Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Η εσωτερική λογική των Μνημονίων


Του Κώστα Καλλίτση

Η ανάπτυξη είναι δική μας δουλειά. Που θα την κάνουμε μόνο αν έχουμε ένα εθνικό σχέδιο, που θα υπερβαίνει το Μνημόνιο και θα προσδιορίζει τρόπους υλοποίησής του. Γιατί κανένα Μνημόνιο δεν έχει στόχο την ανάταξη και ανάπτυξη της χώρας. Τα Μνημόνια έχουν συγκεκριμένο στόχο: Να περιορίσουν τους κινδύνους που δημιουργεί η Ελλάδα για τον υπόλοιπο κόσμο και δη την Ευρώπη, και να διασφαλίσουν ότι θα αποπληρώσουμε τα χρέη μας. Ετσι, θα μπορέσουμε να βγούμε πάλι στις αγορές. Με αυτήν την έννοια, τα Μνημόνια διασφαλίζουν τους δανειστές, όχι την ανάταξη και την ανάπτυξη της Ελλάδας. Αυτά, επαφίενται σε εμάς.
Πώς περιορίζονται οι κίνδυνοι από την Ελλάδα; Με αρκετούς τρόπους, μεταξύ των οποίων είναι:
(α) Η σμίκρυνση της ελληνικής οικονομίας, ώστε να μειωθεί ο αντίκτυπος στις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες από απρόβλεπτες αρνητικές εξελίξεις. Τα επιτελεία της τρόικας έχουν επεξεργαστεί αναλυτικά συναρτήσεις μείωσης του κινδύνου σε κάθε επίπεδο συρρίκνωσης της οικονομίας μας. Σε αυτό το πλαίσιο, μάλιστα, το ΔΝΤ έχει υπολογίσει ότι το ελληνικό ΑΕΠ μπορεί να συρρικνωθεί έως τα 180 δισ. δολάρια, δηλαδή λίγο κάτω από 165 δισ. ευρώ. Η ανάπτυξη είναι δικό μας (όχι δικό τους...) πρόβλημα και ζητούμενο.
(β) Η αποστείρωση των διεθνών δικτύων από τους κινδύνους της ελληνικής αγοράς. Ηδη, ορισμένες πολυεθνικές μεταφέρουν τα στρατηγεία τους από την Ελλάδα σε γειτονικές χώρες. Αλλες, που σχεδίαζαν να τα εγκαταστήσουν εδώ, ακυρώνουν τις αποφάσεις τους και τα πηγαίνουν, π.χ., στη Ρουμανία. Αλλες, περιορίζουν τη δραστηριότητα τους στη χώρα μας – ορισμένες ούτε καν εισάγουν τα τελευταία μοντέλα προϊόντων τους. Τέλος, καμιά εισαγωγή δεν γίνεται χωρίς εκ των προτέρων εξόφληση. Η συρρίκνωση φέρνει μεγαλύτερη συρρίκνωση.
(γ) Το stop loss που αποφάσισαν να θέσουν οι δανειστές μας: Δεν δίνουν ούτε ευρώ επιπλέον στην Ελλάδα αν δεν υπάρξει πρόσθετη εγγύηση. Από τα 86 δισ. που θα μας δοθούν στην 3ετία, περίπου τα 50 αποτελούν διευκόλυνση της αποπληρωμής όσων ήδη έχουμε δανειστεί (δεν είναι πρόσθετη χρηματοδότηση) ενώ τα υπόλοιπα θα δοθούν μόνο με νέα κρατική εγγύηση. Εγγύηση είναι το Ταμείο στο οποίο θα υπαχθούν έως 50 δισ. ευρώ περιουσιακά στοιχεία του κράτους. Περί αυτού πρόκειται – όλα τα άλλα είναι για να χρυσώνεται το χάπι ή για ευτελές θέατρο στα τηλεπαράθυρα.
Τελευταίος αλλά ιδιαίτερα σημαντικός κρίκος στην αλυσίδα του περιορισμού κινδύνων από την Ελλάδα, είναι η σταθεροποίηση των ελληνικών τραπεζών. Βεβαίως, αυτή είναι προϋπόθεση για την άρση της αβεβαιότητας που ταλανίζει την ελληνική οικονομία – και τους καταθέτες. Αλλά, αν κάποιος νομίζει ότι αρκεί η νέα (τρίτη) κεφαλαιοποίηση ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα της ρευστότητας και να χρηματοδοτηθεί η ανάπτυξη, λάθος νομίζει. Για δύο λόγους:
(α) Δεν νοείται ρευστότητα για υγιείς επιχειρήσεις, αν τα επιτόκια παραμείνουν 4πλάσια των ευρωπαϊκών. Με επιτόκια 8 ή 9%, ούτε τα λεφτά του ΕΣΠΑ δεν απορροφούνται εύκολα. Αν επιδιώκουμε να γίνουν σοβαρές επενδύσεις (κι όχι κάποια ακόμη αεριτζήδικα εγχειρήματα υψηλής και γρήγορης απόδοσης...) θα πρέπει να γίνει μια πραγματική διαπραγμάτευση με στόχο τη μείωση του κόστους του χρήματος, από κάθε πρόσφορη ευρωπαϊκή πηγή.
(β) Και στα επόμενα δύο χρόνια θα σημειωθεί αρνητική πιστωτική επέκταση, ήτοι θα συνεχιστεί (αν δεν επιταθεί) ο περιορισμός στη χορήγηση δανείων. Διότι, μαζί με τα νέα κεφάλαια, οι τράπεζες θα αναλάβουν την υποχρέωση να εξοφλήσουν, εντός μιας διετίας, τα δάνεια που έλαβαν από το Ευρωσύστημα μέσω του Μηχανισμού Εκτακτης Χρηματοδότησης (ELA). Ούτε η επιστροφή καταθέσεων επαρκεί για να αντισταθμίσει αυτήν την εξέλιξη.
Βλέπετε, η εξόφληση αυτών των δανείων και, παράλληλα, η ταχεία εκκαθάριση των «κόκκινων» δανείων, είναι δύο προϋποθέσεις για τη μεταβίβαση σε ιδιώτες (στο τέλος της διετίας) του ποσοστού που θα κατέχει το κράτος στις τράπεζες. Ποσοστού που, μετά τη νέα κεφαλαιοποίηση, προβλέπεται ότι θα περιοριστεί κάτω από 20%, έως πολύ λιγότερο – με αποτέλεσμα, ο φορολογούμενος να μην πάρει ποτέ πίσω όσα δανείστηκε και προσέφερε στις τράπεζες.
Το Μνημόνιο έχει μια δική του εσωτερική λογική. Δεν είναι μοιραία. Αλλά χωρίς ένα ευρύτερο σχέδιο που θα το διαπερνά μια δική μας, εθνική αναπτυξιακή λογική, με σαφείς στόχους, διαφανές πλαίσιο σταθερών κανόνων για όλους (μακριά από τον παλαιοκομματισμό των «δικών μας» και των «άλλων»!), που θα εμπνέει συναινέσεις και θα διεκδικεί ευρύτερη κοινωνική στήριξη, φοβούμαι ότι αδίκως θα ανιχνεύουμε τον ορίζοντα αναζητώντας κάποιο αληθινά καλό σημάδι. Ανευ σχεδίου, διατρέχουμε τον κίνδυνο να εφαρμόσουμε το Μνημόνιο αλλά (αντίθετα με την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο) να χάσουμε την ανάπτυξη. Να μείνουμε με πιο εξασθενημένη οικονομία, μια κοινωνία που δεν θα μπορεί ούτε καν να διαμαρτύρεται στα σοβαρά. Γιατί, μπροστά στο «μοιραίο» της μαζικής ανεργίας, θα έχει υποστείλει σημαία. Με σιωπητήριο.
Καθημερινή 1/11/2015

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Το Μνημόνιο είναι το τέλος της Πολιτικής;

του Κώστα Καλλίτση

Οταν έκλεισαν οι αγορές, το 2010, στις δεδομένες συνθήκες μιας νεοφιλελεύθερης, ανέτοιμης και διστακτικής Ευρώπης, δύο δρόμοι υπήρχαν. Ενας ήταν η έξοδος από το ευρώ, με αλλεπάλληλες υποτιμήσεις του νέου νομίσματος και ακαριαία επιβολή ακραίας σκληρότητας πολιτικών, ενός ακραία σκληρού «Μνημονίου». Ο άλλος ήταν η παραμονή στην Ευρωζώνη, η εσωτερική υποτίμηση, ο δανεισμός με χαμηλά επιτόκια στη βάση μιας συμφωνίας με την Ευρώπη και η επεξεργασία ενός εθνικού σχεδίου πραγματικών ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων με στόχο ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα βιώσιμης ανάπτυξης και την αναγέννηση της δημοκρατίας, με την απαλλαγή της από το πελατειακό πλέγμα. Αργήσαμε πολύ να τα κατανοήσουμε αυτά. Με κόστος...

