάσει κυβερνητικούς θώκους στην Ευρώπη. Τώρα η υγειονομική αυτή ζώνη έχει καταργηθεί. Πληθαίνουν οι μεταμφιεσμένοι Ακροδεξιοί που συμμετέχουν σε κυβερνήσεις η κτυπάνε την πόρτα τους. Η σχετικοποίηση της Ακροδεξιάς, η ενσωμάτωση της ρητορικής της από τμήμα της Δεξιάς, διευκολύνεται από την αποδιάρθρωση του πάλαι ποτέ αντιφασιστικού μετώπου, τον κατακερματισμό του και τέλος την εξομοίωση  με ψευδοεπιστημονικά επιχειρήματα του κομμουνισμού με τον ναζισμό. Και αυτά την ώρα που Λεπέν, Σαλβίνι, Ούρμπαν και άλλοι αποτελούν τον πραγματικό κίνδυνο για την Ευρώπη και την Δημοκρατία. Αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι πόλεμοι της μνήμης αφορούν το μέλλον. Ελέγχοντας το παρόν, ξαναγράφουν το παρελθόν για να κυριαρχήσουν στο μέλλον.

Αν έπρεπε να οριστεί μια ημέρα ντροπής για αυτούς που με την υπογραφή τους απελευθέρωσαν την επιθετικότητα του Χίτλερ, αυτή είναι η 28 Σεπτεμβρίου του 1938 όταν Χίτλερ, Μουσολίνι, Τσάμπερλαιν και Νταλαντιέ υπέγραψαν ερήμην της κυβέρνησης της Τσεχοσλοβακίας την Συμφωνία του Μονάχου και τον διαμελισμό της Τσεχοσλοβακίας. Σε λιγότερο από ένα χρόνο ο Χίτλερ κατέλαβε το σύνολο της χώρας. (Αξίζει εδώ να θυμηθούμε ότι η πολύπαθη μεταγενέστερα Πολωνία και η Ουγγαρία έσπευσαν όπως οι ύαινες στα αποφάγια , να προσαρτισουν δύο περιοχές της Τσεχοσλοβακίας. Το αναφέρω γιατί οι κυβερνήσεις αυτών των δύο χωρών πρωτοστατούν στον πόλεμο της μνήμης αλλά για τα πεπραγμένα τους παρουσιάζουν κενά μνήμης). Η Συμφωνία ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής κατευνασμού του Χίτλερ στην οποία επιδόθηκαν με παταγώδη αποτυχία οι Αγγλογάλλοι. Ήταν όμως και κάτι επιπλέον. Αποτυπωνόταν σε αυτήν και η συνεχής επιδίωξη  των Δυτικών να στρέψουν τον Χίτλερ προς Ανατολάς. Αυτός είναι ο λόγος που η Γαλλία - η οποία συνδεόταν με αμυντική συμφωνία με την Τσεχοσλοβακία- απέρριψε την πρόταση της Σοβιετικής Ένωσης για στρατιωτική συνεργασία σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης στην Τσεχοσλοβακία. Στην συνέχεια υπέγραψε την Συμφωνία του Μονάχου την οποία καταδίκασε εξ αρχής η Σοβιετική Ένωση

 Γι’ αυτό δεν μπορεί να αξιολογήσει κάποιος το Σύμφωνο Μολότωφ Ρίμπεντροπ αποσυνδεμένο από την Συμφωνία του Μονάχου. Υπήρχαν και άλλες ενέργειες η παραλείψεις των Δυτικών που τροφοδοτούσαν την υποψία  του Στάλιν ότι δεν επιθυμούν Συμμαχία κατά του Χίτλερ αλλά διέξοδο της επιθετικότητας του τελευταίου προς Ανατολάς. Πιο χαρακτηριστικές ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας με την συνδρομή αμερικανικών και βρετανικών βιομηχανιών κατά παράβαση της Συνθήκης των Βερσαλλιών και η αδιαμαρτύρητη αποδοχή της προσάρτησης (Anschluss) της Αυστρίας τον Μάρτιο του 1938.

Παρόλα αυτά δεν υπάρχει σοβαρός ιστορικός που να μην επισημαίνει την  προσπάθεια του Στάλιν να συνάψει αντιχιτλερική συμμαχία με Αγγλία και Γαλλία. Γιατί, λοιπόν, δεν έγινε δυνατή η έγκαιρη συγκρότηση αυτής της μεγάλης συμμαχίας; Ας αφήσουμε να  απαντήσει ένας υπεράνω πάσης υποψίας μεγάλος Βρετανός, ορκισμένος αντισοβιετικός, που είχε όμως υποχρέωση απέναντι στην ιστορική αλήθεια, μια και στην χώρα του ολομόναχος προειδοποιούσε για τον επερχόμενο όλεθρο και αντιμετωπιζόταν ως γραφικός. Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ , στα « Απομνημονεύματα του Β Παγκόσμιου Πολέμου» γράφει : « Εάν ο κ. Τσάμπερλαιν απαντούσε αμέσως όταν έλαβε την ρωσική πρόταση ¨ ναι, ας ενωθούμε εμείς οι τρεις( Αγγλία , Γαλλία και ΕΣΣΔ) και ας σπάσουμε τα πλευρά του Χίτλερ¨ η Ιστορία μπορεί να είχε ακολουθήσει διαφορετικό δρόμο. Χειρότερο πάντως δεν θα μπορούσε να πάρει». Στις 4 Μαΐου 1939 προειδοποιεί « Δώδεκα ημέρες έχουν παρέλθει αφού έγινε η ρωσική πρόταση. Ο βρετανικός λαός έχει το δικαίωμα, εν συνεννοήσει μετά της Γαλλικής Δημοκρατίας να ζητήσει από την Πολωνία όπως μη παρεμβάλλει εμπόδια στον δρόμο της κοινής υποθέσεως. ( εννοεί την άρνηση των Πολωνών να προσφέρουν στον Κόκκινο Στρατό πεδίο μάχης επί πολωνικού εδάφους σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης). Όχι μόνο οφείλουμε να δεχθούμε την πλήρη συνεργασία με την Ρωσία αλλά πρέπει να περιληφθούν στην συμφωνία και οι Βαλτικές χώρες, η Λιθουανία , η Λετονία και η Εσθονία.» Και καταλήγει « Αντί όμως να γίνει αυτό, μακρά σιωπή επακολούθησε και ετοιμάζοντο ημίμετρα και συνετοί συμβιβασμοί . Η αργοπορία αυτή ήταν μοιραία για τον Λιτβινωφ ( προκάτοχος του Μολότωφ) .Η τελευταία του προσπάθεια  να καταλήξει σε συμφωνία με τους Δυτικούς είχε αποτύχει. Η αξιοπιστία μας είχε ελαττωθεί . Μια εντελώς διαφορετική εξωτερική πολιτική ήταν αναγκαία για την ασφάλεια της Ρωσίας και έπρεπε να βρεθεί νέος σοβαρός συντελεστής».
 Αυτό ήταν το Σύμφωνο Μολότωφ Ρίμπεντροπ. Θα τρίζουν τα κόκαλα του Τσώρτσιλ βλέποντας τους πολιτικούς του απογόνους- αλλά δυστυχώς και τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους - να ψηφίζουν αυτές τις ανοησίες.