Η χώρα ταλαιπωρήθηκε από διαδοχικά Ζάππεια δημαγωγίας, από συνονθυλεύματα (δήθεν αριστερών...) κραυγών και φαντασιώσεων, από διαδοχικά success stories και δημαγωγούς που είχαν για κάθε πρόβλημα μια σαφή, απλή και βαθιά λαθεμένη λύση και μοίραζαν υποσχέσεις ότι αρκεί να αναλάβουν τη διακυβέρνηση για να μας απαλλάξουν από τα δεινά, αφού θα επαναδιαπραγματεύονταν τις επαχθείς συμφωνίες κι όλοι οι υπόλοιποι θα απολαμβάναμε τους καρπούς του δικού τους σκληρού αγώνα. Με μεγάλες αδικίες και διευρυνόμενες ανισότητες, με άτσαλες περικοπές δαπανών, με αποδιάρθρωση (αντί μεταρρύθμιση) του κράτους, τα ελλείμματα μαζεύτηκαν αλλά πελατειακό κράτος, διαφθορά, παρασιτισμός και κομματισμός, στέκουν ολόρθα. Λες και ήταν χθες...

Και τώρα; Μέσα σε αυτά τα βασανιστικά χρόνια ο ελληνικός λαός έχει αποκτήσει μια νέα ωριμότητα, που αποτελεί το πρώτο θεμέλιο για μια νέα προσπάθεια. Δεύτερο, παρά τις καταστροφές, η χώρα μας παραμένει μια από τις πλουσιότερες του κόσμου, η Παγκόσμια Τράπεζα την κατατάσσει στην 23η θέση μεταξύ δύο εκατοντάδων χωρών, με βάση το κατά κεφαλήν εισόδημα σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης.

Σχεδόν τα δύο τρίτα της κοινωνίας έχουν καταφέρει να στέκονται στα πόδια τους και πολλοί απλώνουν το χέρι και βοηθούν να σηκωθούν όσοι από εμάς έχουν ηττηθεί. Ο πλούτος της χώρας και το κίνημα αλληλεγγύης (ό,τι πολυτιμότερο έχει γεννηθεί στα χρόνια της κρίσης!) είναι το δεύτερο θεμέλιο για μια πολιτική υπέρβασης της κρίσης σταθερά – άρα, με δικαιοσύνη. Το τρίτο είναι η νέα συμφωνία που έχει επιτευχθεί με την Ευρώπη. Η συμφωνία προκρίθηκε της καταστροφής με μια συντριπτική πλειοψηφία όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις. Και, γι’ αυτό, υπερψηφίστηκε όχι από ένα (όπως η πρώτη) ούτε από τρία (όπως η δεύτερη) αλλά από πέντε κόμματα, μεταξύ των οποίων τα δύο μεγαλύτερα. Δεν είναι η χειρότερη. Το ασφαλιστικό είναι το πιο επώδυνο, αλλά αυτό έπρεπε να αντιμετωπιστεί έτσι ή αλλιώς γιατί, απλά, δεν είναι βιώσιμο. Είναι δύσκολη, γιατί (α) περιέχει όλες τις μεταρρυθμίσεις που απέφυγαν να κάνουν οι κυβερνήσεις επί 5 χρόνια, (β) έρχεται μετά από ένα σερί αποτυχίας και αναξιοπιστίας προς τους έξω και προς τους μέσα και (γ) επειδή πολλά πρέπει να γίνουν σε βραχύτατο χρόνο: Το 60% των μέτρων εντός του 2015, το υπόλοιπο 40% μέσα στο πρώτο 3μηνο του 2016. Εδώ μπαίνει η Πολιτική. Πολλά μείζονος σημασίας θέματα είναι ανοικτά, το Μνημόνιο δεν προσδιορίζει πώς θα αντιμετωπιστούν. Δεν ορίζει πώς θα γίνει η νέα κεφαλαιοποίηση των τραπεζών: Μέχρι σήμερα ο ελληνικός λαός χρεώθηκε κι έδωσε περίπου 40 δισ. ευρώ, οι ιδιώτες έβαλαν 12 δισ. ευρώ με αυξήσεις κεφαλαίου, τώρα φαίνεται θα δοθούν κι άλλα 20 δισ. περίπου από τους φορολογούμενους, σε τράπεζες που όλες μαζί έχουν αξία μικρότερη από 5,5 δισ. ευρώ, δεν δίνουν δάνεια και θωρούν ακίνητες τα «κόκκινα» δάνεια και θαλασσοδάνεια που είχαν δοθεί. Τι θα γίνει τώρα; Αλλο θέμα είναι η ρύθμιση του δημόσιου χρέους: Αν θα επιτευχθεί, με ποιον τρόπο θα επιτευχθεί. Ή, το θέμα των αγροτών: Θα σχεδιαστούν πολιτικές ενίσχυσης της παραγωγής ώστε οι αγρότες να μπορούν να πληρώνουν ίσο φόρο με εκείνον που πληρώνουν τα κατεξοχήν θύματα της κρίσης, τα αστικά στρώματα, ή θα επιχειρηθεί να τους προσφερθεί μία ακόμη πελατειακή ρύθμιση;

Αλλά, πέραν πολλών θεμάτων του Μνημονίου που επιδέχονται διαφορετικές πολιτικές απαντήσεις (δυστυχώς, απουσίασαν από τον προεκλογικό διάλογο...) υπάρχει το μείζον θέμα της μετά-την-κρίση-Ελλάδας.

Βασική επιδίωξη και του Γ΄ Μνημονίου είναι να διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα θα καταστεί ικανή να πληρώσει τα χρέη της. Κι αν εφαρμόσουμε πλήρως -όπως οφείλουμε τιμώντας την υπογραφή μας- το Γ΄ Μνημόνιο, πάλι δεν θα ανοίξει ο δρόμος της βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας, με δημοκρατία, δικαιοσύνη και προοπτική. Γιατί κανένα Μνημόνιο και κανένας δανειστής δεν έχει μέλημα πώς θα είναι η Ελλάδα που θέλουμε να ζήσουμε και να κληροδοτήσουμε στις νέες γενιές. Ούτε τους πέφτει λόγος. Αυτό το σχέδιο θα το κάνουμε εμείς ή δεν θα γίνει. Κι αυτό, όπως και τα ανοικτά θέματα του Μνημονίου, θα έχει προοδευτικό ή συντηρητικό πρόσημο. Μια διάκριση που εμφανίζεται όταν σπάει η φούσκα των ονειροφαντασιών. Οπως τώρα.
 Καθημερινή 20/9/2015

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Εκλογές και κυβέρνηση ευρωπαϊκού δρόμου

Με βάση καθαρά κομματικές τακτικές αναδείχθηκε σε ένα από τα μείζονα ζητήματα προεκλογικού αγώνα. Να συνεννοηθούν με σχηματισμό κοινής κυβέρνησης όλα τα κόμματα του Ευρωπαϊκού δρόμου ή όχι; Το θέμα αυτό πήρε διάφορες μορφές ,ελάχιστες φορές σοβαρού διαλόγου και κυρίως εξυπνακίστικου συνδικαλιστικού χαρακτήρα αντιπαράθεσης. Ας το δούμε τόσο από άποψη πολιτικής λειτουργίας, όσο και από άποψη στόχων των όσων το συζητούν.

Ας θυμίσουμε την βασική λειτουργία της δημοκρατίας, συνοπτικά το δίπολο πλειοψηφία-μειοψηφία ή αλλιώς συμπολίτευση-αντιπολίτευση. Σε πλαίσιο δημοκρατικής συνεννόησης πέρα από την ένταση και την σφοδρότητα της αντιπαράθεσης, το σχήμα αυτό τείνει να εξασφαλίσει την εκλογίκευση της σύγκρουσης, την πολιτική διαπάλη εντός δημοκρατικού πλαισίου και τελικά την παραγωγή εναλλακτικών λύσεων, που είναι και η ουσία της πολιτικής. Σχήματα διακυβέρνησης πέρα από αυτό το πλαίσιο (δηλαδή αυτά που με διάφορους τρόπους ονομάζουμε κυβερνήσεις εθνικής ενότητας ή όπως αλλιώς) μόνο κατ ‘εξαίρεση και σε όλως ιδιαίτερες στιγμές  και για περιορισμένα χρονικά διαστήματα δικαιολογούνται και επιλέγονται. Γιατί αν κρατήσουν για πολύ τείνουν να παράγουν «αντιπολιτεύσεις » όχι σε μια ορισμένη πολιτική αλλά στο υπέρτερο σκοπό τον οποίον δήθεν υπηρετούν.

Εν προκειμένω, κυβέρνηση ευρωπαϊκού δρόμου επί μακρόν σημαίνει δημιουργία ισχυρού αντιπολιτευόμενου πόλου αντιευρωπαϊκού δρόμου.Αν μάλιστα ο πόλος αυτός είναι και εκτός δημοκρατικού πλαισίου(Χ.Α.) καταλαβαίνουμε  όλοι τι φίδι όχι απλά τρέφουμε αλλά και κάνουμε κάθε προσπάθεια να το παχύνουμε μέχρι να μας πνίξει όλους μαζί.
Υπάρχει κάποιος λόγος να λειτουργήσει ένα τέτοιο σχήμα για μικρό  χρονικό διάστημα έστω; Και να πάμε πάλι σε εκλογές δηλαδή σε λίγους μήνες; Σαφέστατα όχι από άποψη πολιτικού στόχου.(μόνο ο Μειμαράκης το πέταξε κάποια στιγμή «ας πάμε ρε παιδί μου ως τον Δεκέμβρη» μέσα στον τακτικισμό του, αλλά μάλλον δεν θα το ξαναπεί)

Ας λειτουργήσουμε λοιπόν κανονικά , με το πρώτο κόμμα και τα μικρότερα του ενδιάμεσου χώρου, στον άξονα Δεξιά-Αριστερά αφού αυτό υπαγορεύει η αριθμητική και ας αναζητήσουμε συναινέσεις στο σχήμα συμπολίτευση-αντιπολίτευση και από εκεί και πέρα δημοκρατική συνεννόηση με τα υπόλοιπα κόμματα εντός δημοκρατικού πλαισίου που δεν θα συναινέσουν σε μια γενική στόχευση.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά η αναζήτηση των στοχεύσεων αυτών που με πάθος πρωτόγνωρο και συχνά ασύμβατο με την γενικότερη πολιτική τους αντίληψη υποστηρίζουν μια τέτοια κυβέρνηση.
Η πρώτη κατηγορία είναι πολίτες καλής προαίρεσης από όλο το πολιτικό φάσμα, που απογοητευμένοι από πρακτικές, αναποτελεσματικότητες, παλινωδίες και αντιλαμβανόμενοι την πραγματική κρισιμότητα της περιόδου, αναζητούν σε ένα τέτοιο σχήμα την λύση  απέναντι στη φτώχεια του πολιτικού μας συστήματος. Θα τους πρότεινα να το ξανασκεφτούν με βάση τα ανωτέρω και ίσως αλλάξουν άποψη.

Η δεύτερη κατηγορία είναι ο αφόρητος λαϊκισμός από εκείνους που μάλιστα καταγγέλλουν καθημερινά τον όντως πραγματικό λαϊκισμό του Τσίπρα επί χρόνια τώρα. Ο «λαϊκός» Βαγγέλης λαϊκίζοντας ασύστολα , είναι διατεθειμένος να υποσχεθεί τα πάντα .Και αφού δεν υπάρχουν λεφτά να υποσχεθεί,παλεύει με όλα όσα βγάζουν οι δημοσκοπήσεις ότι θέλουν οι πολλοί.Και συναίνεση πουλάμε και εθνική κυβέρνηση δίνουμε και την πρωθυπουργία παραχωρούμε, αρκεί να φανούμε καλοί και να κοντράρουμε τον Τσίπρα που λέει τα αντίθετα.
Ο δε «μεταρρυθμιστής » Σταύρος με τον ιδρυτικά και διακηρυκτικά απολίτικο λόγο ,του τύπου «να μαζευτούμε 20 καλοί να κάνουμε μιαν ομορφιά», δεν μπορεί παρά να νιώθει σαν το ψάρι στο νερό σε αυτή την συζήτηση. Αλλά πλανάται πλάνην οικτρά.Την έχει πατήσει ήδη.Περισσότερα λίαν προσεχώς.

Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία .Αξιόλογοι κατά τα λοιπά άνθρωποι από τον λεγόμενο «μεταρρυθμιστικό» χώρο ( ο θεός να τον κάνει δηλαδή, αλλά τέλος πάντων),αφού αδίκως προσπάθησαν μέσα από τους «58», την Ελιά και άλλα εκ των προτέρων καταδικασμένα σχήματα να ανασυγκροτήσουν την Κεντροαριστερά, νομίζουν ότι βρήκαν πεδίο δόξης λαμπρό να την ανασυγκροτήσουν σε συνεργασία με την κεντροδεξιά και σε κόντρα με τον Τσίπρα. Αναμασώντας την ζύμωση περί εθνικολαικισμού (καλά βρε παιδί μου και άλλοι μελετάμε τον  Ταγκιέφ, αλλά δεν κάνουμε και έτσι), κηρύττουν έναν αγώνα που κανείς δεν καταλαβαίνει σε τι αποσκοπεί και δεν συντάσσεται μαζί τους.Δεν έμαθαν ακόμα.


Απέναντι σε αυτό το μέτωπο «συνεργασίας»  στέκεται ο Τσίπρας χωρίς ακόμα να έχει καταλάβει τι ακριβώς του έχει συμβεί και με αδυναμία να χαράξει μια νέα πορεία  που αναγκαστικά περιλαμβάνει μια νέα πολιτική ανασύνθεση στο χώρο Αριστερά-Κεντροαριστερά, αλλιώς το έχασε το τρένο. Παίζει τακτικίστικα και ότι καταφέρει. Η ενστικτώδης  άρνησή του σε σενάρια συγκυβέρνησης  αφορά το ότι –σωστά το καταλαβαίνει- αυτόν έχουν σαν στόχο και πριν και μετά τις εκλογές. Αλλά η δική του αδυναμία δεν του επιτρέπει να αναδείξει ένα νέο πολιτικό λόγο που να στέκεται πειστικά και ελπιδοφόρα.Επιτρέπει έτσι να παίζει στα σοβαρά όλη αυτή η πολιτική φιλολογία.Επιτρέπει σε διάφορους να παίζουν σε σενάρια δήθεν αρίστων, ικανών, τεχνοκρατών κλπ δηλαδή στην άρνηση της πολιτικής διαδικασίας .Και στον βαθμό αυτό είναι και αυτός υπεύθυνος και ας το αρνείται.