Υ.Γ. Η συζήτηση για τα εγκλήματα του σταλινισμού , για τις περιπέτειες των διαφόρων εκδοχών του κομμουνισμού  και των ποικίλων επαναστατικών κινημάτων ( Βιετνάμ, Κούβα,) προφανώς πρέπει να γίνεται. Πολλοί από εμάς την έκαναν πολύ πριν από διάφορους όψιμους κατηγόρους, συνήθως μεταμελημένους αριστερούς «που έχασαν την μπάλα». Εδώ όμως πρόκειται για άλλο πράγμα. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ακόμα και ευρωβουλευτές της ΝΔ , το συνειδητοποίησαν και ψήφισαν αναλόγως. Αφήνοντας στην μοναξιά της την κυρία Μισέλ Ασημακοπούλου , στο ίδιο μήκος κύματος με τον ανανήψαντα αριστερό κύριο Απόστολο Δοξιάδη.

thecaller.gr  3/10/2019


2 σχόλια:

Crisis and Critique είπε...

Τσώρτσιλ: «Ο βρετανικός λαός έχει το δικαίωμα, εν συνεννοήσει μετά της Γαλλικής Δημοκρατίας να ζητήσει από την Πολωνία όπως μη παρεμβάλλει εμπόδια στον δρόμο της κοινής υποθέσεως»
Δηλαδή ακόμη κι έτσι, πάλι η Πολωνία θα ήταν το θύμα. Με μόνη διαφορά από αυτό που έγινε στην πράξη, ότι δεν θα υφιστατο τον 4ο στην ιστορία της διαμελισμό από σύμπραξη Ρωσίας και Πρωσσίας (ή Γερμανίας), αλλα μονόπλευρη κατοχή από τον Στάλιν.
Το πρακτικό ερώτημα είναι άν σε τέτοια περίπτωση η Πολωνία θα γλύτωνε από το Κατύν.
Ο κ. Μπίστης, στηριζόμενος στα λόγια ενός βρετανού Συντηρητικού ηγέτη, του Τσώρτσιλ, αποκαλύπτει άθελά του πόσο πολύ διαφέρουν οι ιστορικές μοίρες χωρών όπως η Ελλάδα και η Πολωνία. Και κυρίως, πόσο διαφέρουν αυτά που κληροδοτεί η ιστορία στις συνειδήσεις των μεταγενέστερων.
Γι' αυτό άλλωστε Έλληνες ιδεολόγοι, μολονότι θεωρούν τον εαυτό τους αριστερό και φιλοευρωπαίο, όπως ο κ. Μπίστης, δεν καταλαβαίνουν καθόλου τους Πολωνούς, και αντίστοιχοι Πολωνοί ιδεολόγοι (εκεί στη θέση του είναι δεξιοί εθνοκεντριστές) δεν καταλαβαίνουν τους Έλληνες.
Θα έπρεπε όμως να αλληλοκατανοούμαστε. Τουλάχιστον όσοι είμαστε αριστεροί ευρωπαϊστές.
Αυτή η αντιπάθεια πολλών Ελλήνων αριστερών για τους λαούς της Κεντρικής, Ανατολικής και Βόρειας Ευρώπης (πλην των «ομόδοξων» Ρώσων βέβαια) και η αδιαφορία για τις ιστορικές ευαισθησίες τους έχει πολλές πηγές - όχι μόνον πολιτικές, και όχι μόνον την μακροχρόνια και απόλυτη κυριαρχία του σταλινισμού στην ιστορία της ελληνικής Αριστεράς.

ANESTIOS είπε...

Δεν θα διαφωνήσω για τα 2 μέτρα και 2 σταθμά όταν συγκρίνονται λαοί και χώρες. Έχει συμβεί και συμβαίνει. Ούτε θεωρώ δόκιμο να γράφουμε ξανά την ιστορία με τα "εάν έχε συμβεί τούτο ή το άλλο".
Αλλά το θέμα του άρθρου δεν είναι αυτό. Είναι η κριτική αντιμετώπιση του φαινομένου να ξαναγράφουμε την ιστορία επιλεκτικά και υποταγμένη στις ανάγκες ενός τρέχοντος "πολιτικού" λόγου