Τρίτη 28 Ιουλίου 2015

Το ευρώ, η δραχμή και τα παραμύθια που μας κοιμίζουν

του Γιώργου Παπανικολάου

Πάνω από πέντε χρόνια τώρα, όλα τα πολιτικά κόμματα κρύβουν την αλήθεια από τον λαό. Τελευταία «εφεύρεση» το δίλλημα ευρώ ή δραχμή, που κι αυτό κοιμίζει τον λαό απέναντι στην μια και αναπόδραστη πραγματικότητα. Εμείς πρέπει να αλλάξουμε, όποιο κι αν είναι το νόμισμα.
Το ευρώ είναι ένα ημιτελές νόμισμα, με πολλά προβλήματα, που προκύπτουν από το γεγονός ότι δεν συνοδεύεται από μια δημοσιονομική και πολιτική ένωση. Ως κοινό νόμισμα δε, ωφελεί κυρίως τις ισχυρές εξαγωγικά χώρες του Βορρά (και κυρίως τη Γερμανία), που αν είχαν το δικό τους, θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν το κόστος της ισχυρότερης ισοτιμίας.
Το γεγονός όμως ότι τα οικονομικά προβλήματα δεν εντοπίζονται πια μόνο στο Νότο αλλά κάνουν σταδιακά την εμφάνιση τους και στον πυρήνα της Ευρώπης, ακόμη δε και στο Βορρά, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Φινλανδία, δείχνουν ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Στην ουσία αφορά όχι μόνον την Ευρώπη, αλλά συνολικά την αποκαλούμενη «Δύση».
Για κάποιες εκατονταετίες η Ευρώπη, στην αρχή μόνη της και στη συνέχεια μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έπαιξε κυρίαρχο ρόλο στο παγκόσμιο στερέωμα. Ακόμη και τον 20ο αιώνα, η Δύση ήταν οικονομικά επικυρίαρχος του πλανήτη. Η κατάσταση όμως αυτή έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει με τρόπο που σήμερα μοιάζει αναπόδραστος.
Ένα πρόσφατο γράφημα του Economist Intelligence Unit, αποτυπώνει με ξεκάθαρο τρόπο τα δεδομένα και τις τάσεις. Το οικονομικό κέντρο βάρους μετατοπίζεται διαρκώς προς την Ασία και τον Ειρηνικό, με επίκεντρο βεβαίως την Κίνα και δευτερευόντως την Ινδία, ενώ η σημασία της «Δύσης» γίνεται ολοένα και μικρότερη.
Τη δεκαετία 1980-90 η περιοχή Ασίας Ειρηνικού κατείχε κάτι λιγότερο από το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ, σε αυτή τη δεκαετία που διανύουμε το ποσοστό έχει φτάσει κοντά στο 35% και οι τάσεις δείχνουν ότι την επόμενη θα είναι κοντά στο 45%, την μεθεπόμενη στο 50% και το 2041-50 θα είναι κοντά στο 55%, με τη Δύση (που στη δεκαετία του 1980 κατείχε μερίδιο της τάξεως του 70%!) να έχει πέσει σε ένα ποσοστό της τάξεως του 35%.

 
Παρότι οι καταστάσεις δεν εξελίσσονται ποτέ γραμμικά στο χρόνο, (εξ ου και οι προβλέψεις πέφτουν συνήθως έξω) οι τάσεις είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικές. Εκτός αν αλλάξει κάτι με τρόπο δραματικό, όλα όσα ξέραμε και όσα ζήσαμε στις προηγούμενες δεκαετίες κινδυνεύουν να ανατραπούν.
Με απλά λόγια η «μπουκιά» της Ευρώπης στην «πίτα» του παγκόσμιου ΑΕΠ γίνεται μικρότερη και η αύξηση της πίτας συνολικά, δεν αρκεί για να καλύψει τη διαφορά. Αυτό το γεγονός, που αντικατοπτρίζεται ήδη στους ρυθμούς ανάπτυξης, δημιουργεί ήδη πιέσεις τόσο σε θέματα κοινωνικού κράτους και ασφάλισης ( καθώς οι παροχές δεν μπορεί παρά να προκύπτουν από τον παραγόμενο πλούτο και την ανακατανομή του, αλλά και να εξαρτώνται από την γήρανση του πληθυσμού), όσο και σε θέματα ανταγωνιστικότητας και καινοτομίας.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, θα πρέπει λοιπόν να εξεταστεί και το αφήγημα της δραχμής, ένα αφήγημα, που όπως και το «ευρώ πάση θυσία», για να είμαστε ειλικρινείς, δεν έχει ποτέ εξηγηθεί αναλυτικά από κανέναν. Όσοι αναπολούν τις εποχές της δραχμής, λησμονούν ίσως ότι τότε, σχεδόν ως το τέλος της ζωής του ελληνικού νομίσματος, η παγκοσμιοποίηση ήταν απλώς μια λέξη, τα περισσότερα από τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης δεν είχαν ουσιώδη ανταγωνισμό με την Ελλάδα (περιλαμβανομένων και των κρατών της Βαλκανικής), ενώ οι γίγαντες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, δεν είχαν ακόμη ξυπνήσει από τον ύπνο τους.
Τα δεδομένα σήμερα είναι εντελώς διαφορετικά. Ο ανταγωνισμός είναι παγκόσμιος και στις περισσότερες περιπτώσεις οι απόπειρες προσέλκυσης εξαγωγών με κύρια βάση την τιμή (και τα χαμηλά μεροκάματα) είναι σχεδόν μοιραίο να αποτύχουν μεσοπρόθεσμα καθώς υπάρχει τεράστια ψαλίδα ανάμεσα σε μας κι στις προαναφερθείσες χώρες, ορισμένες εκ των οποίων (όπως η Κίνα) είναι σχεδόν βέβαιο ότι μέσα στα επόμενα χρόνια θα αρχίσουν πλέον να προσφέρουν προϊόντα πολύ υψηλότερης ποιότητας, σε άκρως ανταγωνιστικές τιμές, όπως συνέβη κάποτε και στην περίπτωση της Ιαπωνίας.
Ποιο είναι το συμπέρασμα με βάση όλα αυτά; Ότι το ερώτημα περί ευρώ ή δραχμής, δεν έχει αυτή τη στιγμή παρά δευτερεύουσα σημασία, για μια μικρή χώρα που είναι ήδη χρεοκοπημένη και στηρίζεται στη βοήθεια των εταίρων της. Η οποία μάλιστα, θα συνεχίσει να στηρίζεται στη βοήθεια τους ακόμη κι αν θελήσει να αποχωρήσει από το ευρώ και να αντιμετωπίσει βραχυ-μεσοπρόθεσμα ακόμη χειρότερες συνέπειες.
Το δίλλημα, είναι εξόχως παραπλανητικό κι εν τέλει κοιμίζει για μια ακόμη φορά την κοινωνία της χώρας, αποκρύπτοντας τις πραγματικές συνθήκες, τις αναπόδραστες αλλαγές που πρέπει να γίνουν αν δεν θέλουμε το βιοτικό μας επίπεδο να κατρακυλήσει στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.
Αυτό που έχει σημασία είναι να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της χώρας, στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, να καταλάβουμε ότι έχουμε μείνει πίσω από τις εξελίξεις και να προσπαθήσουμε να αντλήσουμε βέλτιστες πρακτικές από το εξωτερικό, ώστε να χτίσουμε το δικό μας «εθνικό σχέδιο» εξόδου από την κρίση. Ένα σχέδιο επανίδρυσης της χώρας.
Δυστυχώς, μέχρι τώρα η εθνική συνεννόηση που προϋποτίθεται, κολλάει όχι μόνο σε πληθώρα κατεστημένων συμφερόντων, όχι μόνο σε αναχρονιστικές αντιλήψεις που αντιστέκονται σε κάθε πιθανή αλλαγή, αλλά και σε ιδεοληψίες που ψάχνουν την αριστερή, ή δεξιά ή φιλελεύθερη «ταυτότητα» κάθε εναλλακτικής, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι επί της ουσίας, μέσα στο καθεστώς αναποτελεσματικότητας, προχειρότητας, αναξιοκρατίας,διαφθοράς και συναλλαγής το οποίο εγκαθιδρύσαμε, κανένας δρόμος δεν μπορεί να οδηγήσει σε καλή λύση.
Από εδώ λοιπόν πρέπει να ξεκινήσουμε. Από μια προσπάθεια επανίδρυσης της χώρας με νέους όρους, με πόνο, με δυσκολίες, με το βλέμμα στην κοινωνία και τις ανισότητες που δημιουργούνται. Διότι χωρίς την κοινωνία να ακολουθεί, τέτοιες αλλαγές δεν γίνεται να υλοποιηθούν.
Αυτή είναι η τελευταία ευκαιρία που έχει η Ελλάδα. Κι αν δεν αξιοποιηθεί, η ολοσχερής πλέον καταστροφή θα είναι θέμα σύντομου χρόνου.
www.euro2day.gr  28/7/2015

Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015

48+48(;) ώρες


Μείνανε 48 ώρες μέχρι αυτό το ανόητο δημοψήφισμα που αν δεν ένιωθα την υποχρέωση να πάρω  θέση, θα ντρεπόμουνα να συμμετέχω. Μια απολίτικη επιλογή , χωρίς ερώτημα, χωρίς ώριμο κατασταλαγμένο διακύβευμα, αλλά δυστυχώς μια επιλογή που μαζί με άλλα μας θέτει μπροστά σε πρωτόγνωρα δεδομένα και ερωτήματα.

Ακόμα και έτσι όμως μπροστά μας είναι και μακάρι τις επόμενες 48 ώρες να είναι το μόνο που θα μας απασχολήσει .Βρε Αλέξη ρώτα κανέναν άνθρωπο τι πραγματικά παίζεται 2 ημέρες τώρα στην πραγματική οικονομία και τι αυτή προεξοφλεί ήδη . Και όχι τους καθηγητάδες που σε περιστοιχίζουν, κανέναν κανονικό άνθρωπο. Από αυτούς που «ακούνε» την πραγματικότητα. Δεν θα πω  εδώ τι προεξοφλεί ήδη η αγορά , όσοι έχουν την παραμικρή επαφή ξέρουν. Εκεί στο Μαξίμου και στα πέριξ, ξέρετε;

Αλλά και αμέσως μετά το δημοψήφισμα, σε εκείνες τις άλλες 48 ώρες που δήλωσες ότι θα κλείσεις την συμφωνία (και όντως τόσες ώρες θα έχουμε καιρό, αν τις έχουμε και αυτές και  μάλιστα σχετικά ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα) έχει κανείς καμμία ιδέα τι θα γίνει;
Το αναμενόμενο αποτέλεσμα  μάλλον θα είναι οριακό, αλλά όποιο και να είναι τι θα γίνει μετά; Τα πράγματα θα είναι πολύ άσχημα, και όσοι τυχόν θα χαίρονται  γιατί νίκησαν να ξέρουν ότι θα είναι Πύρειος η νίκη τους.

Ποιός μπορεί να διαχειριστεί το ΝΑΙ; Το παλιό και αποκρουστικό πολιτικό προσωπικό που ξεπετάγεται επιδέξια μέρες τώρα ανάμεσα σε ανθρώπους που γνήσια αγωνιούν για την ευρωπαική πορεία της χώρας; Η μήπως το μηντιακό και επιχειρηματικό κατεστημένο που δίνει τον υπερ πάντων αγώνα, αφού φυσικά έχει βγάλει τα λεφτά του έξω;

Ποιός μπορεί να διαχειριστεί το ΟΧΙ;  Η παρέα που έκανε μέχρι τώρα την διαπραγμάτευση, μαζί με διάφορα «ζαβά»,  μαζί με κάτι άλλα ιδεοληπτικά και  μαζί με τα πιο βρώμικα  απόνερα του παλιού;

Οι ώρες θα είναι δεν θα είναι 48 ακόμα. Όποιος έχει κάτι να κάνει  να ετοιμαστεί γρήγορα.Αλέξη , άλλες ανοχές για έλλειψη προετοιμασίας δεν υπάρχουν ( και παρακάλεσε καλού -κακού  να βγει λίγο μπροστά  το ΝΑΙ για το καλό σου).Είτε θα κάνεις αυτό που πρέπει ή θα καείς ολοκληρωτικά. Και μην διανοηθείς να κοιτάξεις να πιάσεις καμιά γωνία μέχρι να περάσουν τα δύσκολα , όπως σίγουρα σε συμβουλεύουν κάποιοι. Δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα.

Στο όνομα της Αριστεράς, στο όνομα της Ευρώπης , στο όνομα της Δημοκρατίας και στο όνομα του πατριωτισμού θα παιχτούν τις επόμενες ώρες και λίγες ημέρες πολύ βρώμικα παιχνίδια και μαζί και κρίσιμες αποφάσεις.


Πολύ πύκνωσε  ο χρόνος.Μάτια ανοιχτά!

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

ΝΑΙ ή ΟΧΙ; It's the economy stupid!


Πολύ κουβέντα  και πολιτικός βολονταρισμός τρέχει σε δρόμους και πεζοδρόμια για το ΝΑΙ  και το ΟΧΙ , τις συνέπειες της κάθε επιλογής, μέχρις σημείου διχασμού. Τα επιχειρήματα όλα ανάγονται στην "πολιτική" σφαίρα.Αν δεν είχαμε και τις κλειστές τράπεζες και τις ουρές στα ΑΤΜ, θα νόμιζε κανείς ότι η συζήτηση διεξάγεται σε μάλλον ειδυλλιακές  κανονικές οικονομικές συνθήκες , με όρους πολιτικού επιτραπέζιου παιγνίου .

Με δυο κουβέντες οι υπερασπιστές του ΝΑΙ , θεωρούν ότι η υπερίσχυση του θα δρομολογήσει τις εξελίξεις  για να ανοίξουν οι τράπεζες , να επανέλθει η οικονομική ζωή στα ίσια της, να γίνει άμεση συμφωνία με τους εταίρους-δανειστές και βεβαίως να πέσει η επάρατη κυβέρνηση.
Αντίστοιχα οι υπερασπιστές του ΟΧΙ, θεωρούν ότι η υπερίσχυσή του  θα αναγκάσει τους δανειστές να κάνουν πίσω σε πολλά, νέα συμφωνία θα προκύψει ευνοϊκή για μας, και ομοίως θα ανοίξουν οι τράπεζες κ.λπ.

Και οι δύο πλευρές με διαφορετική εκκίνηση και διαδικασία , καταλήγουν στην ίδια ευτυχή τελική αφήγηση. Λοιπόν , τα νέα είναι άσχημα!

Όποιο και από τα 2 και αν υπερισχύσει (αν φτάσουμε σώοι  μέχρι εκεί βέβαια), από την επόμενη εβδομάδα η πραγματική οικονομική κατάσταση θα τους βγάλει την γλώσσα και θα τους πετάξει κατάμουτρα το It's the economy stupid!

Τράπεζες δύσκολα θα ανοίξουν , η πραγματική οικονομία θα συνεχίσει να είναι σε κώμα, η ασφυξία χρήματος θα γίνει θανατηφόρα και τελικά σύντομα μάλλον θα ανακαλύψουμε ότι δεν έχουμε καν τράπεζες (τότε θα κλάψουμε για τα 10 δις του ΤΧΣ που πανηγυρίσαμε ότι δεν τα θέλουμε και τα δώσαμε πίσω Γιάνη)
Την συνέχεια την φανταζόμαστε όλοι μας, δεν χρειάζεται να γίνουμε πιο περιγραφικοί σαν βραδινά δελτία ειδήσεων που κράζουν πάνω από πτώματα.

Δυστυχώς οι πρωταγωνιστές στην επιχειρηματολογία και του ΝΑΙ και του ΟΧΙ θα συνεχίσουν ακάθεκτοι να ρίχνουν εκατέρωθεν ευθύνες. Και λοιπόν;
Οι πραγματικά αδύνατοι αυτής της κοινωνίας θα ζήσουν ένα νέο όλεθρο και στα παλιά τους τα παπούτσια ποιος φταίει πιο πολύ.Θα φάνε όποιον τύχει μπροστά τους , τόσο απλά. Και οι συνέπειες δεν θα εξαντληθούν σε οικονομικό επίπεδο μόνο.Θα καλύψουν όλες τις πλευρές της ζωής ( δημοκρατία, κοινωνικές υποδομές, διεθνείς σχέσεις κλπ)
Οι δε δυνατοί, τι τους νοιάζει; Αυτοί τα συμφέροντά τους και τα λεφτά τους έξω τα έχουν.
Και θα συνεχίζουν να λυμαίνονται (παλιά και νέα τζάκια) τον εναπομείναντα πλούτο της χώρας, θα συνεχίσουν να κουνάνε το δάχτυλο στις λαικάτζες που δεν ξέρουν τι ψηφίζουν και καλά να πάθουν, ενώ θα επιμένουν ότι "πάσει θυσία " ( των άλλων βεβαίως) "παραμένουμε Ευρώπη"

Υπάρχει κάποιος -κάποια πολιτική δύναμη- να μιλήσει σήμερα όχι αύριο, να πει την αλήθεια και να σημάνει συναγερμό μπας και έστω στο τελευταίο λεπτό σωθεί ότι μπορεί να σωθεί;

Λόγω πολιτικής καταγωγής από την Αριστερά -και επειδή παρ όλες τις καίριες διαφωνίες μου με την κρατούσα αριστερή εκδοχή δεν θα υποκύψω σε γενιτσαρισμούς- θα ήθελα να είναι ο Αλέξης ή κάποιος άλλος από την Αριστερά να το κάνει. Ξέρω ότι ματαιοπονώ.Ότι η Αριστερά θα πέσει για μια φορά ακόμα στην λούμπα και θα φορτωθεί όσες αμαρτίες της αναλογούν και ακόμα περισσότερες που δεν της αναλογούν.Και το χειρότερο από όλα: τα κοινωνικά στρώματα που υποτίθεται ότι εκφράζει και υπερασπίζεται  θα υποστούν τα πάνδεινα. Και τότε θα δούμε τι σημαίνει αξιοπρέπεια και με τι αγοράζεται

Καλό βράδυ να έχουμε και ποιος ξέρει, ίσως να γίνει κανένα θαύμα

Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Παράταση και Πέναλτι


Στο ποδόσφαιρο, το ματς στην παράταση-πολύ περισσότερο στα πέναλτι- δεν το πας ποτέ εσκεμμένα εκτός αν :
- είσαι χαμένος για χαμένος και απλώς αποβλέπεις να "κλέψεις" τη νίκη στις λεπτομέρειες ή να αποδώσεις στην κακή τύχη ότι τελικά αποκλείστηκες.
- έχεις πολύ καλές εφεδρείες απέναντι στον κουρασμένο αντίπαλο που δεν έχει
- έχασες την ευκαιρία να το τακτοποιήσεις το ματσάκι όταν μπορούσες (χαζολογώντας, κάνοντας καθυστέρηση και παίζοντας για την εξέδρα) και λίγο πριν την κανονική λήξη βλέπεις τις δυνάμεις σου να τελειώνουν , τον χρόνο να μη σου αφήνει περιθώρια να το διεκδικήσεις και τον αντίπαλο να μην έχει παραδώσει ακόμα όπως έλπιζες.

Στην τελευταία περίπτωση είμαστε όπως είναι προφανές.Σώζεται; Ναι, ακόμα και τώρα.
Αλλά μην ξαναρχίζουμε τα ίδια πάλι, δεν θα έχουμε άπειρες παρατάσεις , άσε που στερεύουμε από δυνάμεις κιόλας.Στον στόχο και μόνο στον στόχο.Οτιδήποτε έξω από αυτό δεν συγχωρείται πλέον.

Τελευταίο σχόλιο: Τμήματα του φίλαθλου κοινού της ομάδας-χώρας, κάθονται στην κερκίδα, επιχαίρουν κιόλας μερικοί, κάνουν εκ του ασφαλούς τους προπονητές (πολλοί από αυτούς έχουν χάσει  πανηγυρικά ανάλογα ματσάκια ή και ακόμα μικρότερης έως μηδαμινής σημασίας, αλλά σιγά μην βάλουν μυαλό) και ετοιμάζονται για τους κορνέδες.Σιωπή τώρα και μετά έχουμε να πούμε πολλά.


Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

Μικρές Υποθέσεις Εργασίας εν μέσω ψυχραιμίας


Ο κυρίαρχος του παιχνιδιού κάνει  την Κίνησή του

Υπόθεση 1:  Μετά από διάφορα κλωθογυρίσματα επί μήνες και δέσμιος των πολλών του λόγων και αντικρουόμενων στοχεύσεων, επιχειρεί έξοδο διαφυγής με "ψηλά το κεφάλι" (λέμε τώρα ψηλά...). Την πάτησε.

Υπόθεση 2:  Μέσα στην μεταβαλλόμενη συνεχώς ισσοροπία στο σημείο της διαπραγμάτευσης, ρίχνει ένα τελευταίο "επιχείρημα", υψηλού ρίσκου και ότι πιάσει. Εαν πιάσει έστω κάτι λίγο, το βαφτίζει πολύ και βγαίνει από πάνω , αλλάζοντας ντε φάκτο στην πορεία το νόημα του ερωτήματος. Ναι και Όχι  γίνονται ένα και αυτό δικό του. Για τους άλλους δε μένει τίποτε.Αν δεν πιάσει  τίποτε , τα χάνει μάλλον όλα.

Υπόθεση 3: Δεν έχει υπολογίσει καθόλου καλά τον συσχετισμό δυνάμεων και πάει στα τυφλά για το χαμό του

Ψυχραιμία ...θα βλέπουμε μέρα τη μέρα

Τι δεν μας χρειάζεται:  Ιδεολογίζουσα ανάγνωση, μαυρόσπροι αυτοματισμοί, βιαστικές αποφατικές γνώμες (μακριά και από αυτά και από τους φορείς τους).Μόνο σε μεγάλο διχασμό μπορεί να μας οδηγήσουν και αυτό πρέπει να αποφευχθεί όντως "πάσει θυσία"




Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

Το μάθημα της πολύπλοκης σκέψης

Θανάσης Γιαλκέτσης
Εφημερίδα των συντακτών (1/6/2015)
Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του 94χρονου σήμερα Γάλλου φιλοσόφου Εντγκάρ Μορέν «Enseigner à vivre. Manifeste pour changer l’ education» (Actes Sud/Play Bac, 2014).
Ο Γάλλος φιλόσοφος Εντγκαρ ΜορένΟ Γάλλος φιλόσοφος Εντγκάρ Μορέν | 
Το ζήτημα της αλήθειας, που είναι το ζήτημα του λάθους, με βασάνιζε ιδιαίτερα ήδη από τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια. Εγώ δεν είχα κληρονομήσει μια κουλτούρα από την οικογένειά μου.
Επομένως για μένα οι αντιτιθέμενες ιδέες είχαν, καθεμιά τους, κάτι πειστικό. Χρειάζεται να μεταρρυθμίσουμε ή να αλλάξουμε επαναστατικά την κοινωνία; Η μεταρρύθμιση μου φαινόταν πιο ειρηνική και ανθρώπινη, αλλά ανεπαρκής, η επανάσταση ικανή για πιο ριζικές αλλαγές, αλλά επικίνδυνη.
Στις αρχές του πολέμου νόμιζα ότι ήμουν απόλυτα προστατευμένος απέναντι στη σαγήνη της Σοβιετικής Ενωσης, δηλαδή απέναντι στον σταλινικό κομμουνισμό.
Με αφετηρία όμως την αντεπίθεση που απελευθέρωσε τη Μόσχα και ταυτόχρονα την είσοδο στον πόλεμο της Ιαπωνίας και των Ηνωμένων Πολιτειών (τον Δεκέμβριο του 1941), που καθιστά παγκόσμια την πολεμική σύρραξη, συντελείται μια μεταστροφή στη σκέψη μου: η κληρονομημένη από τον τσαρισμό υπανάπτυξη και η καπιταλιστική περικύκλωση θα δικαιολογήσουν για μένα τις ελλείψεις και τα ελαττώματα της ΕΣΣΔ.
Οταν θα σπάσει η καπιταλιστική περικύκλωση, μετά τη νίκη των λαών, θα ανθήσει μια αληθινά κομμουνιστική κουλτούρα της αδελφοσύνης.
Αυτό που είχα μάθει από τον Τρότσκι, από τον Σουβαρίν και από τόσους άλλους απωθήθηκε τότε στα υπόγεια του μυαλού μου.
Μια απέραντη, σχεδόν συμπαντική ελπίδα έδιωχνε κάθε επιφύλαξη. Η απογοήτευση αρχίζει με την επιστροφή των πάγων στη Σοβιετική Ενωση.
Μια διαδοχή πελώριων και επονείδιστων ψευδών πλήττει το ηθικό μου, μέχρι εκείνο που υπήρξε για μένα το τελικό σοκ: τη δίκη του Ράικ στη Βουδαπέστη τον Σεπτέμβριο του 1949. Τέλος, υφίσταμαι μια αποπομπή από το Κομμουνιστικό Κόμμα, που κόβει τον ομφάλιο λώρο και με απελευθερώνει (1951).
Μερικά χρόνια αργότερα αφιερώνομαι σε μια αυτοκριτική εργασία, που δημοσιεύτηκε το 1959, για να κατανοήσω τις αιτίες και τους μηχανισμούς των λαθών μου, που οφείλονταν λιγότερο στην άγνοιά μου και περισσότερο στο δικό μου σύστημα ερμηνείας και δικαιολόγησης, με βάση το οποίο είχα απωθήσει ως δευτερεύοντα, προσωρινά και επιφανειακά τα ελαττώματα που συγκροτούσαν την ίδια τη φύση του σταλινικού συστήματος.
Νομίζω ότι απαλλάχθηκα για πάντα από τις μονόπλευρες σκέψεις, από τη δυαδική λογική που παραγνωρίζει τις αντιφάσεις και την πολυπλοκότητα. Ανακάλυψα τότε ότι το λάθος μπορεί να είναι γόνιμο υπό τον όρο να το αναγνωρίσουμε, να αποσαφηνίσουμε την προέλευσή του και την αιτία του, με σκοπό να αποκλείσουμε την επανάληψή του.
Η απελευθερωτική εργασία της αυτοκριτικής που πραγματοποίησα θέλησε να φτάσει ώς την πηγή. Κατανόησα ότι μια πηγή λαθών και αυταπατών είναι το να αποκρύπτουμε τα γεγονότα που μας ενοχλούν, να τα βγάζουμε από το μυαλό μας.
Κατανόησα μέχρι ποιο σημείο οι βεβαιότητές μας και οι πεποιθήσεις μας μπορούν να μας παραπλανούν, έμαθα να στοχάζομαι αναδρομικά για όλες τις τυφλώσεις που οδήγησαν τη Γαλλία στον πόλεμο του 1939 χωρίς προετοιμασία, για όλες τις εκτροπές και τις πλάνες που ακολούθησαν. Και καθώς σκέφτομαι την υπνοβατική πορεία ενός έθνους από το 1933 ώς το 1940 προς την καταστροφή, φοβάμαι τη νέα υπνοβασία που εμφανίστηκε με τη δική μας κρίση, η οποία δεν είναι μόνον οικονομική, δεν είναι μόνον κρίση πολιτισμού, αλλά είναι και κρίση της σκέψης.
Αναρωτιέμαι αν οι αγωνίες, τα σαστίσματα, οι απογοητεύσεις, που αυξάνονται στους καιρούς μας, παράγουν τις φοβίες και τις τυφλώσεις της απόρριψης και του μίσους.
Το πάθος μου για την «αληθινή» γνώση με οδήγησε να ανακαλύψω στα 1969-1970, χάρη σε μια διαμονή μου στην Καλιφόρνια, την προβληματική της πολυπλοκότητας.
Στην πραγματικότητα, η έννοια της πολυπλοκότητας αποσαφήνισε αναδρομικά τον τρόπο της σκέψης μου, που ήδη συνέδεε διάσπαρτες γνώσεις, ήδη αντιμετώπιζε τις αντιφάσεις αντί να τις αποφεύγει, ήδη προσπαθούσε να υπερβεί εναλλακτικές που θεωρούνταν ασυμβίβαστες.
Αυτός ο τρόπος σκέψης δεν είχε χαθεί, αν και είχε γίνει υπόγειος, κατά τη διάρκεια της ευφορίας μου, όταν ήμουν κομμουνιστής τον καιρό του πολέμου.
Ηδη το πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσω δεν είναι μόνον τα λάθη που αφορούν γεγονότα (λάθη από άγνοια), τα λάθη της σκέψης (δογματισμός), αλλά το λάθος μιας τμηματικής σκέψης, το λάθος της δυαδικής σκέψης που βλέπει μόνον είτε/είτε και είναι ανίκανη να συνδυάσει και/και, καθώς και, βαθύτερα, το λάθος της σκέψης που περιορίζει και της σκέψης που διαχωρίζει, οι οποίες είναι τυφλές απέναντι σε κάθε πολυπλοκότητα.
Η λέξη μέθοδος μου φάνηκε ως υπόδειξη του ότι έπρεπε να βαδίσω επί μακρόν και με δυσκολία για να φτάσω να κατανοήσω τα εργαλεία μιας σκέψης που θα είναι ορθή επειδή θα είναι πολύπλοκη.
Και βαδίζοντας σε αυτό τον δρόμο, απέκτησα την πεποίθηση ότι η εκπαίδευσή μας, όσο και αν μας δίνει εργαλεία για να ζούμε στην κοινωνία (για να διαβάζουμε, να γράφουμε, να λογαριάζουμε), όσο και αν μας δίνει τα στοιχεία (δυστυχώς διαχωρισμένα) μιας γενικής παιδείας (φυσικές επιστήμες, επιστήμες του ανθρώπου, λογοτεχνία, τέχνες), όσο και αν μας προπαιδεύει ή μας προμηθεύει με μια επαγγελματική εκπαίδευση, υποφέρει από μια πελώρια έλλειψη σε ό,τι αφορά μια πρωταρχική ανάγκη της ζωής: στο να μην ξεγελιόμαστε και να μην πέφτουμε στην αυταπάτη κατά το δυνατό, στο να αναγνωρίζουμε πηγές και αιτίες των λαθών μας και των αυταπατών μας, στο να αναζητούμε με κάθε ευκαιρία την όσο το δυνατό πιο ορθή γνώση. Από δω πηγάζει μια πρωταρχική και θεμελιώδης αναγκαιότητα: να διδασκόμαστε να μαθαίνουμε τη γνώση, η οποία είναι πάντοτε μετάφραση και ανασύσταση. Αυτό σημαίνει ότι εγώ αξιώνω να παρέχω την αλήθεια; Προσφέρω μέσα για να παλεύουμε εναντίον της αυταπάτης, του λάθους, της μεροληψίας.
Οι επιστημονικές θεωρίες, όπως κατέδειξε ο Πόπερ, δεν προσφέρουν καμιά απόλυτη και οριστική αλήθεια, αλλά προοδεύουν ξεπερνώντας τα λάθη. Δεν προσφέρω μια συνταγή, αλλά μέσα για να αφυπνίζουμε και να παρακινούμε τα μυαλά στην πάλη εναντίον του λάθους, της αυταπάτης, της μεροληψίας, και ιδιαίτερα εκείνων των λαθών που χαρακτηρίζουν την εποχή μας, που είναι εποχή ανεξέλεγκτων και επιταχυμένων δυναμικών, συσκότισης του μέλλοντος, λαθών και αυταπατών που στην τωρινή κρίση της ανθρωπότητας και των κοινωνιών είναι επικίνδυνα, ίσως και θανάσιμα.
Το λάθος και η αυταπάτη εξαρτώνται από τον ίδιο τον χαρακτήρα της γνώσης μας. Και το να ζεις σημαίνει να αντιμετωπίζεις συνεχώς τον κίνδυνο του λάθους και της αυταπάτης στην επιλογή μιας απόφασης, μιας φιλίας, ενός περιβάλλοντος, ενός συζύγου, ενός επαγγέλματος, μιας θεραπείας, ενός υποψήφιου στις εκλογές κ.λπ. Η πολύπλοκη σκέψη διδάσκει να έχουμε επίγνωση ότι κάθε απόφαση και κάθε επιλογή αποτελούν ένα στοίχημα.
Συχνά μια δράση παρεκκλίνει σε σχέση με το νόημά της, όταν μπαίνει σε ένα περιβάλλον πολλαπλών αλληλεπιδράσεων και μπορεί να στραφεί και να πλήξει το κεφάλι του δρώντος.
Πόσες ήττες και πόσες καταστροφές προκλήθηκαν από την αλαζονική βεβαιότητα της νίκης! Πόσες ολέθριες ανατροπές έγιναν μετά από μια μέθη ελευθερίας, όπως εκείνες της πλατείας Ταχρίρ και της πλατείας Μεϊντάν!
Υ.Γ από anestios :οι υπογραμμίσεις ανήκουν στον αναρτώντα το κείμενο και καμμία σχέση δεν έχουν με τον Εντγκάρ Μορέν ή τον Θανάση Γιαλκέτση.Το κείμενο και οι υπογραμμίσεις μου είναι μια μικρή αναφορά και αποτίμηση προσωπικής ευγνωμοσύνης σε ένα ανάγνωσμα των νιάτων μου, το "Αφήνοντας τον Εικοστό Αιώνα" του Εντγκάρ Μορέν (Ροές 1987), που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση της σκέψης μου από τότε. Δυστυχώς ο τρόπος που σκεφτόμαστε δεν έχει αλλάξει πολύ από τότε και κάνει το βιβλίο εκείνο εξαιρετικά χρήσιμο και επίκαιρο.

Κυριακή 17 Μαΐου 2015

Συμφωνία, αλλά με τραγική καθυστέρηση

του Κώστα Καλλίτση

Η κατάσταση θα ήταν πολύ διαφορετική, αν δεν είχαν σπαταληθεί τρεις μήνες. Αν αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, η κυβέρνηση είχε τη διανοητική ενέργεια για νηφάλια επανεκτίμηση δεδομένων και συσχετισμών και τη δύναμη να πει την αλήθεια. Αν είχε καταστείλει το σύνδρομο «εδώ και τώρα!» που πλημμύριζε τις γραμμές της. Αν ιεραρχούσε προτεραιότητες με στόχο τη σταθερή υλοποίηση σε βάθος 4ετίας των προεκλογικών δεσμεύσεων για ανάπτυξη εντός της Ευρωζώνης. Αν διέθετε ένα σχέδιο που (δεν θα πέταγε σε ροζ σύννεφα, αλλά) θα πάταγε στη πραγματικότητα. Αν όλες οι αναλύσεις ήταν επί του πραγματικού κι όχι επί κάποιου φανταστικού κόσμου.

Η κατάσταση θα ήταν πολύ διαφορετική αν ο πρωθυπουργός, για παράδειγμα, δεν περίμενε να περάσουν τρεις μήνες για να πει όσα είπε στην κοινή δήλωσή του με τον κ. Γιουνκέρ, ότι το ασφαλιστικό δεν είναι βιώσιμο, χρειάζεται μεταρρύθμιση κι ότι οι εξελίξεις στους μισθούς πρέπει να υπηρετούν τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική συνοχή. Αν η κυβέρνηση δεν περίμενε να περάσουν 100 ημέρες για να πει ότι μεγάλο μέρος των μεταρρυθμίσεων του Μνημονίου οφείλαμε να τις είχαμε υλοποιήσει χωρίς να το ζητήσουν οι εταίροι. Κι αν τις είχε θέσει εξαρχής στη διαπραγμάτευση (αν δεν πήγαινε σ’ αυτήν με καραγκιοζιλίκια και με λόγια της πλάκας) όταν ακόμη υπήρχαν λεφτά στα ταμεία κι όχι μόνο όταν η χώρα βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο - όπως τώρα.

Θα πείτε, η Ιστορία δεν γράφεται με «αν». Σωστά. Γι’ αυτό, σήμερα έρχεται ο λογαριασμός της καθυστέρησης, με δύο βαριά κονδύλια.

Το ένα αναφέρεται στην πραγματική οικονομία, όπου η ύφεση και η καταστροφή θέσεων εργασίας συνεχίζονται αδιατάρακτες διότι δεν υπάρχει συμφωνία και είναι αβέβαιη η θέση της χώρας στην Ευρωζώνη. Το δεύτερο, συνέπεια της ύφεσης, καταγράφεται ως διευρυμένο δημοσιονομικό κενό, εξαιτίας του οποίου (α) επίκειται υπερβολική αύξηση στα φορολογικά βάρη που σηκώνουν τα συνήθη υποζύγια και, αυτή τη φορά, με κοινωνικά περισσότερο άδικη κατανομή - λόγω αύξησης του ΦΠΑ. (β) Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση φέρεται να έχει αποφασίσει να αμνηστεύσει το «μαύρο χρήμα» για να καλύψει το κενό εσόδων που προκάλεσε, ένα ηθικό πλεονέκτημα χάνεται εξαιτίας του μεγάλου λάθους – εξαιτίας αυτής της καθυστέρησης.

Η κυβέρνηση καθυστέρησε δραματικά να συνειδητοποιήσει ορισμένες στοιχειώδεις αλήθειες, όπως: (α) Η πολιτική που θα αποφασίζει ο ελληνικός λαός να ασκείται, όπως συμβαίνει σε κάθε χώρα της Ευρωζώνης, θα συνδιαμορφώνεται με τους εταίρους (β) Ο έλεγχος κι η εποπτεία από τους εταίρους, δεν συνιστά υποτέλεια αλλά είναι στοιχείο ύπαρξης της Ευρωπαϊκής Ενωσης και βεβαίως της Ευρωζώνης. (γ) Η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Ευρωζώνη είναι σύνολα από θεσμούς και κανόνες άνευ των οποίων δεν υπάρχουν, όλοι οφείλουν να τους τηρούν, η μη τήρησή τους εισάγει τους κανόνες της ζούγκλας, πλήττει ιδιαίτερα τους πιο αδύναμους. (δ) Αυτοί οι κανόνες γεμίζουν με πολιτικό περιεχόμενο που δίνουν οι ευρωπαϊκοί λαοί μέσω των γενικών εκλογών - αλλά όχι μόνο από τις εκλογές σε μία χώρα. Η Ευρώπη προχωρά με συμβιβασμούς.

Μέσα στις επόμενες ημέρες αναμένεται η υπογραφή συμφωνίας με τους εταίρους μας, καθώς το κράτος δεν έχει ρευστότητα ούτε για το πρώτο 15ήμερο του Ιουνίου αλλά εξαντλούνται και οι εγγυήσεις που δίνουν οι τράπεζες στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να δανείζονται από τον ELA. Η συμφωνία πρακτικά είναι μονόδρομος. Χωρίς συμφωνία, τα σενάρια που σκιαγραφούνται είναι (α) άμεση επιβολή ελέγχων σε κίνηση κεφαλαίων-καταθέσεις (β) επιβολή κάποιας μορφής «κουρέματος» στις καταθέσεις (γ) εισαγωγή διπλού νομίσματος, που θα είναι η χαρά του μαυραγορίτη. Ολα τα σενάρια μη συμφωνίας περιέχουν γενικές εκλογές με κλειστές τράπεζες, πιθανότατα σε περιβάλλον ακραίας ανομίας και τυφλού τρόμου και σε όλα συνδυάζονται εξελίξεις που πυροδοτούν βίαιες ανατροπές (και) του πολιτικού σκηνικού. Ολοι τα φοβούνται, ουδείς τα θέλει, ούτε η κυβέρνηση (που σε αυτήν την περίπτωση θα καταστεί μια σύντομη παρένθεση...) ούτε η αξιωματική και άλλη αντιπολίτευση.

Η συμφωνία είναι αναγκαία. Ωστόσο, αν και αναγκαία, δεν είναι και ικανή συνθήκη για ένα καλύτερο αύριο. Είναι προϋπόθεση για να παραμείνουμε στην Ευρωζώνη, για να αποτραπεί μεγάλη δυστυχία του ελληνικού λαού από μια στρατηγική ήττα της Ελλάδας. Δεν είναι, όμως, ικανή για την ευημερία του ελληνικού λαού, δεν επαρκεί για την επιτακτικά αναγκαία στροφή προς οικονομική μεγέθυνση, προς ένα πρότυπο βιώσιμης ανάπτυξης με βιώσιμες θέσεις εργασίας. Αυτό θα είναι το στοίχημα της επόμενης ημέρας, μετά την υπογραφή της πρώτης συμφωνίας.

Καθημερινή 17/5/2015